Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Moody’s «πάγωσε» τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί με την απόφαση της να μην αναβαθμίσει ούτε καν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας από σταθερές (stable) σε θετικές (positive) και να διατηρήσει αμετάβλητη την αξιολόγηση σε Βa1 σταθερό.
Ο οίκος σε σχετικό report εξηγεί τους λόγους πίσω από την απόφαση αυτή, αναφέροντας πως ότι το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας υποστηρίζεται από ένα σταθερό ιστορικό μεταρρυθμίσεων, το οποίο οδήγησε σε ορατές και σημαντικές βελτιώσεις στους θεσμούς και τη διακυβέρνηση, ισχυρότερες επενδύσεις και υγιέστερο τραπεζικό τομέα.
Από την άλλη όμως, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας θα παραμείνει πολύ υψηλός για τα επόμενα 3 με 5 έτη, αν και η ευνοϊκή δομή του χρέους και το μεγάλο απόθεμα μετρητών είναι σημαντικοί παράγοντες που μετριάζουν το πρόβλημα.
Η Moody’s αξιολογεί την οικονομική ισχύ της Ελλάδας ως «baa1» κάτι που αντανακλά τη σχετικά χαμηλότερη οικονομική διαφοροποίηση και πολυπλοκότητα της οικονομίας σε σύγκριση με άλλες χώρες και ο ακόμη χαμηλός –αν και αυξανόμενος– δείκτης επενδύσεων. «Επιπλέον, αντικατοπτρίζει μακροπρόθεσμες προκλήσεις για τη δυνητική ανάπτυξη από δυσμενή δημογραφικά στοιχεία. Η σημερινή κυβέρνηση έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει ορισμένες από τις διαρθρωτικές προκλήσεις, ιδίως εκείνες που συνδέονται με τις χαμηλές επενδύσεις, με τη μείωση των αυξημένων φορολογικών συντελεστών της Ελλάδας, με τη χαλάρωση των επιχειρηματικών κανονισμών, με τη βελτίωση του πλαισίου αδειοδότησης επενδύσεων και με την προώθηση με ιδιωτικοποιήσεις», εξηγεί ο Steffen Dyck, Senior Vice President τού οίκου και υπεύθυνος για το rating της χώρας μας.
Ο κρίσιμος παράγοντας του Ταμείου Ανάκαμψης την οικονομία
Η αποτελεσματική απορρόφηση κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) στο πλαίσιο του NextGeneration EU θα είναι ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση των επενδύσεων και της μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης.
«Εκτιμούμε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να δει μια ώθηση στον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της περίπου 0,4 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως έως το 2030 από τα κεφάλαια του RRF. Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία δέκα χρόνια, στο 10,4% τον Ιανουάριο του 2024, κάτω από το υψηλότερο επίπεδο 28% κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2013, αλλά εξακολουθεί να είναι το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ μετά την Ισπανία. Συγκεκριμένα, η ανεργία παραμένει υψηλή για τους νέους και τις γυναίκες. Η εισοδηματική ανισότητα είναι πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ και παρά τις βελτιώσεις από το 2015, το μερίδιο των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια είναι συγκριτικά υψηλό», εξηγεί ο Dyck.
Το δημογραφικό αποτελεί βασική διαρθρωτική αδυναμία
«Η Ελλάδα αντιμετωπίζει επίσης ένα εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, το οποίο επιδεινώνεται από τη μετανάστευση μεγάλου μέρους μορφωμένων νέων στα χρόνια της κρίσης. Το μερίδιο του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας στο σύνολο του πληθυσμού θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν εννέα ποσοστιαίες μονάδες έως το 2050, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Eurostat. Αυτός είναι ο βασικός λόγος πίσω από τη συγκριτικά αδύναμη μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη, την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΚ) προέβλεψε σε 1,1% για την περίοδο 2022-2070 στην Έκθεση για τη Γήρανση του 2024», συνεχίζει ο οίκος.
Το εξωτερικό ισοζύγιο παραμένει αρνητικό
Πριν από την πανδημία, η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει σημαντικά το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της, από περίπου 15% του ΑΕΠ στην κορύφωση του 2008 σε έλλειμμα μόλις 1,5% του ΑΕΠ το 2019. Ωστόσο, η πτώση του τουρισμού ως αποτέλεσμα της της πανδημίας του κορωνοϊού έχει οδηγήσει σε απότομη διεύρυνση του ελλείμματος κοντά στο 7% του ΑΕΠ το 2020 και το 2021. Οι υψηλές τιμές ενέργειας σε συνδυασμό με την ισχυρή κατανάλωση και τις επενδύσεις οδήγησαν σε περαιτέρω διεύρυνση στο 10,3% το 2022, αλλά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών βελτιώθηκε σημαντικά σε έλλειμμα 6,4% του ΑΕΠ το 2023 λόγω των χαμηλότερων εισαγωγών ενέργειας και των ισχυρών εσόδων από τον τουρισμό.
Ο ρόλος των θεσμών, της κοινωνίας και της δικαιοσύνης
«Βαθμολογούμε τους θεσμούς και τη διακυβέρνηση της Ελλάδας ως «baa2», δύο βαθμίδες χαμηλότερα από την αρχική βαθμολογία του «a3», αντανακλώντας το ιστορικό χρεοκοπιών της ελληνικής κυβέρνησης και το ιστορικό ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Η εκτίμησή μας για το «a» για την ποιότητα των νομοθετικών και εκτελεστικών οργάνων αντανακλά την ισχυρή δυναμική στην εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε τομείς όπως η φορολογική διοίκηση και η συμμόρφωση. Η Ελλάδα είναι επίσης μεταξύ των πρωτοπόρων στην εφαρμογή ορόσημων και στόχων μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ενώ θα χρειαστεί δέσμευση για πολλά χρόνια για να αποκομιστούν τα πλήρη οφέλη των θεσμικών αλλαγών που βρίσκονται σε εξέλιξη για τη δημιουργία μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης. Αυτές οι βελτιώσεις αρχίζουν να αντικατοπτρίζονται στους δείκτες διακυβέρνησης», συνεχίζει ο οίκος.
«Βαθμολογούμε τη δύναμη της κοινωνίας των πολιτών και του δικαστικού σώματος στο «baa», αντικατοπτρίζοντας την πρόοδο στον εκσυγχρονισμό του δικαστικού συστήματος και τις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που εγκρίθηκαν τον Νοέμβριο του 2021 σχετικά με τη δωροδοκία των αξιωματούχων του Δημοσίου. Ο έλεγχος της διαφθοράς και η βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος θα παραμείνουν τομείς με προκλήσεις, με δυνητικά αρνητικές επιπτώσεις για το επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον σε περίπτωση επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής ή αντιστροφής των αποφάσεων», επεξηγεί η Moody’s.
«Η βαθμολογία μας για την αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής πολιτικής σε «a» αντανακλά την έντονη εστίαση της κυβέρνησης στη διατήρηση συνετών δημοσιονομικών πολιτικών, με την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων και τη μείωση της επιβάρυνσης του χρέους. Βλέπουμε τη δέσμευση για τη μεταρρύθμιση της εφαρμογής και των δημοσιονομικών συνετών πολιτικών ως αξιόπιστες και ισχυρές, που υποστηρίζονται από τη σταθερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης καθώς και από την κοινωνία», εκτιμά η αμερικανική εταιρεία.
Οι προκλήσεις για την αποτελεσματικότητα της μακροοικονομικής πολιτικής σχετίζονται με τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας κόστους και την περαιτέρω αντιμετώπιση διαρθρωτικών προκλήσεων στην αγορά εργασίας και τη διαχείριση των εξωτερικών ανισορροπιών και των εξελίξεων στην αγορά ακινήτων. «Αξιολογούμε τη δημοσιονομική ισχύ της Ελλάδας ως «ba2».
Υπολογίζεται ότι στο 161% του ΑΕΠ στα τέλη του 2023, η Ελλάδα έχει μια από τις υψηλότερες επιβαρύνσεις χρέους μεταξύ των κρατών που αξιολογούμε. Το χρέος προς το ΑΕΠ έχει μειωθεί από 207% το 2020. Μεταξύ 2022 και 2024, προβλέπουμε για την Ελλάδα μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις στο χρέος, την οποία αντικατοπτρίζουμε σε μια θετική τάση χρέους. Συνολικά, το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ θα πρέπει να μειωθεί σε λιγότερο από 150% του ΑΕΠ έως το 2025.
Ωστόσο, η Ελλάδα θα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα χρέη παγκοσμίως τα επόμενα 3-5 χρόνια. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει πολύ υψηλές ενδεχόμενες υποχρεώσεις, κυρίως από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τη δημοσιονομική ισχύ εάν αποκρυσταλλώνονταν στον ισολογισμό της κυβέρνησης. Δεδομένων των σημαντικών βελτιώσεων και των προσδοκιών μας για περαιτέρω ενίσχυση σημαίνει ότι ο κίνδυνος μιας νέας τραπεζικής κρίσης, ο οποίος θα μπορούσε να απαιτήσει κρατική στήριξη, έχει υποχωρήσει», συμπεραίνει ο Dyck.
Τα στοιχεία που μπορεί να οδηγήσουν σε αλλαγές στην αξιολόγηση
Τα κεφάλαια του RRF μαζί με τις ιδιωτικές επενδύσεις θα στηρίξουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια και μαζί με συνεχείς μεταρρυθμίσεις θα βοηθήσουν στην άνοδο της δυνητικής ανάπτυξης και θα αντισταθμίσει σε κάποιο βαθμό τον αρνητικό αντίκτυπο από τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία.
Η Moody’s βλέπει ως δυνατά στοιχεία της οικονομίας:
- Το ισχυρό ιστορικό εφαρμογής ενός απαιτητικού συνόλου διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων
- Το χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης χρέους, με μέτριες ανάγκες δανεισμού εν μέσω συνεχούς πιστωτικής υποστήριξης.
- Τα πολύ υψηλότερα επίπεδα πλούτου από άλλες χώρες σε παρόμοια επίπεδα αξιολόγησης.
Αντίθετα, οι προκλήσεις αφορούν:
- Τη μείωση του πολύ υψηλού επιπέδου χρέους, το οποίο εξαρτάται από μια συνετή δημοσιονομική στάση για τα επόμενα χρόνια.
- Την ολοκλήρωση θεσμικών και οικονομικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την περαιτέρω βελτίωση της ισχύος του τραπεζικού τομέα.
- Τις όλο και πιο ορατές προκλήσεις από τη φυσική κλιματική αλλαγή και τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία.
Οι παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση είναι:
- Το σενάριο συνέχισης των οικονομικών πολιτικών και δέσμευσης για δημοσιονομική εξυγίανση, σε συνδυασμό με την επιτυχή εφαρμογή των υπόλοιπων μεταρρυθμίσεων ή οι γρηγορότερες από τις αναμενόμενες βελτιώσεις στη δημοσιονομική ισχύ και την εξυγίανση.
- H επίλυση των NPLs θα υποστήριζαν υψηλότερη βαθμολογία.
- Επιπλέον, μια ταχύτερη αλλαγή στην οικονομική δομή της Ελλάδας που βοηθά στη βελτίωση της οικονομικής ανθεκτικότητας θα ήταν πιστωτική θετική.
- Περαιτέρω βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα, μείωση της αστάθειας της κερδοφορίας, με δείκτες ποιότητας και κεφαλαιοποίησης πλησιέστερα στον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, θα ήταν επίσης πιστωτικά θετικές.
Οι παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υποβάθμιση είναι:
- Αν η πορεία πολιτικής που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια έπρεπε να αντιστραφεί ή αν υπήρχαν ενδείξεις ότι οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις δεν δίνουν την ώθηση στην ανάπτυξη και στους δημοσιονομικούς λογαριασμούς που αναμένεται επί του παρόντος.
- Ειδικότερα, η επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της κυβέρνησης, πιθανώς σε συνδυασμό με απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα, θα προκαλούσε ενέργεια αρνητικής αξιολόγησης.
- Μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη με τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ πιθανότατα θα οδηγούσε σε πίεση στη βαθμολογία.
Διαβάστε ακόμη:
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ