Μπορεί να απέχουμε παρασάγγας από το σενάριο των «ταύρων» στις ευρωπαϊκές μετοχές, αλλά ορισμένες από τις μεγαλύτερες τράπεζες παγκοσμίως φαίνεται ότι βλέπουν ολοένα και περισσότερες ευκαιρίες στη Γηραιά Ήπειρο.
Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές αγορές μόλις ολοκλήρωσαν ένα σερί τεσσάρων διαδοχικών μηνών υπεραπόδοσης σε σχέση με τον αμερικανικό S&P 500 –το μεγαλύτερο από το 2012.
Ακόμα και έτσι, οι αναλυτές των Goldman Sachs, Deutsche Bank και JP Morgan εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η Ευρώπη προσφέρει καλύτερες αξίες και ότι τα ισχυρά εταιρικά κέρδη «εξουδετερώνουν» τους κινδύνους της ύφεσης και του υψηλότερου κόστους δανεισμού.
«Οι ευρωπαϊκές μετοχές παραμένουν φθηνές. Αναμένουμε μια νέα άνοδο κατά 5%» δηλώνει στο Bloomberg ο Μαξιμίλιαν Γιούλερ, αναλυτής της Deutsche Bank, επικαλούμενους τις θετικές εκπλήξεις από τα οικονομικά αποτελέσματα, αλλά και την αξιοποίηση της ισχυρής κινεζικής ανάπτυξης.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Louis Vuitton ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα εκτόξευση των πωλήσεων στην Κίνα, χάρη στην υψηλή ζήτηση για πολυτελή αγαθά μετά τον τερματισμό της πολιτικής των lockdowns.
Τα στοιχήματα υπέρ της Ευρώπης ήταν ακόμη περισσότερα τον Ιανουάριο, χάρη στις προσδοκίες για την επανεκκίνηση της κινεζικής οικονομίας και την ομαλή «προσγείωση» στις οικονομίες της Δύσης.
Ωστόσο, ορισμένες βασικές βιομηχανίες φαίνεται ότι παραμένουν αρκετά ευάλωτες, με αποτέλεσμα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) να αναγκαστεί να περικόψει τις εκτιμήσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη του 2023. Για την Ευρωζώνη, δε, προβλέπει πλέον αύξηση του ΑΕΠ κατά μόλις 0,8%.
Επιπλέον, οι κεντρικές τράπεζες σε Ηνωμένο Βασίλειο και Ευρωζώνη, σ’ αντίθεση με τις ΗΠΑ, έχουν ελάχιστα περιθώρια μείωσης των επιτοκίων, ενόσω η ανάπτυξη επιβραδύνεται. Κι αυτό δημιουργεί επιπλέον πονοκέφαλο για τις εταιρείες, οι οποίες βλέπουν τη λίρα και το ευρώ να ενισχύονται, οδηγώντας σε μείωση της ανταγωνιστικότητας.
Έτσι, οι αποδόσεις του ευρωπαϊκού Stoxx 600 υστέρησαν του S&P 500 κατά τη διάρκεια του Μαρτίου για πρώτη φορά από τον Οκτώβριο. Οι επενδυτές απέσυραν περισσότερα από 1 δισ. δολάρια μέσα σε περίπου πέντε εβδομάδες, διοχετεύοντας περίπου 5 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ.
Παρ’ όλα αυτά, μέσα στο πρώτο μισό του Απριλίου, ο Stoxx 600 υπεραποδίδει εκ νέου, με τις εταιρείες luxury αγαθών να «πρωταγωνιστούν». Μάλιστα, ο δείκτης CAC 40 στη Γαλλία έφθασε τις προηγούμενες ημέρες σε επίπεδα ρεκόρ, ενώ ο δείκτης των 50 μεγαλύτερων ευρωπαϊκών blue chips αναρριχήθηκε στο καλύτερο σημείο από το 2007.
Η Bank of America, δε, εκτιμά ότι η υπεραπόδοση των ευρωπαϊκών μετοχών θα συνεχιστεί, λόγω των ανησυχιών για επερχόμενη ύφεση στις ΗΠΑ.
Οι «ταύροι»
Οι υπέρμαχη της Ευρώπης θα έχουν παρατηρήσει ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες είναι από τις λίγες παγκοσμίως, οι οποίες δεν αναθεωρούν προς τα κάτω τις εκτιμήσεις για τη μελλοντική κερδοφορία. Το αντίθετο, μάλιστα, το 12% προβαίνει σε αναβαθμίσεις
Όμως, αυτό δεν αντανακλάται ακόμη στις τιμές των μετοχών, με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες να θεωρούνται αδικαιολογήτως φθηνές (13,4x). Έτσι, ο Stoxx 600 διαπραγματεύεται κάτω του 20ετή μέσου όρου, έχοντας discount 30% σε σχέση με τον S&P 500, σχεδόν το μεγαλύτερο ποσοστό όλων των εποχών.
Πολλοί θεωρούν ότι αυτό το discount οφείλεται στην κυριαρχία των εταιρειών της λεγόμενης «παλαιάς οικονομίας». Ο Stoxx 600 δεν είναι τόσο «πλούσιος» σε εισηγμένες που δραστηριοποιούνται στο software, στα social media, στις υπηρεσίες streaming κ.α.
Αλλά για την Goldman Sachs, κι αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει πλέον. Πριν δύο δεκαετίες, ενέργεια και τηλεπικοινωνίες κυριαρχούσαν απόλυτα στο ευρωπαϊκό top-10. Σήμερα υπάρχουν οι εταιρείες πολυτελών αγαθών (LVMH, Hermes), καταναλωτικών προϊόντων (Nestle), κατασκευαστών τσιπς (ASML) και φαρμάκων (Novo Nordisk).
Διαβάστε ακόμα:
Τα 4 μεγάλα επιχειρηματικά στοιχήματα του Γιάννη Αντετοκούνμπο
Όμιλος Quest: Τα «χρυσά» deals που έχτισαν το «οικοδόμημα» του 1 billion plus (pic)
OpenAl: Με έως $20.000 θα ανταμείβονται οι χρήστες για να βρουν σφάλματα στο ChatGPT