Οι θετικές εξελίξεις σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εμβολίου των Pfizer/BioNΤech γέμισαν αισιοδοξία την επιστημονική κοινότητα η οποία τους τελευταίους μήνες «δίνει μάχη» για την αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης.
Η ασιοδοξία αυτή αποτυπώθηκε με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο στην εξαιρετικά θετική αντίδραση των διεθνών αγορών, καθώς η αλλαγή της επενδυτικής ψυχολογίας ήταν ραγδαία. Η ισχυρή ανοδική τάση που σημειώθηκε χθες συνεχίστηκε και σήμερα. Τι σημαίνει, όμως, αυτό για τους επενδυτές; Πώς θα μπορέσουν να κεφαλαιοποιήσουν το θετικό momentum; Ποιοι κλάδοι θα βγουν περισσότερο κερδισμένοι;
Αναλυτές της UBS επιχειρούν μία πρώτη αποτύπωση των συνθηκών της αγοράς με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα.
Ο Μάρκ Χάεφελ, επικεφαλής επενδύσεων στην UBS Global Wealth Management, δήλωσε ότι η αντίδραση της αγοράς αποκρυσταλλώνει την ανάγκη διαφοροποίησης της επενδυτικής δαπάνης. Προτρέπει δε τους επενδυτές να προσανατολιστούν προς την κυκλική οικονομία, εγκαταλείποντας σταδιακά τις εταιρείες τεχνολογίας και αυτές που σχετίζονται με αγαθά και υπηρεσίες οικιακής κατανάλωσης. Επεσήμανε επίσης ότι ο τερματισμός της πολιτικής αβεβαιότητας στις ΗΠΑ και η αύξηση της παγκόσμιας κινητικότητας που θα προκύψει από ένα εμβόλιο θα διαμορφώσουν τις επόμενες αντιδράσεις των αγορών.
Σε κλαδικό επίπεδο, οι αεροπορικές εταιρείες, τα ξενοδοχεία/αναψυχή, τα αυτοκίνητα, η ενέργεια, τα διαρκή αγαθά, τα ρούχα, τα βιομηχανικά προϊόντα, οι τράπεζες και οι εταιρείες χρηματοδότησης εκτιμάται πως είναι οι κλάδοι που ευνούνται περισσότερο από τις καλές ειδήσεις για τα εμβόλια.
Τι γνωρίζουμε για το εμβόλιο
Η χθεσινή ανακοίνωση της Pfizer ανέφερε ότι το ποσοστό επιτυχίας του δοκιμαστικού εμβολίου είναι στο 90%. Το εν λόγω ποσοστό είναι ικανό να υποστηρίξει ένα αισιόδοξο σενάριο για την ταχεία μαζική παραγωγή και διάθεση του εμβολίου που «θα μας οδηγήσουν σε συνθήκες «ανοσίας της αγέλης» έως το τέλος του 2021».
Πόσο έτοιμες όμως είναι οι χώρες να υποδεχθούν το νέο εμβόλιο; Σύμφωνα με την ελβετική τράπεζα οι χώρες θα χρειαστούν χρόνο προκειμένου να διαχειριστούν 3-4 δισ. δόσεις που απαιτούνται. Γεγονός που σημαίνει ότι κράτη και κυβερνήσεις θα χρειστούν αρκετό χρόνο για να προετοιμαστούν.
Στα παραπάνω έρχονται να προστεθούν και οι «καθυστερήσεις» λόγω των ιδιαίτερα χαμηλών θερμοκρασιών αποθήκευσης των εμβολίων (περίπου -80 βαθμοί C). Κι όλα αυτά εν μέσω επέλασης του δεύτερου κύματος της πανδημίας και συνεχώς αυξανόμενου αριθμού των κρουσμάτων παγκοσμίως.
Παρόλα αυτά, η δυναμική που αναπτύσσεται στην αγορά φαίνεται να ξεπερνά τα παραπάνω προσκόμματα, με τη UBS να διαβλέπει οικονομική ανάκαμψη και συνακόλουθη άνοδο του πληθωρισμού.
Η ανάκαμψη που προβλέπεται φέρει κοινά χαρακτηριστικά με την ανάπτυξη που πυροδοτεί η εκλογική νίκη των Δημοκρατικών. Με μία σημαντική διαφορά: η κατανομή της παγκόσμιας ανάπτυξης θα είναι περισσότερο σύμμετρη σε ΗΠΑ και περιφέρεια.
Με άλλα λόγια, οι προβλέψεις για τις επιδράσεις στις μετοχές (υπεραπόδοση του υπόλοιπου κόσμου σε σχέση με τις ΗΠΑ) και στα ομόλογα (το 10ετές των ΗΠΑ πλησιάζει το 2% σε δύο χρόνια) είναι παρόμοιες, ενώ η τιμή του δολαρίου των ΗΠΑ θα μειωθεί περαιτέρω, εάν ένα εμβόλιο έρθει πιο γρήγορα.
Η UBS επισημαίνει ότι το εμβόλιο είναι ήδη αποτιμημένο στις τιμές κατά 80%-85% των μετοχών ανάπτυξης και περίπου κατά 60%-70% στις μετοχές αξίας.
Η τράπεζα προχωρά σε μία εκτίμηση για τον βαθμό ευαισθησίας της βιομηχανίας και των μετοχών στις εξελίξεις των εμβολίων. Εκτιμά ότι η μικρή κεφαλαιοποίηση ήταν σχεδόν 3 φορές πιο ευαίσθητη από τη μεγάλη κεφαλαιοποίηση στις ειδήσεις για τα εμβόλια. Αντίστοιχα, οι δείκτες για τις μετοχές αξίας είναι επίσης πιο ευαίσθητοι από τις μετοχές ανάπτυξης στην εμφάνιση ενός εμβολίου.
Πάντως, η ζημιά που έχουν υποστεί κλάδοι όπως οι αεροπορικές εταιρείες από τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς λόγω πανδημίας με τα συνακόλουθα συσσωτευμένα χρέη καθιστούν δυσκολότερη τη γρήγορη επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση.
Συνεπώς, οι αναλυτές εφιστούν την προσοχή στους επενδυτές να αναζητούν μετοχές που δεν είχαν αύξηση του χρέους και άρα καλύτερα αναπροσαρμοσμένο στον κίνδυνο μετοχικό κεφάλαιο.
Από την άλλη πλευρά, τα διαρκή αγαθά, οι εταιρείες φαρμάκων και βιοτεχνολογίας και οι τηλεπικοινωνίες είναι οι λιγότερο ευαίσθητοι κλάδοι σε ένα εμβόλιο και είναι πιθανό να συνεχίσουν να παρουσιάζουν προβλήματα, ακολουθούμενοι από τις εταιρείες κοινής ωφέλειας και τις κτηματομεσιτικές εταιρείες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο επικεφαλής οικονομολόγος της UBS Σεθ Κάρπεντερ δήλωσε τη Δευτέρα ότι τα νέα για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου σηματοδοτούν μία επιταχυνόμενη πορεία ανάκαμψης του κλάδου των υπηρεσιών. Παλαιότερα, η UBS ανέμενε ότι ο ρυθμός της επούλωσης του τομέα των υπηρεσιών θα αυξηθεί το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Τώρα ο Κάρπεντερ λέει ότι μπορεί να ξεκινήσει από τον Μάρτιο.
Οι γεωγραφικές διαφορές
Η Ευρώπη είναι πολύ πιο ευαίσθητη από τη Βόρεια Ασία. Συγκεκριμένα, η Ευρώπη ήταν πιο ευαίσθητη στις ειδήσεις για τα εμβόλια από την Ιαπωνία, τις αναδυόμενες αγορές και την Ασία, πιθανότατα λόγω των περισσότερων κρουσμάτων και της λιγότερο αποτελεσματικής διαχείρισης τη υγειονομικής κρίσης.
Επιπλέον, η Ευρώπη είναι ευαίσθητη σε θέματα που αφορούν σε περιορισμούς ταξιδιών, ιδιαιτέρως για τις μετοχές τουριστικών κολοσσών σε περιοχές όπως η Γερμανία και η Σκανδιναβία. Οι ευρωπαϊκές κατασκευές, τα αυτοκίνητα, οι μεταφορές, η ενέργεια, τα μέταλλα και οι τράπεζες ήταν πιο ευαίσθητες σε ένα εμβόλιο. Η Ασία, η Κορέα, η Ιαπωνία, η Αυστραλία, η Ταϊλάνδη τα πήγαν καλά στις ειδήσεις για τα εμβόλια, ενώ η Κίνα, η Ταϊβάν και η Νότια Ασία αποτέλεσαν την αρνητική έκπληξη.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της UBS, Σεθ Κάρπεντερ σημειώνει (μιλώντας για την αμερικανική οικονομία) ότι οι καταναλωτικές δαπάνες αντιπροσωπεύουν περίπου το 70% του ΑΕΠ. Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος αυτού, περίπου το 50% του ΑΕΠ, αφορά δαπάνες για υπηρεσίες. Επισημαίνει επίσης ότι τα καλά νέα για το εμβόλιο ενισχύουν τις καταναλωτικές δαπάνες για υπηρεσίες υγείας, γενονός που εξηγεί την «εκρηκτική» άνοδο που σημείωσαν μετοχές του κλάδου τη Δευτέρα.
Κατ΄αυτόν τον τρόπο ανοίγει ο δρόμος για περισσότερες προσλήψεις και επενδύσεις στον κλάδο. Και προβλέπει ότι στο πλαίσιο του αισιόδοξου σεναρίου, το ΑΕΠ θα μπορούσε να αυξηθεί κατά μία επιπλέον μόναδα.