Διατήρηση της μεταβλητότητας παρά το πρόσφατο rebound προεξοφλεί η UBS, σπεύδοντας να αποκρυσταλλώσει την τρέχουσα «εικόνα» στις αγορές μετοχών, οι οποίες εξακολουθούν να βρίσκονται στη μέγγενη του υψηλού πληθωρισμού και του κινδύνου επιβράδυνσης του ΑΕΠ.
Ο S&P 500 έκανε ράλι της τάξης του 6,5% την προηγούμενη εβδομάδα, καθώς οι επενδυτές εμφανίστηκαν… λιγότερο απαισιόδοξοι για τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων της Federal Reserve, ενώ ταυτόχρονα έσπευσαν να αξιοποιήσουν τις χαμηλές τιμές στο ταμπλό, μετά τα διαδοχικά sell off.
Στις αρχές της προηγούμενης εβδομάδας, άλλωστε, οι αναλυτές περίμεναν μια σωρευτική αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων κατά τουλάχιστον 350 μονάδες βάσης μέσα στο 2022. Ωστόσο, την Παρασκευή αυτή η εκτίμηση υποχώρησε στις 330 μονάδες, προσφέροντας μια ανακούφιση στους επενδυτές, οι οποίοι ανησυχούν ότι τα υψηλότερα επιτόκια θα επιδράσουν αρνητικά στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Ας σημειωθεί ότι τα αυξημένα επιτόκια ναι μεν βοηθούν στην άμβλυνση των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύουν τις προοπτικές ανάπτυξης. Αντίθετα, τα μειωμένα επιτόκια ενισχύουν την πορεία της οικονομίας, αλλά οδηγούν σε τόνωση του πληθωρισμού.
Οι αγορές ποντάρουν, πλέον, ότι η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ θα μπορούσε να αρχίσει τη μείωση των επιτοκίων στα μέσα του 2023, όταν και ευελπιστούν ότι το πληθωριστικό φαινόμενο θα τελεί σε φάση αποκλιμάκωσης.
Όλα αυτά είχαν θετικό αποτύπωμα στις αγορές μετοχών, ενώ στο λιγότερο δυσμενές κλίμα συνέβαλε και η εκτίμηση του Bloomberg ότι οι προοπτικές στις τιμές καταναλωτή των νοικοκυριών έχουν ήδη φθάσει στην κορύφωσή τους. Υπενθυμίζεται ότι ο ετήσιος πληθωρισμός στις ΗΠΑ σκαρφάλωσε τον Μάιο στο 8,6%, το υψηλότερο επίπεδο από τον 1981.
Έρχονται νέες εκπλήξεις;
Ωστόσο, όπως σημειώνει η UBS, η Federal Reserve δεν αποκλείεται να επιφυλάσσει και νέες «εκπλήξεις», ανάλογα με την εξέλιξη των μακροοικονομικών στοιχείων. Άλλωστε, η αντιμετώπιση του υψηλού πληθωρισμού συνιστά τον Νο.1 στόχο για την αμερικανική κεντρική τράπεζα, η οποία μοιάζει να αφήνει σε δεύτερη μοίρα τις επιπτώσεις στην οικονομία.
Την Παρασκευή, η πρόεδρος της Fed στο Σαν Φρανσίσκο, Mary Daly, τάχθηκε υπέρ μιας αύξησης των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης εντός του Ιουλίου. Ας μην ξεχνάμε ότι τα επιτόκια βρίσκονται ήδη στο 1,5%, καθώς τον Ιούνιο αυξήθηκαν κατά (επίσης) 75 μονάδες βάσης.
Την ίδια στιγμή, τα σημάδια για την παγκόσμια ανάπτυξη παραμένουν αρνητικά. Οι βιομήχανοι στη Γερμανία «έκοψαν» τις προβλέψεις για το ΑΕΠ του 2022, ενώ προειδοποίησαν ότι μια ύφεση δεν είναι αναπόφευκτη, εφόσον η Ρωσία διακόψει τελείως τις παραδόσεις φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Μέσα σ’ αυτό το εξαιρετικά ασταθές περιβάλλον, η UBS θεωρεί πιθανή τη διατήρηση της μεταβλητότητας έως ότου οι επενδυτές πειστούν ότι ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται, ο κίνδυνος ύφεσης μειώνεται και οι γεωπολιτικές απειλές -ιδίως όσον αφορά τις ρωσικές ενεργειακές εξαγωγές- περιορίζονται.
Η Fed, εξάλλου, είναι απίθανο να υπαναχωρήσει άμεσα από τη στρατηγική των «γερακιών», δηλαδή της επιθετικής αύξησης των επιτοκίων, μέχρι να διαπιστώσει μια ουσιαστική επιδείνωση της αγοράς εργασίας και της οικονομίας ευρύτερα.
«Παρότι θεωρούμε απίθανο το σενάριο μιας βαθιάς ύφεσης, τα οικονομικά εμπόδια παραμένουν και δεν αποκλείουμε ότι οι αγορές θα σπεύσουν να αποτιμήσουν αυτούς τους κινδύνους» εξηγεί, μεταξύ άλλων, η UBS.
Σύμφωνα με το θετικό σενάριο της επενδυτικής τράπεζας, ο S&P 500 θα αποχαιρετήσει το 2022 από τα επίπεδα των 3.900 μονάδων. Στο δυσμενές σενάριο, ωστόσο, δεν αποκλείεται μια περαιτέρω μείωση κατά 15%, με τον δείκτη βαρόμετρο της Wall Street να περιορίζεται στις 3.300 μονάδες.
Ας σημειωθεί ότι τη Δευτέρα ο S&P 500 έκλεισε στις 3.900 μονάδες, έχοντας καταγράψει απώλειες της τάξης του 18% από τις αρχές του έτους, στο χειρότερο α’ εξάμηνο από το 1970 και την προεδρία του Ρόναλντ Ρίγκαν.
Διαβάστε επίσης:
Αναλυτές: Πιθανό το καθολικό «shutdown» στις ροές ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη