Ένα ισχυρό ράλι της τάξης άνω του 12% έχει εμφανίσει το τελευταίο 30ήμερο ο τραπεζικός δείκτης, συμβάλλοντας καθοριστικά στην πορεία ανάκαμψης του Γενικού Δείκτη (+10,7% το τελευταίο 30ήμερο) μετά την πρόσφατη βουτιά, η οποία προκλήθηκε από το ξέσπασμα του ρωσο-ουκρανικού πολέμου.

Την Πέμπτη (14/4), τελευταία συνεδρίαση του Χρηματιστηρίου Αθηνών, ο τραπεζικός κλάδος έκλεισε στις 641 μονάδες, εμφανίζοντας άλμα 12,5% μέσα στον τελευταίο μήνα, κάτι που επανέφερε σε διψήφια επίπεδα τη σωρευτική άνοδο από την έναρξη του 2022 (+11,5%).

Τα μεγαλύτερα κέρδη παρατηρούνται στη μετοχή της Εθνικής Τράπεζας, η οποία έχει εκτοξευτεί κατά σχεδόν 30% το τελευταίο 30ήμερο, αποτελώντας το top-pick του κλάδου και σκαρφαλώνοντας στις παρυφές των 3,70 ευρώ. Μάλιστα, από τις αρχές του έτους, η συνολική άνοδος ξεπερνάει το 26%.

Η προοπτική έντασης στον βασικό δείκτη MSCI Greece, η πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής, η ενίσχυση των διαθέσιμων κεφαλαίων, αλλά και η επικείμενη αύξηση των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών συνιστούν τους βασικούς παράγοντες στήριξης αυτής της θετικής πορείας.

Την ίδια ώρα, από κοντά ακολουθά και η μετοχή της Eurobank, η οποία μετράει κέρδη άνω του 11% στο τελευταίο 30ήμερο και κέρδη άνω του 14% από τις αρχές του 2022. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι η μετοχή της τράπεζας εμφανίζει τη δεύτερη καλύτερη επίδοση, κάτι που σε μεγάλο ποσοστό αποδίδεται στην αισθητή εξυγίανση του δανειακού χαρτοφυλακίου, με το ποσοστό των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (NPLs) να περιορίζεται σε μονοψήφια επίπεδα. Στα «συν» προστίθεται και η υψηλή κερδοφορία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η θετική τροχιά των Εθνικής Τράπεζας – Eurobank σιγά σιγά προλειαίνει το έδαφος για την προετοιμασία της πώλησης ενός πακέτου μετοχών από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και το Fairfax, αντίστοιχα. Γεγονός, το οποίο -με τη σειρά του- συνδράμει στη βελτίωση των αποτιμήσεων των δύο εισηγμένων. Ας σημειωθεί ότι το ΤΧΣ κατέχει το 40,4% των μετοχών της ΕΤΕ, ενώ το καναδικό fund ελέγχει το 33% της Eurobank.

Κάπως πιο πίσω, αντίθετα, φαίνεται ότι έχουν μείνει οι άλλες δύο συστημικές τραπεζικές μετοχές, με τη Alpha Bank να κερδίζει μόλις 4% στο τελευταίο 30ήμερο και τη Eurobank μόλις 6,2%, υπο-αποδίδοντας αισθητά τόσο σε σχέση με τον κλαδικό δείκτη όσο και με τον Γενικό Δείκτη. Από τις αρχές του 2022 δε, η συνολική μεταβολή καθορίζεται στο +0,4% και στο +5,4%, αντίστοιχα (αρκετά πιο πίσω από τις ΕΤΕ και Eurobank).

 

Μετοχή

Μεταβολή 30ημέρου

Μεταβολή 2022

Alpha Bank

+3,99%

+0,42%

Eurobank

+11,27%

+14,6%

Εθνική Τράπεζα

+29,73%

+26%

Πειραιώς

+6,25%

+5,43%

Όσον αφορά τη μη συστηματική Attica Bank, η οποία τραβάει το δικό της… κουπί, παρουσιάζει αρνητική μεταβολή 3% μέσα στο τελευταίο 30ήμερο, ενώ στο έτος χάνει σχεδόν 14%, με την τιμή να κυμαίνεται στο 0,13 ευρώ.

Κάτω από τα προ-πολέμου επίπεδα

Παρά το +12,5% του τελευταίου μήνα, πάντως, ο τραπεζικός δείκτης εξακολουθεί να απέχει παρασάγγας από τα προ-πολέμου επίπεδα (723 μονάδες στις 23 Φεβρουαρίου), έχοντας παράλληλα να αντιμετωπίσει ένα αρνητικό σπιράλ εξελίξεων.

Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι αναβάλλουν τις νέες επενδύσεις, ο πληθωρισμός ασκεί πιέσεις στις καταθέσεις των νοικοκυριών, ενώ ο φόβος για μια νέα γενιά «κόκκινων» δανείων πάντα βρίσκεται στο προσκήνιο ενόσω κυριαρχεί η αβεβαιότητα στην οικονομία.

Τα παραπάνω δεδομένα, όπως είναι εύλογο, έρχονται να περιορίσουν το θετικό momentum, το οποίο γεννάται από την προοπτική αύξησης των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών (αυξημένα έσοδα από τόκους κ.α.) αλλά κι από τις προσδοκώμενες χρηματοδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης. 

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, με εξαίρεση την Εθνική Τράπεζα, οι υπόλοιπες τραπεζικές μετοχές υπολείπονται αισθητά των προ-πολέμου επιπέδων, δηλαδή της τιμής της 23ης Φεβρουαρίου, έχοντας αρκετό δρόμο να διανύσουν έως ότου πετύχουν ένα πλήρες «comeback».

 

Μετοχή

23/2

14/4

Αlpha Bank

1,35 ευρώ

1,08 ευρώ

Eurobank

1,14 ευρώ

1,02 ευρώ

Εθνική

3,67 ευρώ

3,69 ευρώ

Πειραιώς

1,57 ευρώ

1,36 ευρώ

 

Διαβάστε επίσης:

«Γιατί Ελλάδα;»: Έξι επενδυτές εξηγούν για ποιους λόγους θα συνεχίσουν να «κοιτούν» τη χώρα μας

Ακριβαίνει το «φθηνό» αμερικανικό φυσικό αέριο – Σε υψηλό 13 ετών η τιμή του