search icon

Αγορές

Κλάριντα (PIMCO): Σημαντικά τα εμπόδια των κεντρικών τραπεζών στην προσπάθεια μείωσης του πληθωρισμού

Τα πρόσφατα μηνύματα από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες υποδηλώνουν τις προκλήσεις όσον αφορά τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής τους

Πρόσφατα, πέντε από τις σημαντικότερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου έγιναν πρωτοσέλιδα. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας (BοJ) και η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας (SNB) ανακοίνωσαν σημαντικές αλλαγές στη νομισματική τους πολιτική, ενώ οι αξιωματούχοι της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και της Τράπεζας της Αγγλίας (BοE) άφησαν σημαντικά υπονοούμενα σχετικά με την πιθανή πορεία των επιτοκίων.

Όπως αναφέρει το στέλεχος της PIMCO, Ρίτσαρντ Κλάριντα, αυτές οι κινήσεις προσφέρουν πληροφορίες για τη μελλοντική νομισματική πολιτική και, ειδικότερα, για τις προκλήσεις που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν η Fed, η BοE και η ΕΚΤ στην εκτέλεση των σχεδίων τους και την επικοινωνία των κινήσεών τους.

BoJ και SNB

Η απόφαση της BοJ στις 19 Μαρτίου να τερματίσει την πολιτική αρνητικών επιτοκίων (NIRP) και να αυξήσει τα επιτόκια για πρώτη φορά από το 2007 ήταν ευρέως αναμενόμενη αλλά ωστόσο σημαντική. Σηματοδότησε την πεποίθηση της τράπεζας ότι οι έκτακτες πολιτικές του NIRP, του ελέγχου καμπύλης αποδόσεων και της ποσοτικής και ποιοτικής χαλάρωσης έχουν επιτέλους επιτύχει τον στόχο τους για αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού και επιστροφή σε πληθωριστικό καθεστώς.

Όπως τονίζει ο Κλάριντα, παράλληλα με την πολιτική της BοJ, η μετά-πανδημική έξαρση του πληθωρισμού μαζί με την έντονη αντίθεση στην πολιτική των επιτοκίων σε σχέση με άλλες χώρες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αναθέρμανση της ιαπωνικής οικονομίας.

Η απόφαση της SNB στις 21 Μαρτίου να μειώσει το επιτόκιό της κατά 25 μονάδες βάσης αποτέλεσε μια μικρή έκπληξη. Παρ’ όλα αυτά, η κίνηση αυτή επιβεβαίωσε ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αξιωματούχων της ελβετικής κεντρικής τράπεζας, οι αυξήσεις των επιτοκίων που τέθηκαν σε ισχύ το 2022 και το 2023 για την αντιμετώπιση της μετα-πανδημικής έξαρσης του πληθωρισμού έχουν επιτύχει τον στόχο της μείωσης του ελβετικού πληθωρισμού σε επίπεδα υπό του 2%.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι δύο κεντρικές τράπεζες άλλαξαν πολιτική την περασμένη εβδομάδα επειδή οι αξιωματούχοι πίστευαν ότι οι προηγούμενες αποφάσεις που εφάρμοσαν είχαν επιτύχει τους μακροπρόθεσμους στόχους τους.

EKT, Fed και BoE

Όπως αναφέρει ο Κλάριντα, σε ομιλία της στη Φρανκφούρτη στις 20 Μαρτίου, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, ενίσχυσε αυτό που θεωρείται ως το επιδιωκόμενο μήνυμα, δηλαδή ότι η τράπεζα θα έχει πιθανότατα αρκετές πληροφορίες μέχρι τη συνεδρίαση του Ιουνίου για να εξετάσει το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων. 

Η ομιλία της Λαγκάρντ την περασμένη εβδομάδα ήταν επίσης αξιοσημείωτη σχετικά με το πώς η ΕΚΤ επιδιώκει να εξισορροπήσει τον κίνδυνο μείωσης των επιτοκίων, τη στιγμή που ο πληθωρισμός εξακολουθεί να κυμαίνεται πάνω από τον στόχο της τράπεζας του 2%, έναντι του κινδύνου να περιορίσει την ανάπτυξη της Ευρωζώνης η οποία παραμένει υποτονική.

Μετά τη συνεδρίασή της στις 20 Μαρτίου, η Fed προσέφερε σαφείς ενδείξεις ότι μια μείωση των επιτοκίων είναι πιθανή αυτό το καλοκαίρι. Στη συνέντευξη Τύπου, ο πρόεδρος Τζερόμ Πάουελ υποστήριξε ότι όταν η Fed έχει περισσότερες πληροφορίες, θα έχει πιθανότατα και το αναγκαίο έναυσμα για να προχωρήσει σε τρεις μειώσεις μέχρι τον Δεκέμβριο.

Ο διοικητής της BοE, Άντριου Μπέιλι, δημοσίευσε ένα άρθρο στους Financial Times στις 22 Μαρτίου, υποδηλώνοντας ότι οι αγορές δικαιολογημένα αναμένουν περισσότερες από μία μειώσεις επιτοκίων φέτος.

Tα σενάρια

Εάν οι μειώσεις των επιτοκίων αρχίσουν αυτό το καλοκαίρι, είναι πιθανό οι εν λόγω ηγέτες των κεντρικών τραπεζών να μην επιχειρήσουν να δικαιολογήσουν την αλλαγή πολιτικής. Αντίθετα, όπως τονίζει ο Κλάριντα, η PIMCO αναμένει ότι θα επαναλάβουν το αφήγημά τους πως η νομισματική πολιτική είναι ήδη περιοριστική και, ως εκ τούτου, ότι οι σταδιακές μειώσεις των επιτοκίων σε συνδυασμό με τη μείωση του πληθωρισμού είναι απλώς ένα μέσο για να αποτραπεί η περαιτέρω άσκησης πίεσης στην ευρύτερη οικονομία.

Τι γίνεται όμως αν ο πληθωρισμός στις οικονομίες αυτές δεν ακολουθήσει τις προβλέψεις και παγιωθεί στο εύλογο 2,5%; Σε αυτό το σενάριο, οι κεντρικές τράπεζες πιθανότατα θα διακόψουν τους κύκλους μείωσης των επιτοκίων τους.

Ωστόσο, θα είναι απρόθυμες να ξεκινήσουν εκ νέου αυξήσεις επιτοκίων, βασιζόμενες αντ’ αυτού στην πεποίθησή τους ότι διατηρώντας την πολιτική περιοριστική για αρκετό χρονικό διάστημα, μπορούν να προβλέψουν αξιόπιστα ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει τελικά στον στόχο του 2%. 

Με άλλα λόγια, τα επιτόκια θα παραμείνουν αυξημένα σε σχέση με τις τρέχουσες εκτιμήσεις για το μακροχρόνιο ουδέτερο επίπεδο όχι επειδή το ουδέτερο έχει αυξηθεί, αλλά επειδή ο πληθωρισμός έχει κολλήσει λίγο πάνω από τον πληθωριστικό στόχο, τουλάχιστον μέχρι την επόμενη ύφεση την οποία προσπαθούν να αποφύγουν.

Όσο για τη στρατηγική του «ευκαιριακού αποπληθωρισμού», ο Κλάριντα τόνισε πως η μείωση της συνολικής ζήτησης κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης θα μπορούσε να βοηθήσει στην επιστροφή του πληθωρισμού στο πλαίσιο του πληθωριστικού στόχου. Πάραυτα, οι κεντρικοί τραπεζίτες ελπίζουν ότι ο πληθωρισμός δεν είναι πολύ βαθιά ριζωμένος και ότι τα αρκετά περιοριστικά επιτόκια μπορούν να τον «δαμάσουν» στο 2%.

Διαβάστε ακόμη

Mητσοτάκης: Στα 830 ευρώ ο κατώτατος μισθός από την 1η Απριλίου

Εγνατία: Από 28% έως 32% οι αναπροσαρμογές στα διόδια

Οι 4+1 «Εντολές» του Σπύρου Θεοδωρόπουλου προς τους νέους επιχειρηματίες (vid)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ

Exit mobile version