Η ελληνική οικονομία, το Xρηματιστήριο Αθηνών και η εικόνα που επικρατεί στις παγκόσμιες αγορές βρέθηκαν, μεταξύ άλλων, στο επίκεντρο της αποκλειστικής συνέντευξης που παραχώρησε στο newmoney ο κ. Θέμης Θεμιστοκλέους, Head, Chief Investment Officer EMEA της UBS Global Wealth Management.
Ο κ. Θεμιστοκλέους στάθηκε στην υπεραπόδοση της Ελλάδας σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, τονίζοντας πως αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί
Εξήγησε, δε, ότι η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες χώρες του μπλοκ, όπου οι καταναλωτικές δαπάνες έχουν ανακάμψει σε προ πανδημίας επίπεδα. Ωστόσο, η εξασθένιση ορισμένων ευρωπαϊκών οικονομιών, που αποτελούν βασική πηγή τουριστικών εσόδων, θα μπορούσε να λειτουργήσει αρνητικά για τη χώρα μας, σημείωσε ο ίδιος.
Αναγνώρισε την ένταξη του Χ.Α. σε watch list για αναβάθμιση στις ανεπτυγμένες αγορές ως σημάδι προόδου για τη εγχώρια αγορά, διευκρινίζοντας, όμως, πως ο αντίκτυπος είναι προς το παρόν περιορισμένος. Είπε, επίσης, ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις νέες μειώσεις επιτοκίων ως φορέα αντιστάθμισης στις δασμολογικές επιβαρύνσεις, που έχει προαναγγείλει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.
Παράλληλα, ο επικεφαλής του Investment Office της UBS για την περιοχή EMEA (Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική) ανέφερε ότι το ευνοϊκό περιβάλλον θα συνεχιστεί στο πεδίο των μετοχών, αλλά οι αυξημένες αποτιμήσεις ενδέχεται να μετριάσουν τα περιθώρια ανόδου. Μάλιστα, έκανε λόγο και για ισχυρή μεταβλητότητα στις αγορές.
Ακολουθεί η συνέντευξη που παραχώρησε ο κ. Θεμιστοκλέους στο newmoney.gr:
Πώς εκτιμάτε την προβλεπόμενη υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης; Τυχόν κόπωση του τουρισμού (μείωση τουριστικών εισπράξεων) το 2025 λόγω υποτονικής ανάπτυξης στην ΕΕ πώς θα επιδράσει στην Ελλάδα;
Η ελληνική οικονομία σημειώνει καλές επιδόσεις σε σύγκριση με τις αντίστοιχες της ευρωζώνης και αναμένουμε ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί. Για το επόμενο έτος, προβλέπουμε ότι η Ελλάδα θα αναπτυχθεί με ρυθμό περίπου 2,8%, δηλαδή υπερτριπλάσια σε σχέση με την ανάπτυξη 0,9% που προβλέπουμε για την ευρωζώνη.
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που υποστηρίζουν την άποψή μας: Η Ελλάδα ήταν ένας από τους βασικούς αποδέκτες της χρηματοδοτικής διευκόλυνσης της ΕΕ για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα (RRF) και οι εκταμιεύσεις αναμένεται να διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα τα επόμενα χρόνια. Εάν αξιοποιηθούν σωστά, αυτό θα δώσει ώθηση στις επενδυτικές δαπάνες, όπου η ελληνική οικονομία έχει ακόμη πολλά περιθώρια ανάπτυξης μετά από χρόνια υποεπένδυσης. Αυτό είναι επίσης ορατό στα στοιχεία δανεισμού, τα οποία δείχνουν μία ικανοποιητική διάθεση για δανειοδότηση μεταξύ των ελληνικών επιχειρήσεων.
Και όπως οι επιχειρήσεις άρχισαν να επενδύουν ξανά, έτσι πολλά νοικοκυριά μπορούν σταδιακά να ξοδέψουν περισσότερα χρήματα εν μέσω μείωσης της ανεργίας και αύξησης των εισοδημάτων. Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες χώρες της ευρωζώνης, όπου οι καταναλωτικές δαπάνες έχουν ανακάμψει στην προ της πανδημίας τάση τους και οι έρευνες συνεχίζουν να δείχνουν θετικές προσδοκίες μεταξύ των retailers.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, έχει επίσης ασκήσει τα καθήκοντά της. Ως ένα βαθμό, αυτό φαίνεται μέσα από τη σταθερή δημοσιονομική θέση της χώρας, με τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων να διαπραγματεύονται πλέον σε παρόμοια επίπεδα με τα αντίστοιχα της Γαλλίας. Και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, μου φαίνεται ότι οι προηγούμενες προσπάθειες για τη μεταρρύθμιση της οικονομίας αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς, έπειτα από τα τραυματικά χρόνια της κρίσης. Η ανάκαμψη της οικονομίας υποστηρίζεται από ένα πιο σταθερό τραπεζικό σύστημα, έναν πιο εξορθολογισμένο δημόσιο τομέα και βελτιωμένες ψηφιακές υποδομές – όλα αυτά συνιστούν θετικές εξελίξεις οι οποίες μπορούν να κάνουν αισθητή τη διαφορά για τις επιχειρήσεις.
Όσον αφορά την τουριστική βιομηχανία, οι ετήσιες εισπράξεις την περίοδο Ιουλίου-Αυγούστου ήταν χαμηλότερες από το προηγούμενο έτος, αλλά πρόσφατα είδαμε μία πιο θετική πορεία. Φαίνεται ότι έπαιξαν ρόλο πολλοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως του πολύ θερμού καιρού. Ωστόσο, ισχύει επίσης ότι ο τομέας είναι σαφώς ευάλωτος σε ό,τι συμβαίνει στο εξωτερικό. Δεδομένου ότι περίπου το 60% των αφίξεων προέρχεται από την ΕΕ, η συνεχιζόμενη αναπτυξιακή εξασθένιση μεταξύ των γειτονικών στην Ελλάδα χωρών αποτελεί κίνδυνο. Και λαμβάνοντας υπόψη πόσο κομβικός είναι ο συγκεκριμένος τομέας για την Ελλάδα, αυτό θα μπορούσε να πλήξει και την οικονομία.
Σε αυτό το στάδιο, η βασική μας εκτίμηση είναι ότι οι καταναλωτικές δαπάνες στην Ευρώπη θα αυξηθούν το επόμενο έτος, γεγονός που θα είναι ευεργετικό και για τον κλάδο της αναψυχής ευρύτερα.
Πώς αξιολογείτε την ένταξη του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε watch list για αναβάθμιση στις ανεπτυγμένες αγορές; Είναι καλύτερο μία αγορά σαν την Ελλάδα να παραμείνει σε καθεστώς emerging;
Είναι, φυσικά, ενθαρρυντικό για την Ελλάδα που εξετάζεται ως επενδυτικός προορισμός για αναβάθμιση, καθώς αναδεικνύει όλη την πρόοδο που έχει σημειώσει η χώρα την τελευταία δεκαετία. Από επενδυτικής πλευράς, ωστόσο, δεν είμαι τόσο σίγουρος ότι έχει μεγάλο αντίκτυπο. Ακαδημαϊκή έρευνα δείχνει ότι τα events επαναταξινόμησης (reclassification) – στα οποία μία χώρα είτε ανεβαίνει είτε κατεβαίνει στον κατάλογο των δεικτών – μπορεί να προκαλέσουν βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα στις τιμές, ανάλογα με το πόσο εκτεταμένα παρακολουθούνται οι δείκτες. Ωστόσο, οι πιθανές υπεραποδόσεις τείνουν να αντιστρέφονται με την πάροδο του χρόνου. Και σαφώς, η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά θα συνεχίσει να είναι πολύ μικρή σε σχέση με το μέγεθος του δείκτη των ανεπτυγμένων αγορών, οπότε οι ροές θα είναι πιθανότατα μικρές.
Ως επενδυτής, προτιμώ να επικεντρώνομαι στα θεμελιώδη στοιχεία ενός investment case. Μας ενδιαφέρουν οι ελληνικές τράπεζες, για παράδειγμα, για όλη την πρόοδο που έχουν επιδείξει μετά την κρίση δημόσιου χρέους και τον ισχυρό πιστωτικό κύκλο που αναμένεται να στηρίξει την κερδοφορία.
Σχετικά με την ευρωπαϊκή οικονομία, ποιος θα είναι ο αντίκτυπος της πολιτικής Τραμπ με τους δασμούς και κατά πόσο μπορούν να λειτουργήσουν ως «ανάχωμα» οι μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ;
Όταν εξετάζουμε τις επιπτώσεις μίας πιθανής εμπορικής σύγκρουσης, είναι σημαντικό να είμαστε σαφείς ως προς το σενάριο που έχουμε κατά νου. Ο εκλεγμένος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει κάνει πολλές δηλώσεις σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα και η αίσθησή μας είναι ότι πρέπει να τις λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη, αλλά όχι πάντοτε κατά γράμμα. Στην UBS, δεν βλέπουμε την επιβολή σαρωτικών, οριζόντιων δασμών στα ευρωπαϊκά προϊόντα ως το πιθανότερο ενδεχόμενο. Αντίθετα, θεωρούμε πιθανότερα τα πιο στοχευμένα μέτρα για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων παραπόνων. Στην περίπτωση αυτή, θα μπορούσε, για παράδειγμα, να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τις άνισες δασμολογικές επιβαρύνσεις στα αυτοκίνητα μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ.
Από οικονομική σκοπιά, τέτοιου είδους επιλεκτικοί δασμοί ενδέχεται να έχουν συνέπειες για τις επιχειρήσεις που επηρεάζονται, αλλά οι επιπτώσεις για την ευρύτερη οικονομία αναμένεται να είναι πιο περιορισμένες. Ωστόσο, εκείνο που έχει μεγαλύτερη σημασία στην προκειμένη περίπτωση είναι ο αρνητικός αντίκτυπος από το υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας που δημιουργεί αυτό το περιβάλλον. Ως παραγωγός, αν ανησυχείτε για τους δασμούς, μπορεί να επιλέξετε να καθυστερήσετε τυχόν εκκρεμείς επενδυτικές αποφάσεις, δεδομένου ότι εσείς ή οι προμηθευτές σας μπορεί να εμπίπτετε στο πεδίο εφαρμογής των δασμών στο μέλλον. Είναι σαφές ότι μία τέτοια εξέλιξη δεν θα βοηθούσε στην ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας, ακόμη κι αν δεν θα δούμε απότομη ύφεση.
Ως ένα βαθμό, η ΕΚΤ θα μπορούσε να αντισταθμίσει αυτό το πρόβλημα με περαιτέρω μείωση των επιτοκίων. Ωστόσο, πιθανότατα υπάρχει ένα όριο σχετικά με το πόσο ρεαλιστικά είναι αυτά που θα μπορούσε να πετύχει η ΕΚΤ: Εάν, ως επιχείρηση, η πηγή αβεβαιότητας που αντιμετωπίζετε αγγίζει τον πυρήνα του επιχειρηματικού σας μοντέλου, οι μικρές αλλαγές στο κόστος χρηματοδότησής σας – το οποίο είναι ουσιαστικά αυτό που η ΕΚΤ επιδιώκει να ελέγξει μέσω των αποφάσεων για τα επιτόκια – πιθανότατα δεν θα σας ωθήσουν να επενδύσετε. Επιπλέον, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι πολλά από τα οικονομικά προβλήματα της Ευρώπης έχουν ελάχιστη σχέση με το ύψος των επιτοκίων, αλλά φαίνεται ότι είναι περισσότερο διαρθρωτικού χαρακτήρα.
Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για τα assets το 2025; π.χ. χρυσός, bitcoin, ασφαλή vs risky assets, μετοχές, πετρέλαιο;
Στη UBS, ονομάσαμε το ετήσιο outlook μας «Roaring 20s», σε αναγνώριση των αξιοσημείωτων επιδόσεων που έχουμε δει στις αγορές από την αρχή της δεκαετίας, αλλά και των ανθεκτικών οικονομιών σε ορισμένα μέρη του κόσμου. Για το επόμενο έτος, αναμένουμε ότι το ευνοϊκό περιβάλλον θα συνεχιστεί σε μεγάλο βαθμό, αν και οι αυξημένες αποτιμήσεις ενδέχεται να μετριάσουν εν μέρει τις προσδοκίες μας.
Για τις μετοχές, αναμένουμε υψηλές μονοψήφιες αποδόσεις στις περισσότερες αγορές, υποστηριζόμενες από την ισχυρή αύξηση των κερδών και το ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον. Ωστόσο, η ξεκάθαρη προτίμησή μας είναι στις ΗΠΑ, όπου βλέπουμε ότι ο S&P 500 θα ανέλθει στα επίπεδα των 6.600 μονάδων μέχρι το τέλος του έτους, υποστηριζόμενος από τη συνεχιζόμενη ισχύ του τεχνολογικού τομέα, η οποία θα πρέπει επίσης να διευρυνθεί σε ευρύτερο φάσμα εταιρειών όσο περνάει ο καιρός. Η ανθεκτική ανάπτυξη και η πτώση των επιτοκίων είναι πρόσθετοι παράγοντες που αναμένεται να στηρίξουν τις μετοχές, καθώς διατηρούν τη διάθεση των επενδυτών για ανάληψη ρίσκου σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Όσον αφορά τα σταθερά εισοδήματα, εξακολουθούμε να θεωρούμε ελκυστικές τις τρέχουσες αποδόσεις για τα ομόλογα υψηλής και επενδυτικής βαθμίδας, ακόμη κι αν το περιθώριο για κεφαλαιακή ανατίμηση περιορίζεται από το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του προβλεπόμενου κύκλου περικοπών έχει ήδη τιμολογηθεί στις αγορές. Ωστόσο, είμαστε πιο επιφυλακτικοί για τα πιο risky πιστωτικά προϊόντα (credit products), δεδομένου ότι η αντιστάθμιση για το πρόσθετο ρίσκο σε σχέση με ένα ασφαλές ομόλογο βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Βλέπουμε επίσης περιθώρια ανόδου στις αγορές εμπορευμάτων. Στο πετρέλαιο τύπου Brent, για παράδειγμα, πιστεύουμε ότι το περιβάλλον προσφοράς θα μπορούσε να είναι πιο περιορισμένο απ’ ό,τι εκτιμούν πολλοί επενδυτές, γεγονός που θα μπορούσε να ωθήσει τις τιμές στα 80 δολάρια ανά βαρέλι. Και για τον χρυσό, βλέπουμε το πρόσφατο ράλι να επεκτείνεται λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων, της διαφοροποίησης των αποθεμάτων από τις κεντρικές τράπεζες και της ζήτησης για αντισταθμίσεις χαρτοφυλακίου (portfolio hedges), ωθώντας τις τιμές σε περίπου 2.900 δολάρια ανά ουγγιά μέχρι το τέλος του έτους.
Τώρα, αν και η εικόνα που περιέγραψα είναι αρκετά θετική, θα πρέπει επίσης να αξιολογήσουμε το υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας που αντιμετωπίζουμε ενόψει του επόμενου έτους. Υπάρχουν ακόμη πολλά ανοιχτά ζητήματα σχετικά με τις πολιτικές που θα ακολουθήσουν οι κυβερνήσεις, και όχι μόνο στις ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι καθώς η κατάσταση εξελίσσεται, πρέπει επίσης να προσαρμόσουμε τις εκτιμήσεις μας και να παραμείνουμε προετοιμασμένοι για σημαντική μεταβλητότητα στις αγορές.
Διαβάστε ακόμη
Έλληνες εφοπλιστές: Στις 230 οι παραγγελίες τους για ναυπηγήσεις το 2024
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα