Σε νέα επιθετική αύξηση επιτοκίων, η οποία είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία του ευρώ, προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία «αναγκάζεται» να αναλάβει επιπλέον δράση, προκειμένου να  καταπολεμήσει τον επίμονα υψηλό πληθωρισμό (9,1% τον Αύγουστο). 

Πιο συγκεκριμένα, η κεντρική τράπεζα της Ευρωζώνης ανακοίνωσε την αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης, κάτι που σημαίνει ότι το βασικό επιτόκιο διαμορφώνεται πλέον στο 1,25% (από 0,5% προηγουμένως), το επιτόκιο οριακής χρηματοδότησης στο 1,5% (από 0,75% προηγουμένως) και το επιτόκιο καταθέσεων στο 0,75% (από 0% προηγουμένως). 

«Αυτό το σημαντικό βήμα επισπεύδει τη μετάβαση από το ισχύον διευκολυντικό επίπεδο των επιτοκίων πολιτικής προς επίπεδα, τα οποία θα διασφαλίσουν την έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ του 2%» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στο επίσημο κείμενο της ΕΚΤ. 

Η απόφαση της Φρανκφούρτης έρχεται να επιβεβαιώσει τη «στροφή» της Κριστίν Λαγκάρντ και των υπόλοιπων τραπεζιτών σε μια στρατηγική σαφώς πιο επιθετική, ενόσω το πληθωριστικό φαινόμενο συνεχίζει να «γιγαντώνεται», περιορίζοντας το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και αυξάνοντας το κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων.  

Μάλιστα, η ΕΚΤ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων παρεμβάσεων: «Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή του, στη διάρκεια των επόμενων συνεδριάσεων το διοικητικό συμβούλιο αναμένει ότι θα αυξήσει τα επιτόκια περαιτέρω προκειμένου να μετριάσει τη ζήτηση και να αποτρέψει τον κίνδυνο επίμονης μετατόπισης προς τα πάνω των προσδοκιών για τον πληθωρισμό». 

Οι αναθεωρημένες εκτιμήσεις, εξάλλου, προβλέπουν ότι ο ετήσιος πληθωρισμός στις χώρες της Ευρωζώνης αναμένεται να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 8,1% το 2022, σε 5,5% το 2023 και σε 2,3% το 2024.  

«Μαχαίρι» στην ανάπτυξη

Ωστόσο, η επιλογή των υψηλότερων επιτοκίων συνοδεύεται από μια «θυσία». Αυτής της ανάπτυξης, καθώς η σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής  αντιμετωπίζει τον πληθωρισμό, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύει τις προοπτικές της οικονομικής ανάπτυξης. Μια εξέλιξη, η οποία σε συνδυασμό με την εντεινόμενη ενεργειακή κρίση, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει την οικονομία της Ευρωζώνης στο χείλος της ύφεσης.  

«Έπειτα από ανάκαμψη το α΄ εξάμηνο του 2022, πρόσφατα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η οικονομική ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ επιβραδύνεται σημαντικά και η οικονομία αναμένεται να παραμείνει στάσιμη αργότερα εντός του έτους και το α΄ τρίμηνο του 2023» εκτιμά, μεταξύ άλλων, η ΕΚΤ.  

Και προσθέτει: «Οι πολύ υψηλές τιμές της ενέργειας μειώνουν την αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων των ανθρώπων και, παρά την άμβλυνση των φαινομένων συμφόρησης από την πλευρά της προσφοράς, αυτά εξακολουθούν να περιορίζουν την οικονομική δραστηριότητα. Επιπλέον, η δυσμενής γεωπολιτική κατάσταση, ιδίως η αδικαιολόγητη επίθεση της Ρωσίας ενάντια στην Ουκρανία, επιδρά αρνητικά στην εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών». 

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, οι εμπειρογνώμονες της κεντρικής τράπεζας αναμένουν τώρα ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 3,1% το 2022, 0,9% το 2023 και 1,9% το 2024. 

Η αντίδραση των αγορών

Στον απόηχο των ανακοινώσεων της ΕΚΤ, οι μετοχές στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια απώλεσαν τα θετικά πρόσημα και επέστρεψαν σε αρνητικό έδαφος. Ενδεικτικά, ο γενικός δείκτης Stoxx 600 υποχωρεί στο -0,08% και τις 411 μονάδες, καθώς ο γερμανικός DAX μειώνεται κατά 0,59%, ο γαλλικός CAC 40 κατά 0,27% και ο ιταλικός FTSE MIB κατά 0,13%. Αντίθετα, ο βρετανικός FTSE 100 είναι αμετάβλητος στις 7.238 μονάδες.  

Το ευρώ, από την πλευρά του, ενισχύεται κατά 0,23% και καθορίζεται στο 1,002 δολαρίου, επιστρέφοντας άνω του ψυχολογικού ορίου του $1. 

Την ίδια στιγμή, οι επενδυτές σπεύδουν να ξεφορτωθούν τα ομόλογα της Ευρώπης, φοβούμενοι το ενδεχόμενο επιβράδυνσης της ανάπτυξης. Είναι ενδεικτικό ότι η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της Ιταλίας ενισχύεται κατά 10 μονάδες βάσης και ανέρχεται στο 3,95%, δηλαδή μία ανάσα από το ψυχολογικό όριο του 4%. 

Από εκεί και πέρα, η απόδοση του γερμανικού ομολόγου αυξάνεται κατά 10 μονάδες βάσης και καθορίζεται στο 1,67% -το υψηλότερο επίπεδο από τα τέλη Ιουνίου. Στην Ισπανία η άνοδος ανέρχεται στις 9 μονάδες βάσης (2,83%), στη Γαλλία στις 10 μονάδες (2,24%) και στην Πορτογαλία στις 7 μονάδες (2,72%).

Όσον αφορά την Ελλάδα, η αντίδραση είναι αρκετά ψύχραιμη, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να εμφανίζει απειροελάχιστες μεταβολές (μισή μονάδα βάσης) και να παραμένει στο 4,15%. Τα δε, spreads (απόκλιση από την απόδοση των γερμανικών ομολόγων) περιορίζονται κάτω του ορίου των 250 μονάδων. 

Διαβάστε επίσης

Εκλογικός νόμος(3), η CVC και η Lavipharm, ο Βακάκης και η κουδούνα και οι εφοπλιστές που μαλώνουν για… κάτι νησάκια! 

«Παράθυρο» στο δίμηνο Μαρτίου – Απριλίου 2023 για την εισαγωγή του ΔΑΑ στο Χρηματιστήριο

Ρεύμα: Έως και τέσσερις φορές πάνω οι μετακινήσεις μεταξύ των παρόχων ενέργειας