Εμμένει στην «επαρκώς περιοριστική» στάση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας όσον αφορά τα επιτόκια η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.
Συγκεκριμένα, επανέλαβε ότι το κόστος δανεισμού θα παραμείνει αυξημένο για κάποιο χρονικό διάστημα, προκειμένου να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός.
Οι μελλοντικές αποφάσεις της ΕΚΤ «θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο διάστημα χρειαστεί», δήλωσε η Λαγκάρντ στο Συνέδριο της ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη για τη Νομισματική Πολιτική του 2023.
«Αντιμετωπίσαμε μια σειρά από επικαλυπτόμενα σοκ προσφοράς και ζήτησης που δημιούργησαν ένα σύνθετο και ταχέως μεταβαλλόμενο μακροοικονομικό τοπίο. Και ως αποτέλεσμα, είδαμε μια μετατόπιση στη χάραξη νομισματικής πολιτικής. Εκεί που κάποτε οι κεντρικές τράπεζες στις προηγμένες οικονομίες ήταν αντιμέτωπες με την υπέρβαση του κατώτερου ορίου των επιτοκίων, το τελευταίο διάστημα όμως έχουν αποδυθεί στον ταχύτερο κύκλο αύξησης επιτοκίων που έχει καταγραφεί ποτέ.», ανέφερε κατά την ομιλία της.
Όπως είπε, «η χάραξη πολιτικής, από τη φύση της, λειτουργεί σε πραγματικό χρόνο, λαμβάνοντας αποφάσεις με βάση την καλύτερη δυνατή ανάλυση και τα διαθέσιμα δεδομένα. Ωστόσο, ακριβώς όταν συμβαίνουν ραγδαίες μεταβολές στο μακροοικονομικό περιβάλλον, αποκαλύπτονται ξαφνικά και παραβλέψεις ή κενά που προϋπήρχαν».
Σύμφωνα με τη Λαγκάρντ, η μετάβαση από το καθεστώς χαμηλού πληθωρισμού, που επικρατούσε πριν από την πανδημία, στα υψηλά ποσοστά πληθωρισμού που παρατηρούμε σήμερα προκάλεσε γενικότερη αναταραχή, ενώ η αύξηση του πληθωρισμού συντελέστηκε πολύ γρήγορα με αποτέλεσμα να προκαλέσει εξίσου γρήγορη αλλαγή στη στάση της νομισματικής πολιτικής. Και αυτό έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον καλύτερο τρόπο διαχείρισης των επιτοκίων.
«Ενα από τα καθοριστικά χαρακτηριστικά της αντίδρασης στην πανδημία ήταν η ευθυγράμμιση μεταξύ νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία οδήγησε σε μια απροσδόκητα ισχυρή ανάκαμψη. Και αυτή η ισχυρή ανάκαμψη – και η συνακόλουθη αύξηση του πληθωρισμού – συνοδεύτηκε από παγκόσμια σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, με πρωτοφανή συγχρονισμό». Όπως είπε, η ΕΚΤ έχει διαμορφώσει το πλαίσιο πολιτικής της ώστε να είναι ανθεκτικό στην πολυπλοκότητα και την αβεβαιότητα αυτού του τοπίου και έχει εξαρτήσει τις μελλοντικές της αποφάσεις από τρία κριτήρια: τις προοπτικές του πληθωρισμού, τη δυναμική του τρέχοντος πληθωρισμού και την ισχύ της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
«Αυτό το πλαίσιο μας βοήθησε να χαράξουμε μια πορεία σύσφιξης που ξεκίνησε απότομα και στη συνέχεια επιβραδύνθηκε σε έναν πιο φυσιολογικό ρυθμό. Τώρα, με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή μας, θεωρούμε ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ έχουν φθάσει σε επίπεδα που, αν διατηρηθούν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, θα συμβάλουν ουσιαστικά στην έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας.
Οι μελλοντικές μας αποφάσεις θα συνεχίσουν να βασίζονται σε αυτά τα τρία κριτήρια και θα διασφαλίζουν ότι τα επιτόκια θα διαμορφώνονται σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα χρειαστεί», κατέληξε.
Ούτε να ακούσουν για μείωση επιτοκίων οι Ευρωπαίοι τραπεζίτες
Η Κριστίν Λαγκάρντ δεν είναι φυσικά η μόνη που επιμένει στα υψηλά επιτόκια. οι οποίοι αρνούνται πεισματικά να ψελλίσουν τη φράση «μείωση επιτοκίων». Με παρέμβασή του ο Γκεντιμίνας Σίμκους από τη Λιθουανία υπενθύμισε ότι «το πληθωριστικό σοκ δεν έχει τελειώσει ακόμα», λέγοντας ότι τα επιτόκια θα πρέπει να διατηρηθούν στα τρέχοντα υψηλά επίπεδα. «Δεν βρισκόμαστε κοντά στον στόχο τιυ 2% και επομένως, πρέπει να γίνει ακόμη πολλή δουλειά» τονίζει, από την πλευρά του, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φιλίπ Λέιν. Αλλωστε και η ίδια η ΕΚΤ εκτιμά ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί πριν το γ’ τρίμηνο του 2025.
Ο κεντρικός τραπεζίτης από τη Φινλανδία, Τουόμας Βαλιμάκι, ξεκαθάρισε ότι δεν πρέπει να αποκλειστεί ακόμη μία αύξηση επιτοκίων.
Υπενθυμίζεται ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή υποχώρησε τον Σεπτέμβριο στο 4,3%, δηλαδή στο χαμηλότερο επίπεδο πριν το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία. Ωστόσο, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η απόσταση από τον στόχο του 2% παραμένει μεγάλη. Αν και οι εκτιμήσεις των οικονομολόγων αναφέρουν ότι η κεντρική τράπεζα, έπειτα από 10 διαδοχικές παρεμβάσεις, θα πατήσει «φρένο», διατηρώντας το βασικό επιτόκιο στο 4,5% και το επιτόκιο καταθέσεων στο 4%, αυτό θα το μάθουμε στην επόμενη προγραμματισμένη συνεδρίαση της ΕΚΤ, στις 26 Οκτωβρίου.
Διαβάστε ακόμη
Κτηματολόγιο: Επιστράτευση ιδιωτών δικηγόρων για να αντιμετωπιστούν οι πάνω από 150.000 εκκρεμότητες
Μείωση του ΦΠΑ για αγροτικά μηχανήματα – Για ποιες εργασίες πάει στο 4%
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ