«Buy» μόνο για τους… γενναίους προτείνει πλέον η Citigroup για τη μετοχή της Credit Suisse, η οποία τη Δευτέρα βουλιάζει σε νέο ιστορικό χαμηλό, εν μέσω της εκτόξευσης του πιστωτικού κινδύνου και τις ανησυχίες για την «υγεία» της Νο.2 ελβετικής τράπεζας.
Το κόστος ασφάλισης σε περίπτωση χρεοκοπίας, γνωστό και ως CDS, βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, παρότι ο διευθύνων σύμβουλος Ulrich Koerner προσπάθησε να καθησυχάσει επενδυτές, αναλυτές και πελάτες.
Ας σημειωθεί ότι η διοίκηση της εμβληματικής τράπεζας στις 27 Οκτωβρίου αναμένεται να παρουσιάσει ένα νέο επιχειρησιακό σχέδιο, με στόχο την ανάκαμψη της κερδοφορίας και κυρίως, την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών.
«Υπάρχουν λόγοι να είμαστε επιφυλακτικοί» τονίζει, ωστόσο, η Citigroup, η οποία βλέπει σημαντικό κίνδυνο στην εκτέλεση του προωθούμενου στρατηγικού σχεδίου. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, το εν λόγω πλάνο θα προβλέπει πωλήσεις επιμέρους περιουσιακών στοιχείων και περικοπές χιλιάδων θέσεων εργασίας.
Η Citi είναι μία από τις μόλις τέσσερις εταιρείες, οι οποίες δίνουν σύσταση «buy» στη μετοχή της Credit Suisse. Στον αντίποδα, 15 αναλυτές δηλώνουν «hold», ενώ εννέα προτείνουν «sell».
Σήμερα, η μετοχή της ελβετικής τράπεζας στο Χρηματιστήριο της Ζυρίχης κατακρημνίζεται κατά περίπου 7% και διαμορφώνεται στα 3,7 φράγκα, το χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών. Ενδοσυνεδριακά, μάλιστα, η κάμψη έφθασε έως και το -12%.
Το πρόβλημα της Credit
Η Credit Suisse, εδώ και αρκετά χρόνια, έχει εμπλακεί σε μια σειρά σκανδάλων και ύποπτων υποθέσεων (κατάρρευση του fund Archegos, ξέπλυμα βρόμικου χρήματος στη Βουλγαρία, βιομηχανική κατασκοπεία, ύποπτη πελατεία με εμπόρους όπλων και ναρκωτικών). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χάνει διαρκώς τόσο σε επίπεδο φήμης, όσο κυρίως σε επίπεδο κερδοφορίας. Χαρακτηριστικό της όλης κατάστασης είναι ότι οι προ-φόρων ζημιές στο α’ εξάμηνο διαμορφώθηκαν σε 1,6 δισ. φράγκα.
Ο Koerner, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία της Credit Suisse τον Ιούλιο, αναμένεται στις 27 Οκτωβρίου να παρουσιάσει ένα στρατηγικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Η διοίκηση βρίσκεται στο τελικό στάδιο οριστικοποίησης αυτού του σχεδίου, το οποίο πιθανολογείται ότι θα περιλαμβάνει εκ βάθρων αλλαγές στον επενδυτικό τομέα, περικοπές χιλιάδων θέσεων εργασίας, πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων (όπως η μονάδα διαχείρισης πλούτου στη Λατινική Αμερική), αλλά και την επαναφορά του brand name της First Boston (αμερικανική εταιρεία, την οποία είχε απορροφήσει το 1990).
Ωστόσο, σύμφωνα με αναλυτές της KBW, για να πετύχει το εν λόγω project αναδιάρθρωσης, θα απαιτηθεί η άντληση επιπλέον «φρέσκων» κεφαλαίων αξίας 4 δισ. φράγκων, δηλαδή περίπου 4 δισ. δολαρίων (παρότι η διοίκηση διαψεύδει ένα τέτοιο σενάριο). Κι όλοι αναρωτιούνται ποιος ακριβώς θα δώσει αυτά τα χρήματα σε μια «αμαρτωλή» και «ετοιμόρροπη» τράπεζα.
Ιδίως δε, σε μια περίοδο σφιχτής νομισματικής πολιτικής, κατά την οποία όλες οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες αποσύρουν τη ρευστότητα και αυξάνουν τα επιτόκια, ενώ ταυτόχρονα η θηλιά της ύφεσης και της ενεργειακής / πληθωριστικής κρίσης σφίγγει ολοένα και περισσότερο τον «λαιμό» της Ευρώπης.
Η χρηματιστηριακή αξία της Credit Suisse έχει συρρικνωθεί μόλις στα 10 δισ. φράγκα (από τουλάχιστον 30 δισ. φράγκα τον Μάρτιο του 2021). Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε αύξηση κεφαλαίων θα αποδειχθεί καταστροφική για τους παλαιούς μετόχους, οι οποίοι θα υποστούν βαθύ dilution (απομείωση μετοχών).
Διαβάστε ακόμη:
Πέγκυ Αντωνάκου (Google): «Θα αναπτύξουμε στην Ελλάδα νέα προϊόντα που θα δώσουν παγκόσμιες λύσεις»