Με τη χθεσινή εικόνα των αγορών φάνηκε ότι άρχισε ένας φαύλος κύκλος αντιπαράθεσης μεταξύ Ρωσίας και Σαουδικής Αραβίας με καταστροφικές επιπτώσεις για τα παγκόσμια ταμπλό, καθώς οι δυο πλευρές παλεύουν για μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς στο πετρέλαιο, οι αναλυτές ωστόσο λένε ότι ο πραγματικός πόλεμος είναι με την πετρελαϊκή βιομηχανία των ΗΠΑ.
Όπως λένε, διεθνής ή μη, ο ανοιχτός πόλεμος τιμών έπληξε σφοδρά τον αμερικανικό πετρελαϊκό τομέα με τεράστια πτώση από την Παρασκευή, μια πτώση που μπορεί να κάνει μεγάλη ζημιά στην αμερικανική οικονομία, να οδηγήσει σε μια μικρότερη βιομηχανία ενέργειας των ΗΠΑ και να αποκαθηλώσει τους Αμερικανούς από τη θέση των μεγαλύτερων παραγωγών πετρελαίου στον κόσμο.
Το CNBC επισημαίνει ότι oι εντάσεις μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ρωσίας έχουν αυξηθεί από τότε που η Ρωσία δεν συμφώνησε να εμβαθύνει την ισχύουσα μείωση της παραγωγής κατά 1,8 εκατ. βαρέλια ημερησίως ως απάντηση στη μεγάλη μείωση της ζήτησης. Η πτώση της ζήτησης προκλήθηκε από τη μείωση των ταξιδίων σε όλο τον κόσμο και την καραντίνα εκατομμυρίων ανθρώπων λόγω του κορωνοϊού.
Η ένταση μεταξύ των δύο κορυφώθηκε μετά την απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να προσφέρει μεγάλες εκπτώσεις και αύξηση της παραγωγής πετρελαίου, δυο κινήσεις που ευνόησαν τη βίαιη πτώση των τιμών. Η Ρωσία από την πλευρά της ισχυρίστηκε ότι η πετρελαϊκή της βιομηχανία θα διατηρήσει το μερίδιο αγοράς και ότι μπορεί να αντιμετωπίσει μια κάμψη των τιμών.
«Την ώρα που η ηγεσία του ΟΠΕΚ διατηρεί την ελπίδα ότι η κατάρρευση των τιμών θα αποτελέσει καταλύτη για τη συμφιλίωση των δύο πλευρών, ο πρόεδρος Πούτιν μπορεί να μην συνθηκολογήσει γρήγορα», γράφει η Ελίμα Κροφτ, επικεφαλής της παγκόσμιας στρατηγικής για τα εμπορεύματα στην RBC. «Φοβόμαστε ότι θα μπορούσε να είναι ένας μακρύς αγώνας, καθώς η στρατηγική της Ρωσίας φαίνεται να στοχεύει όχι μόνο τις αμερικανικές εταιρείες σχιστολιθικού πετρελαίου, αλλά και την πολιτική κυρώσεων που τέθηκαν σε ισχύ».
Προσθέτει επίσης ότι ο Πούτιν μπορεί να επηρεάστηκε από τον Ιγκορ Σέτσιν, πρόεδρο της ρωσικής πετρελαϊκής Rosneft. Ο Σέτσιν εδώ και καιρό αντιτάσσεται στη συμφωνία του ΟΠΕΚ και έχει εξαγριωθεί από τις κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ στις δραστηριότητες της Rosneft. Εκτός αυτοπύ, υπάρχει θυμός και για τις αμερικανικές κυρώσεις που έχουν βάλει προσκόμματα στις προσπάθειες της Ρωσίας για τον αγωγό φυσικού αερίου its Nord Stream 2, που θα μεταφέρει αέριο στην Ευρώπη.
«Αναμφίβολα ήταν μεγάλη ταπείνωση για τους Ρώσους να σταματήσει η κατασκευή του Nord Stream 2 λίγο πριν την ολοκλήρωσή τους», ανέφερε ο Ντάνιελ Γέρτζιν, αντιπρόεδρος της IHS Markit. ΟΙ ΗΠΑ έχουν αντιταχθεί στον αγωγό καθώς θα αυξήσει την επικυριαρχία της Ρωσίας στην ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά.
Η κυβέρνηση Τραμπ δεν έχει αποκλείσει το γεγονός ότι η αύξηση της παραγωγής ενέργειας από τις ΗΠΑ σήμαινε λιγότερη εξάρτηση από ξένες πηγές και μεγαλύτερη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων στους παραγωγούς ενέργειας, όπως το Ιράν και η Βενεζουέλα.
«Προς το παρόν, φαίνεται ότι ο Σέτσιν δεν επιδιώκει απλά να εξαλείψει το μερίδιο αγοράς των παραγωγών σχιστόλιθου στις ΗΠΑ, αλλά την επιθετική πολιτική κυρώσεων των ΗΠΑ που επέτρεψε η άφθονη εγχώρια παραγωγή ενέργειας», γράφει η Κροφτ. «Οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ έχουν επανειλημμένα καυχηθεί για την ικανότητα των ΗΠΑ να τιμωρούν τους αντιπάλους τους μειώνοντας δραστικά τις εξαγωγές πετρελαίου που κάνουν καθώς και για την ανοσία που επιδεικνύουν στις επιπτώσεις στις τιμές, λόγω των άφθονων εγχώριων ενεργειακών πόρων».
Όπως εξηγεί ο Σέτσιν όπως και ο Πούτιν, προέρχεται από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες και θεωρείται ένθερμος εθνικιστής. «Το να μειωθεί λοιπόν η αμερικανική επικυριαρχία είναι όχι μόνο η επιδίωξή του αλλά και βασικό στοιχείο της ιδεολογικής του ταυτότητας».
Ο πόλεμος των τιμών
Ενας πόλεμος για το παγκόμσιο μερίδιο αγοράς μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των τιμών κατά 10% ή και περισσότερο, εκτιμούν οι αναλυτές. Αυτό θα αποτελέσει τεράστιο πλήγμα για την αμερικανική πετρελαϊκή αγορά με τις εταιρείες να αντιμετωπίζουν εντονότερες περικοπές ακόμα και πτωχεύσεις και αναγκαστικές συγχωνεύσεις.
Η δυσπιστία των επενδυτών απέναντι στον κλάδο για υπέρβαση δαπανών έχει οδηγήσει σε έλλειψη κονδυλίων και οι κεφαλαιουχικές δαπάνες πιθανόν να γίνουν ακόμα πιο περιορισμένες.
«Η αγορά ανέμενε ότι οι Σαουδάραβες θα ενεργήσουν όπως κάνουν πάντοτε, περιορίζοντας ουσιαστικά την παραγωγή για να εξισορροπήσουν την αγορά, αλλά βγήκαν και έκαναν ακριβώς το αντίθετο», αναφέρει ο Φρανσίσκο Μπλαντς, της BofA Securities. «Το ερώτημα είναι ότι αν η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία ενώνουν τις δυνάμεις τους για να βλάψουν τις ΗΠΑ ή αν πολεμούν η μια την άλλη».
Σύμφωνα με τον Μπλαντς, αν το θέμα είναι μόνο μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και της Ρωσίας, θα μπορούσε να λήξει σύντομα και θα μπορούσε να εκπονηθεί νέα συμφωνία από τον ΟΠΕΚ υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας.
«Το γεγονός είναι ότι οι ΗΠΑ έχουν πολύ μικρότερη στη Μέση Ανατολή από ό,τι παλαιότερα και ότι η Ρωσία έχει εμβαθύνει την παρουσία της στην περιοχή αρκετά τα τελευταία χρόνια και αυτό είναι τόσο πολιτικό θέμα όσο και οικονομικό. Έτσι, η Ρωσία, με άλλα λόγια, φέρει περισσότερο βάρος από ό, τι παλιότερα και έχει μεγαλύτερη επιρροή», προσθέτει ο Μπλαντς.
Σύμφωνα τέλος με τον Γέρτζιν της IHS Markit.Ο Yergin δήλωσε ότι φαίνεται ότι τα κίνητρα της Ρωσίας θα μπορούσαν να προκληθούν από την επιθυμία του να χτυπήσει το σχιστόλιθο των ΗΠΑ, το οποίο ήταν μια άγρια κάρτα στην παγκόσμια αγορά κατά την τελευταία δεκαετία. Η βιομηχανία των ΗΠΑ ανταποκρίνεται αποκλειστικά στις οικονομικές και οικονομικές συνθήκες, ενώ άλλοι σημαντικοί παραγωγοί επηρεάζονται πιο άμεσα από τις κυβερνήσεις τους.
Ο Μπλαντς αναμένει ότι το μορεντ που άγγιξε τα 31 δολάρια/βαρέλι μπορεί να υποχωρήσει και στα 20 δολάρια προτού σταθεροποιηθεί. Το μπρεντ υπενθυμίζεται ότι τον Απρίλιο του 2019 είχε φτάσει στα 75,60 δολ/βαρέλι.
Σύμφωνα πάντως με τον Γέρτζιν της IHS Markit, πρόκειται για έναν πόλεμο της Σαουδικής Αραβίας με τη Ρωσία και της Ρωσίας με τις ΗΠΑ. Οι Ρώσοι δεν μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή πολύ ενώ οι Σαουδάραβες μπορούν».