Του Δημήτρη Παφίλα

«Ηταν απίστευτο για μένα όταν έμαθα, σε όλες τις συναντήσεις που είχα με ανθρώπους των τραπεζών στην Ελλάδα, ότι το 25%-35% όλων των στεγαστικών δανείων που δεν πληρώνονται στην Ελλάδα σήμερα κατά βάση ανήκουν σε πλούσιους Ελληνες». Τα λόγια αυτά ανήκουν σε έναν από τους 25 μάνατζερ με τη μεγαλύτερη επιρροή στις αγορές παγκοσμίως (Intellectual Asset Management 2015). Σήμερα μιλά αποκλειστικά στο «business stories» για τις επενδύσεις του στις τράπεζες, για την οικονομία της Ελλάδας, αλλά κυρίως για το τι πρέπει να γίνει ώστε η χώρα να γυρίσει σε πραγματική ανάπτυξη. Επίσης, εκφράζει τη γνώμη που έχει για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον πρωθυπουργό.

Γιος ενός μάνατζερ ξενοδοχείου στο Μαϊάμι, ο Τζον Κάιλ Μπας το 2008 σόρταρε επιτυχώς τα subrimes δάνεια στις ΗΠΑ κερδίζοντας 212%. Σήμερα ηγείται του Hayman Capital Management, ενός hedge fund που διαχειρίζεται πάνω από 1 δισ. δολάρια, προσφέροντας στους επενδυτές του, από την ημέρα της ίδρυσής του το 2006 μέχρι σήμερα, υψηλότατες αποδόσεις. Εχει επενδύσει στις τέσσερις ελληνικές τράπεζες -μετά τις αυξήσεις-, αρθρογραφεί υπέρ της Ελλάδας, δίνει συνεντεύξεις για τη χώρα μας και είναι αυτό που αποκαλούν στην αγορά «talks his book», δηλαδή μιλάει για το χαρτοφυλάκιό του. Ο κ. Μπας πιστεύει ακράδαντα ότι η ελληνική οικονομία θα πάει πραγματικά καλά όταν οι τράπεζες διώξουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από τα χαρτοφυλάκιά τους. Για να γίνει, όμως, αυτό, «οι πλούσιοι πρέπει να αλλάξουν συμπεριφορά. Μόνο τότε θα επωφεληθεί η χώρα», τονίζει. Με τη συνέντευξή του μεταδίδει επίσης ένα άκρως θετικό μήνυμα. Οτι σύμφωνα με το μοντέλο που τρέχει το fund του, τρεις τράπεζες δεν θα χρειαστούν καθόλου κεφάλαια, ενώ μόνο μία ίσως χρειαστεί 300 εκατ. ευρώ – ποσό που θα βρεθεί δίχως να χρειαστεί καν αύξηση κεφαλαίου.

Ο κ. Μπας λειτουργεί με τη λογική του Αριστοτέλη. Εξετάζει προσεκτικά τα δεδομένα (γεγονότα) και καταλήγει σε λογικά συμπεράσματα που είναι χρήσιμα για έναν επενδυτή.

Γιατί διάλεξε την Ελλάδα

Οταν τον ρωτάμε γιατί πιστεύει ότι θα κερδίσει εκεί που έχασαν διάσημοι επενδυτές, ο ιδρυτής του Hayman Capital τονίζει: «Οπως γνωρίζετε, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές. Αυτό το καταλαβαίνεις με το που θα ρίξεις μια ματιά στα επίπεδα προβλέψεων των τραπεζών έναντι των NPLs – NPEs. Κοιτάξαμε πιο προσεκτικά την προοπτική του ενεργητικού κάθε τράπεζας. Πιστεύουμε ότι τα επίπεδα προβλέψεων σήμερα είναι υψηλότερα από τα απαιτούμενα. Είδαμε ότι ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (capital ratio) είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη και γενικά στον κόσμο. Πιστεύουμε ότι ακόμα και αν οι απαιτήσεις από τον SSM φτάσουν το 55% σε όλα τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs), τρεις από τις τέσσερις τράπεζες δεν θα χρειαστούν καθόλου κεφάλαια και μία θα χρειαστεί μόνο 300 εκατ. ευρώ».

Ο κ. Μπας δεν θα έλεγε κανείς ότι είναι σίγουρος για το αν θα προκύψει dilution, αλλά σύμφωνα με το μοντέλο των πρόσθετων προβλέψεων που έτρεξε το Hayman Capital, το καθαρό αποτέλεσμα είναι ότι τρεις από τις τράπεζες δεν θα χρειαστούν κεφάλαια και ότι μία θα χρειαστεί λίγα. Επίσης, τρεις από τις τράπεζες έχουν ανακοινώσει την πώληση καταναλωτικών και καλυμμένων δανείων, ενώ μία από αυτές έχει ανακοινώσει την πώληση εμπορικού χαρτοφυλακίου ύψους 1,5 δισ. ευρώ.

Τι κυβέρνηση θέλουν οι επενδυτές

Γιατί, όμως, στην τελευταία συνέντευξή του ενέπλεξε την πολιτική με τις επενδύσεις, προβλέποντας μάλιστα δραματική αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό εντός 18 μηνών και έλευση της Ν.Δ και του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη;

«Θέλω να είμαι πολιτικά ουδέτερος. Αν κοιτάξεις προσεκτικά, θα δεις ότι στην Ελλάδα υπάρχουν συγκεκριμένα γεγονότα όσον αφορά στην ελληνική οικονομία τα οποία είναι όλα θετικά. Νέες καταχωρήσεις οχημάτων, έσοδα από τον τουρισμό, παραγωγή τσιμέντου, νέες άδειες. Οπου κι αν κοιτάξεις θα δεις πραγματικά σημεία οικονομικής αισιοδοξίας. Παντού. Π.χ. δεν υπάρχουν μεγάλες απεργίες. Για οκτώ χρόνια όλοι οι αριθμοί ήταν καθοδικοί. Είναι πολύ ενθαρρυντικό ότι όλοι αυτοί οι μακροοικονομικοί δείκτες στην Ελλάδα είναι ανοδικοί. Παρ’ όλα αυτά, ενώ η σημερινή κυβέρνηση έχει κάνει σπουδαία δουλειά απέναντι στις απαιτήσεις της τρόικας, δεν προώθησε τις μεταρρυθμίσεις που υπαγορεύθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Κατά την άποψή μου θα χρειαστείτε κάποιον πολιτικό ικανό να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, κάτι που στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας φαίνεται ότι είναι πρόθυμοι να κάνουν.

Ανεξάρτητα από το ποια κυβέρνηση “τρέχει” την Ελλάδα, όταν αυτή θα είναι δεσμευμένη σε κανονικές μεταρρυθμίσεις και πηγαίνει τη χώρα μπροστά, εμείς, οι επενδυτές, θα είμαστε ικανοποιημένοι. Αυτά που σας λέω είναι σημαντικά, ότι δηλαδή θα είμαστε υποστηρικτές οποιουδήποτε βάλει την Ελλάδα σε ανάπτυξη. Οπως γνωρίζετε, ο κ. Μητσοτάκης προηγείται πολύ του κ. Αλέξη Τσίπρα και θα είμαστε χαρούμενοι να δούμε οποιονδήποτε προχωρήσει σε ανέξοδες μεταρρυθμίσεις. Αυτό που έχω να πω πάντως είναι ότι οι ηγέτες της χώρας έχουν θετική συμπεριφορά και ότι οι εκλογές θα γίνουν νωρίτερα».

Στην παρατήρησή μας για το μεγάλο χάσμα που παρουσιάζουν οι μισθοί μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, τις καθυστερήσεις πληρωμών και τον κόσμο που δεν βλέπει αυτή την καλυτέρευση των οικονομικών δεικτών, ο κ. Μπας προσθέτει: «Οταν μια οικονομία εξέρχεται από μια μεγάλη ύφεση όπως αυτή που πέρασε η Ελλάδα και το πραγματικό ΑΕΠ έπεσε 30% μέσα σε 8 χρόνια, η κατάσταση δεν είναι εύκολη. Το αισθάνεσαι στην Αθήνα. Εχω φίλους στην Ελλάδα που είναι χαρούμενοι επειδή έχουν ακόμα δουλειά. Οταν βλέπεις τους μακροοικονομικούς δείκτες να επιστρέφουν, αυτό δεν το αισθάνεσαι αμέσως. Συμφωνώ ότι στον ιδιωτικό τομέα δεν θα δουν τους μισθούς να αυξάνονται άμεσα, όπως και ότι η ευημερία δεν θα έρθει γρήγορα. Ο μέσος πολίτης θα χρειαστεί 12-18 μήνες για να δει μια βελτίωση. Θα χρειαστεί καιρός».

Οι τράπεζες

Το Haymann Capital εξετάζει και άλλες μετοχές εκτός από τις τράπεζες, καθώς θεωρεί ότι θα πάνε καλύτερα. «Τις κοιτάμε όλες, αλλά υπάρχει μια διαφορετική οπτική από τις τράπεζες. Δεν νομίζω ότι η ελληνική οικονομία θα μπορέσει να πάει πραγματικά καλά αν οι τράπεζες δεν αρχίσουν να δανείζουν ξανά. Και οι τράπεζες θα αρχίσουν να δανείζουν όταν θα διώξουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) από το χαρτοφυλάκιό τους. Επικεντρώνομαι στις τράπεζες επειδή είναι ένας μηχανισμός μετάβασης της πίστωσης στην ελληνική οικονομία. Μόλις, λοιπόν, οι τράπεζες αρχίσουν να δανείζουν ξανά, θα πάνε καλά οι τηλεπικοινωνιακές, οι κατασκευαστικές, καθώς και οι υπόλοιπες εταιρείες της ελληνικής αγοράς. Αυτό που χρειάζονται οι επιχειρήσεις είναι να αρχίσουν να δανείζουν ξανά οι τράπεζες».

«Μην πιστεύετε τους λαϊκιστές»

Ποιο είναι το πιο σημαντικό που έχει μάθει από την επενδυτική του πορεία εδώ και πάνω από 25 χρόνια; «Μελετώντας τις χώρες, το πιο σημαντικό μάθημα που έχω πάρει είναι να μην πιστεύω τους λαϊκιστές που μεταφέρουν μηνύματα στον κόσμο. Μην πιστεύετε, λοιπόν, ότι τα πράγματα έρχονται δίχως κόστος. Πιστεύω ότι οι λαϊκιστές ηγέτες δίνουν υποσχέσεις που δεν τηρούν. Μελετώντας τι πηγαίνει λάθος και κοιτώντας την κατάσταση που επικρατεί στην ελληνική οικονομία, σκέφτομαι ότι αν πραγματοποιούνταν έστω λίγα από τις διακηρύξεις, τότε η Ελλάδα θα τα πήγαινε εξαιρετικά καλά».

Σε όλες τις συναντήσεις που είχε με ανθρώπους των τραπεζών στην Αθήνα δεν πίστευε στα αυτιά του όταν έμαθε ότι το 25%-35% των δανείων που δεν αποπληρώνονται σήμερα (στοχεύοντας καθαρά στους κατ’ εξακολούθηση κακοπληρωτές) ανήκει βασικά σε πλούσιους. «Πιστεύω ότι αυτή η συμπεριφορά από τους πλούσιους πρέπει να αλλάξει και ότι μόνο τότε η χώρα θα ωφεληθεί συνολικά. Αυτό που χρειάζεται είναι να επιστρέψουν τις καταθέσεις τους στην Ελλάδα, να αρχίσουν να πληρώνουν τους φόρους και τότε ο υπόλοιπος κόσμος θα τα πάει καλύτερα. Σε πολλά ξενοδοχεία που πηγαίνουν καλά στη χώρα σας, όπως στη Μύκονο, στη Σαντορίνη κ.α., προσπάθησαν να σταματήσουν τους πλειστηριασμούς. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Αν βλέπατε τι ακολουθείται σε μια διαδικασία πλειστηριασμού στις ΗΠΑ, με την παρουσία π.χ. αστυνομικών δυνάμεων, αλλά και τις εγγυήσεις που ζητούνται, θα παθαίνατε σοκ. Αυτό μια υπεύθυνη ηγεσία πρέπει να το σταματήσει».

Ποιος είναι ο Τζον Κάιλ Μπας

Γεννήθηκε στο Μαϊάµι το 1969 και ο πατέρας του ήταν µάνατζερ σε ξενοδοχείο. Η οικογένειά του µετακόµισε στο Ντάλας, όπου εκεί σπούδασε µε υποτροφία στο Πανεπιστήµιο του Τέξας, λαµβάνοντας MΒΑ στο Real Estate. Εργάστηκε στη χρηµατιστηριακή της Prudential µέχρι το 1994, όταν προσλήφθηκε από την Bear Stearns. Εξελίχθηκε ταχύτατα, καθώς έγινε ανώτερος διευθυντής σε ηλικία µόλις 28 ετών. Το 2001 πήγε στη Legg Mason, όπου φέρεται να έχει πει ότι «σε 5 χρόνια και µία ηµέρα θα δηµιουργήσω τη δική µου εταιρεία». Το 2005 ξεκίνησε το Hayman Capital, διαχειριζόµενος αρχικά 33 εκατ. δολάρια, εκ των οποίων τα 5 ήταν δικά του και τα υπόλοιπα πελατών του. Το 2008 προέβλεψε επιτυχώς και ποντάρισε αποτελεσµατικά ενάντια στα αµερικανικά subrimes, σορτάροντας µε συναλλαγές σε credit default swaps. O ιδρυτής του Hayman Capital έχει αναλάβει διακεκριµένα «στοιχήµατα» σε Ιαπωνία, ευρωπαϊκά κράτη και πρόσφατα για την Κίνα. H κατάθεσή του στο Κογκρέσο για την κρίση των στεγαστικών δανείων έχει µείνει ιστορική: «Πρέπει να διασφαλίσουµε ότι δεν θα επιτρέψουµε να γίνουν πολύ µεγάλες οι εταιρείες για να αποτύχουν».