Η διαφαινόμενη αλλαγή στάσης από την αμερικανική ομοσπονδιακή τράπεζα (FED) σχετικά με την αντιμετώπιση του πληθωρισμού την περασμένη εβδομάδα προκάλεσε μια μικρή αναταραχή στις αγορές και ανάγκασε τους επενδυτές και τους αναλυτές σε όλο τον κόσμο να επανεξετάσουν τις στρατηγικές τους.
Το τελευταίο διάστημα, το κυρίαρχο «παιχνίδι» στις αγορές των ΗΠΑ ήταν το λεγόμενο reflation trade, ήτοι «ποντάρισμα» με βάση την προσδοκία ότι επανέρχεται ο πληθωρισμός. Στην περίπτωση αυτή, οι επενδυτές, χοντρικά, πουλάνε αμερικανικά ομόλογα και αγοράζουν μετοχές αξίας (value stocks) και αυτή ήταν η κυρίαρχη στρατηγική το τελευταίο διάστημα, η οποία, όμως, ανατράπηκε την περασμένη εβδομάδα.
Η FED έδειξε την περασμένη εβδομάδα ότι ενδεχομένως να φέρει πιο μπροστά την αύξηση των επιτοκίων, αλλά και να αρχίσει να «μαζεύει» τις αγορές ομολόγων (ποσοτική χαλάρωση ή «τύπωμα χρήματος»), ανταποκρινόμενη στα στοιχεία για ισχυρότερο πληθωρισμό. Τα «σημάδια» προκάλεσαν αντιστροφή του επενδυτικού κλίματος, η οποία μένει να φανεί εάν θα έχει διάρκεια, καθώς πολλά θα εξαρτηθούν από τον τόνο που θα υιοθετήσει στη συνέχεια η FED.
Φαίνεται, μάλιστα, ότι στο εσωτερικό της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ υπάρχουν διαφωνίες
Είναι ενδεικτικό ότι ο πρόεδρος της St. Louis Federal Reserve, Τζέιμς Μπούλαρντ, μάλιστα, μια μέρα μετά τη συνεδρίαση του συμβουλίου της FED, σε συνέντευξή του «έδειξε» ότι το σφίξιμο της νομισματικής πολιτικής μπορεί να γίνει και μέσα στο 2022, κάτι που προκάλεσε την αντίδραση στις αγορές την περασμένη εβδομάδα. Η FED έχει 24 τοπικά παρακλάδια, και ο Μπούλαρντ του Σεντ Λούις, μαζί με τον Ρόμπερτ Στίβεν Κάπλαν, πρόεδρο της FED του Τέξας, ανήκουν στους συντηρητικούς, οι οποίοι πιέζουν το τελευταίο διάστημα για σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής με μείωση του ρυθμού αγοράς ομολόγων αρχικά και αύξηση επιτοκίων στη συνέχεια.
Η FED σήμερα αγοράζει ομόλογα από την αγορά με ρυθμό 120 δισ δολάρια το μήνα και διατηρεί τα επιτόκιά της στη ζώνη του 0-0,25%. Είναι φανερό ότι το ζήτημα του πληθωρισμού και της νομισματικής πολιτικής διχάζει τα μέλη της FED, ενώ το ίδιο συμβαίνει και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Ο πρόεδρος της FED, Τζερόμ Πάουελ, έχει υποστηρίξει τη χαλαρή στάση και μέχρι στιγμής η FED έχει αλλάξει τη στρατηγική της, αποδεχόμενη στόχο για πληθωρισμό ο οποίος μπορεί να ξεπεράσει για κάποιο διάστημα το 2%, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για αναπτυξιακούς λόγους και για να στηριχθεί η απασχόληση.
Με άλλα λόγια, η FED αφήνει τον πληθωρισμό να τρέξει μέχρι να βεβαιωθεί ότι η ανάπτυξη έχει εδραιωθεί αλλά και μέχρι να φανεί κατά πόσον ο πληθωρισμός θα έχει διάρκεια και αποτελεί πραγματική απειλή. Γι αυτό και η FED μένει «πίσω από την καμπύλη» ήτοι βλέπει την καμπύλη του πληθωρισμού να ανεβαίνει, αλλά δεν αντιδρά, αντίθετα με την τακτική που είχε παλαιότερα, όταν παρενέβαινε «πριν την καμπύλη» προκειμένου ακριβώς να αποτρέψει την άνοδο των τιμών.
Το ίδιο ζήτημα απασχολεί και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όπου τα «γεράκια» του συμβουλίου, κυρίως από τις χώρες του σκληρού πυρήνα, πίεζαν να αρχίσει η συζήτηση για σταδιακή σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Αντίθετα, οι χώρες του Νότου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα και η Ιταλία, θέλουν να συνεχιστεί η χαλαρή νομισματική πολιτική καθώς το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων κρατά χαμηλά τα επιτόκια και επιτρέπει στις κυβερνήσεις να δανείζονται φθηνά.
Ο πληθωρισμός ενισχύεται και στην ευρωζώνη, αλλά υπάρχουν μεγάλες διαφορές. Στη Γερμανία το Μάιο έφτασε στο 2,5%, στην Αυστρία το 2,8%, αλλά στην Ιταλία είναι στο 1,3%, ενώ στην Ελλάδα μόλις στο 0,1%.
Η ΕΚΤ αγοράζει ομόλογα με ρυθμό 80 δισ. ευρώ το μήνα, ενώ έχει μηδενικά και αρνητικά επιτόκια για τις χρηματοδοτήσεις προς τις εμπορικές τράπεζες. Το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων λόγω πανδημίας λήγει τον επόμενο Μάρτιο και, όπως όλα δείχνουν, οι συζητήσεις για την στάση της ΕΚΤ στο μέλλον θα γίνουν το Σεπτέμβριο.
Την ίδια στιγμή, έχει ξεκινήσει και στην ΕΚΤ η συζήτηση για βαθύτερες αλλαγές, όπως για το εάν πρέπει να αναθεωρηθεί ο στόχος για τον πληθωρισμό, που σήμερα, με βάση το καταστατικό είναι «κοντά στο 2% αλλά κάτω από αυτό», διατύπωση που θεωρείται γενική και περιοριστική. Ορισμένοι στο συμβούλιο της ΕΚΤ υποστηρίζουν ότι θα πρέπει και η ΕΚΤ να υιοθετήσει μια πιο ελαστική στάση απέναντι στον πληθωρισμό, όπως κάνει ήδη η FED.
Η αντίδραση των αγορών
H αντίδραση της αμερικανικής αγοράς στην αλλαγή στάσης από τη FED ήταν ότι οι «μετοχές αξίας», ανάμεσα σε αυτές τραπεζικές και πετρελαϊκές υποχώρησαν, οι τιμές των κρατικών ομολόγων, αλλά και εταιρικών ομολόγων υψηλής βαθμολογίας ανέβηκαν (και μειώθηκαν οι αποδόσεις τους που κατά κανόνα κινούνται αντίστροφα), ενώ ενισχύθηκε το δολάριο και οι μετοχές τεχνολογίας που είχαν μείνει πίσω το τελευταίο διαστημα.
Υποχώρησαν επίσης αρκετά οι τιμές των χρηματιστηριακών εμπορευμάτων (μέταλλα, ξυλεία κ.λπ.) που θεωρούνται καταφύγιο από τον πληθωρισμό. Οι τιμές του πετρελαίου είχαν κερδίσει 64% από το τέλος Σεπτεμβρίου και του χαλκού 36%, ενώ και ο δείκτης S&p500 είχε ανέβει 23% μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα. Μετά την αλλαγή στάσης, όμως της FED, ο χαλκός έχασε 8% σε μια μέρα, η ξυλεία που είχε κάνει μεγάλο ράλι προηγουμένως, έπεσε 15% και οι εξελίξεις ενίσχυσαν την άποψη ότι η πληθωρισμός θα είναι παροδικός.
Η πορεία του πληθωρισμού είναι το κεντρικό ζήτημα στην παγκόσμια οικονομία και δεν αποτελεί μια αφηρημένη συζήτηση η οποία επηρεάζει μόνο τις τιμές των μετοχών.
Η FED, αλλά και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στηρίζουν εντατικά την οικονομία τα τελευταία χρόνια και ενίσχυσαν τις παρεμβάσεις τους στη διάρκεια της πανδημίας, αφενόςμε αγορές ομολόγων από την αγορά για να διοχετεύσουν ρευστότητα, ενώ έχουν κατεβάσει τα επιτόκια στο μηδέν ή κοντά στο μηδέν.
Καθώς οι οικονομίες «ανοίγουν» και ανακάμπτουν, το μεγάλο ερώτημα είναι εάν οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να σφίξουν τη νομισματική πολιτική, μειώνοντας τις αγορές ομολόγων και ανεβάζοντας τα επιτόκια για να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό ή εάν κινδυνεύουν να «σκοτώσουν» την ανάκαμψη εφόσον κάτι κάνουν κάτι τέτοιο.
Η αντίληψη που υπερισχύει, μέχρι στιγμής στις ΗΠΑ είναι ότι ο πληθωρισμός δεν είναι πραγματικός κίνδυνος, καθώς θα είναι μεταβατικός, προσωρινός και οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απότομη επανέναρξη της οικονομικής δραστηριότητας, μετά το τέλος των λοκντάουν.
Διαβάστε περισσότερα
Ταμείο Ανάκαμψης: Τέλος 2025 έξυπνες γέφυρες, ηλεκτρονικά διόδια και ψηφιοποίηση του ΟΣΕ
Οι Ισραηλινοί που θέλουν να κάνουν την Ομόνοια talk of the town (pics)