Οι αναλυτές μετοχών προσπαθούν να καταλάβουν σε ποιο ακριβώς στάδιο του χρηματιστηριακού κύκλου βρίσκονται οι αμερικανικές αγορές, αφού το ξεκίνημα με το… αριστερό του 2022 έχει ταρακουνήσει διαχειριστές κεφαλαίων και επενδυτές.
Τα «καμπανάκια» είναι η πτώση στις τιμές των μετοχών της υψηλής τεχνολογίας στο δείκτη Nasdaq πρωτίστως αλλά και στις εταιρείες της μικρότερης κεφαλαιοποίησης του δείκτη Russell 2000, όπου έκαστος δείκτης σημειώνει απώλειες που προσεγγίζουν το 7%.
Με το ρητό «As goes January so goes the year» να ηχεί όλο και πιο δυνατά στο αμερικανικό χρηματιστήριο, οι διαχειριστές αισθάνονται ανησυχία. Σε μια αγορά που έχει μάθει να κινείται διαρκώς υψηλότερα τα τελευταία έτη, η πτώση στις αμερικανικές μετοχές από τις αρχές του έτους προβληματίζει, καθώς το μέγεθος της πτώσης προσομοιάζει την πτώση που συνέβη το 2008 με την κατάρρευση της Lehman Brothers.
Στην τελευταία έρευνα της BofA Global Securities για τους διαχειριστές κεφαλαίων, η αμερικανική τράπεζα διαπίστωσε ότι οι μεγάλοι διαχειριστές κεφαλαίων αποσύρονται από τις μετοχές που αφορούν τον κλάδο της τεχνολογίας με ρυθμό που είχε παρατηρηθεί τελευταία φορά το 2008, κατά τη διάρκεια της κορύφωσης της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Τον περασμένο μήνα, οι διαχειριστές «φόρτωσαν» τράπεζες, βιομηχανικές και ενεργειακές μετοχές, ενώ εγκατέλειψαν την τεχνολογία.
Σύμφωνα όμως με τον επικεφαλής στρατηγικό αναλυτή της Goldman Sachs για τις μετοχές στις ΗΠΑ, David J. Kostin, σε κύκλους όπως αυτόν που πρόκειται να εισέλθουμε – δηλαδή, με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να αναμένεται να αυξήσει τα επιτόκια πολλές φορές το 2022– οι κυκλικοί τομείς (υλικά, βιομηχανίες, ενέργεια) τείνουν να πηγαίνουν καλά. «Σε επίπεδο παραγόντων», συνεχίζει στο πρόσφατο report του, οι μετοχές αξίας (value stocks) τείνουν να υπεραποδίδουν τους μήνες πριν και μετά την πρώτη αύξηση των επιτοκίων, ενώ οι μετοχές ανάπτυξης (growth stocks) είναι ο τομέας με τις χειρότερες επιδόσεις τους έξι μήνες γύρω από την πρώτη αύξηση.
Συνεπώς για την αμερικανική επενδυτική τράπεζα, δεν σημαίνει ότι οι μετοχές αποτελούν «κακό στοίχημα» σε περίοδο αύξησης των επιτοκίων, καθώς από το 2004 και μετά, ο S&P 500 έχει αποδώσει, κατά μέσο όρο, 9% όταν τα επιτόκια αυξάνονται, διαπίστωσε η Goldman Sachs.
Ωστόσο, o Kostin εξηγεί ότι σημερινός κύκλος ανόδου που καθοδηγείται από τον πληθωρισμό μπορεί να αποδειχθεί πιο δύσκολος για τις μετοχές από ότι στο πρόσφατο παρελθόν.
Η ελβετική τράπεζα UBS ανέμενε μεγαλύτερη μεταβλητότητα φέτος, και δικαιώνεται για την ώρα, αλλά διατηρεί τη θετική της σύσταση για τις παγκόσμιες αγορές μετοχών. Οι μετοχές έχουν σημειώσει καλές επιδόσεις φέτος, αλλά ο Νοέμβριος εγκαινίασε μια περίοδο αυξημένης μεταβλητότητας, καθώς η Fed έγινε πιο «hawkish» και η παραλλαγή της Όμικρον προκαλεί ανησυχίες σχετικά με την παγκόσμια ανάπτυξη, εξηγεί η τράπεζα.
Ο δείκτης των μετοχών FANG+ έχει υποχωρήσει κατά 9% την ίδια περίοδο και εκτιμά ότι υπάρχει ο κίνδυνος περαιτέρω υποβάθμισης κατά 5%-10% του τεχνολογικού τομέα από την άνοδο των επιτοκίων.
Πιο επιφυλακτική είναι και η ομάδα παγκόσμιας μετοχικής στρατηγικής της τράπεζας JP Morgan που από τις αρχές του χρόνου έχει επιλέξει μια ουδέτερη θέση για τις αμερικανικές μετοχές και από νωρίς προειδοποίησαν ότι το ράλι «θα μπορούσε να σταματήσει σχετικά αν η υπεραπόδοση της τεχνολογίας αρχίσει να φθίνει». Οι στρατηγικοί αναλυτές της JP Morgan καλοβλέπουν τις παγκόσμιες μετοχές και ειδικά τις μετοχές της Ευρωζώνης και του Ηνωμένου Βασιλείου όπου παρά τη στάση τους για τις αμερικανικές μετοχές, η συνολική τους άποψη για τις μετοχές φέτος είναι θετική. «Οι ανοδικοί-θετικοί καταλύτες δεν έχουν εξαντληθεί», αναφέρει ο Matejka, στρατηγικός αναλυτής της JP Morgan.
Τέλος, ούτε ο γίγαντας της διαχείρισης κεφαλαίων BlackRock δεν θεωρεί ότι η άνοδος των αποδόσεων των ομολόγων είναι κάτι που αποτελεί αρνητική εξέλιξη για τις μετοχές. Οι κεντρικές τράπεζες απλώς άρουν τα έκτακτα μέτρα στήριξης που ενεργοποίησαν στην πρώτη φάση της πανδημίας το 2020, εξηγεί η Blackrock, και εκτιμά ότι αυτό θα πρέπει να πιέσει ήπια μόνο τις ιστορικά χαμηλές πραγματικές αποδόσεις ή τις προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό και να υποστηρίξει τελικά τις αποτιμήσεις των μετοχών.
Συνεπώς, και παρά το κακό ξεκίνημα, οι αναλυτές δεν προβλέπουν σοβαρή πιθανότητα μεγαλύτερης πτώσης για τις μετοχές το 2022.
H αυξημένη επιφυλακτικότητα στις μετοχές είναι δικαιολογημένη και προέρχεται από το συνδυασμό πολλών παραγόντων: οι αυξήσεις των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, οι αυξημένες αποδόσεις των ομολόγων, τα υψηλά επίπεδα των αποτιμήσεων των αμερικανικών τεχνολογικών μετοχών, το περιβάλλον του υψηλού πληθωρισμού, η στενότητα της αγοράς εργασίας και η ραγδαία εξάπλωση της μετάλλαξης Όμικρον βαραίνουν τις προοπτικές των μετοχών τους τελευταίους μήνες.
Αν και οι απόψεις και οι προσεγγίσεις των κορυφαίων επενδυτικών οίκων δεν ταυτίζονται, τα βασικά συμπεράσματα τους συνοψίζονται ως εξής:
· Η θετική απόδοση των μετοχών θα συνεχιστεί και το 2022, συνοδευόμενη με υψηλότερη μεταβλητότητα.
· Η αβεβαιότητα των μεταλλάξεων θα έχει αρνητικές βραχυπρόθεσμες επιδράσεις στις αγορές, αλλά ο κύκλος της ανησυχίας θα γίνεται ολοένα και μικρότερος.
· Τα στοιχεία δραστηριότητας για τις οικονομίες θα παραμείνουν ισχυρά και η παγκόσμια ανάπτυξη θα είναι υγιής και τα κέρδη θα ακολουθήσουν.
· Τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και την περιορισμένη προσφορά παραμένουν αλλά εκτιμάται ότι βελτιώνονται σταδιακά.
· Τέλος, οι πληθωριστικές προσδοκίες θα παραμείνουν στο προσκήνιο ολόκληρο το 2022 χωρίς ωστόσο να υπάρχει κοινή γραμμή για το αν είδαμε τα υψηλά του πληθωρισμού ή όχι.
Διαβάστε ακόμα:
«Ξέφραγο αμπέλι» η Ελλάδα σε ανεπιθύμητες τηλεφωνικές κλήσεις και μηνύματα spam
O …αποσκελετωμένος ιχνηλάτης Απόστολος Βακάκης και η «δίαιτα» της Jumbo στα κινέζικα
e-ΕΦΚΑ: Ξεκινά η ηλεκτρονική αίτηση για επικουρική σύνταξη λόγω γήρατος – Η διαδικασία