Αντιμέτωπες με ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον κινδύνων βρίσκονται οι τράπεζες της Ευρωζώνης και για το λόγο αυτό θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν, προειδοποίησε η Κλαούντια Μπουχ κατά την πρώτη επίσημη ομιλία της ως νέα επικεφαλής του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Μάλιστα, προανήγγειλε και την αναπροσαρμογή των stress tests, στις οποίες υπάγονται οι τράπεζες.
Τα υψηλά επιτόκια, το αυξημένο γεωπολιτικό ρίσκο, οι ταχύτερες μεταβολές (και δη, εκροές) στα επίπεδα των καταθέσεων, οι συνεχείς κυβερνοεπιθέσεις και κυβερνοαπειλές, καθώς βέβαια και η απειλή της κλιματικής αλλαγής συνθέτουν ένα μεταβαλλόμενο τοπίο, γεμάτο κινδύνους, που επηρεάζουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων και άρα κατ’ επέκταση και την λειτουργία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Αλλαγές, απέναντι στις οποίες οι τράπεζες δεν είναι επαρκώς προετοιμασμένες προειδοποίησε η διάδοχος του Αντρέα Ενρία.
A stable banking system is crucial for managing risks and promoting welfare, says Supervisory Board Chair Claudia Buch.
Our job is to ensure European banks remain resilient in times of uncertainty and heightened geopolitical risk.
Read the speech https://t.co/u0eOKWz90y pic.twitter.com/oraAoWAwKG
— European Central Bank (@ecb) February 12, 2024
«Οι οικονομίες και οι κοινωνίες μας επλήγησαν από πολλαπλά σοκ τα τελευταία χρόνια. Υπάρχει, λοιπόν, υψηλή αβεβαιότητα για τις συγκυριακές προοπτικές και κυρίως τις διαρθρωτικές αλλαγές που απλώνονται μπροστά μας. Τα γεωπολιτικά ρίσκα, η κλιματική αλλαγή, οι δημογραφικές τάσεις, η ψηφιοποίηση μας υποχρεώνουν να αναπροσαρμόσουμε τους τρόπους που παράγουμε και καταναλώνουμε» εξήγησε η Γερμανίδα οικονομολόγος επισημαίνοντας πως οι αλλαγές αυτές θα είναι διαρθρωτικές και όχι απλά παροδικές.
Υπό την έννοια αυτή προφανώς και αφορούν και επηρεάζουν τις τράπεζες, οι οποίες «μακροπρόθεσμα δεν θα μείνουν απρόσβλητες στα ρίσκα και τα αναπάντεχα γεγονότα».
Εξάλλου, το μεταβαλλόμενο αυτό περιβάλλον, στο οποίο περιλαμβάνεται και η συνεχής άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ, έχουν ήδη επιβαρύνει τις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ήδη απτά δείγματα της επιδείνωσης της ποιότητας των assets.
Υπό τα δεδομένα αυτά το βασικό πρόβλημα για τις τράπεζες, κατά την νέα επικεφαλής του SSM, είναι πως δεν έχουν την απαραίτητη προετοιμασία και εμπειρία για να λειτουργήσουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Κι αυτό διότι «οι νέοι κίνδυνοι δεν ενσωματώνονται επαρκώς στις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων», με αποτέλεσμα οι αποφάσεις που λαμβάνουν σήμερα οι τράπεζες «να βασίζονται σε εσφαλμένες ή ανεπαρκείς πληροφορίες». Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του ρίσκου των πιστώσεων, μεγαλύτερη επιβάρυνση των ήδη υπερχρεωμένων δανειστών και ενίσχυση των επιχειρηματικών πτωχεύσεων.
Για το λόγο αυτό, όπως ξεκαθάρισε, τα τωρινά επίπεδα υψηλής κερδοφορίας για τους ομίλους του κλάδου προσφέρουν μια ευκαιρία για να «χτίσουν» σημαντικά αποθεματικά που θα προστατεύσουν τον κλάδο και την αγορά από μελλοντικά σοκ. Άλλωστε αυτός είναι και ο βασικός στόχος του Εποπτικού Συμβουλίου, ήτοι να είναι βέβαιος για τις αντοχές των τραπεζών.
Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, η νέα «σιδηρά κυρία» του SSM προανήγγειλε ουσιαστικά και αλλαγές στα stress tests, στον τρόπο εξέτασης και συμμόρφωσης των τραπεζών, αλλά και στις κεφαλαιακές τους ανάγκες.
Η αναθεώρηση των stress tests θα εστιάσει στη διακυβέρνηση και την μακροπρόθεσμη προσέγγιση των τραπεζών, πέρα από τα επίπεδα των αποθεματικών τους.
Στο μέτωπο της κλιματικής αλλαγής, η κυρία Μπουχ υπενθύμιζε πως η ΕΚΤ πιθανότατα φέτος θα αρχίσει επιτέλους να λαμβάνει μέτρα κατά των τραπεζών που επί χρόνια καθυστερούσαν να ανταποκριθούν στα κριτήρια γνωστοποίησης και διακυβέρνησης που όριζε η κεντρική τράπεζα.
Όμως, μεγάλη έμφαση θα δοθεί και στα νέα δεδομένα που φέρνει η ψηφιοποίηση, η οποία οδηγεί σε ταχύτερες μεταβολές των καταθέσεων (μέσω δηλαδή του e-banking) και μεγαλύτερο ανταγωνισμό μεταξύ των τραπεζών με ενδεχόμενη συμπίεση στα περιθώρια, ενώ ταυτόχρονα αυξάνει βέβαια την έκθεση σε κυβερνοαπειλές.
Ειδικά στο μέτωπο της ψηφιοποίησης η κυρία Μπουχ πρόσθεσε και την ανάγκη να ληφθεί υπόψη η πίεση και ο ανταγωνισμός που φέρνει η ολοένα αυξανόμενη δραστηριοποίηση των «μη τραπεζών».
Τα στοιχεία της ΕΚΤ δείχνουν πως το μερίδιο των λεγόμενων μη τραπεζικών ιδρυμάτων στις δανειοδοτήσεις που χορηγούνται προς επιχειρήσεις της Ευρωζώνης έχει αυξηθεί κάθετα από το 15% το 2008 στο 27% το 2023.
Διαβάστε ακόμη
Τραγωδία στη Γλυφάδα – Οικογένεια Καρνέση: Οι ενδοοικογενειακές κόντρες και η «κατάρα» των Πεταλιών
Goldman Sachs: Αναβάθμιση κατά 18% στα επίπεδα κερδοφορίας των τουρκικών τραπεζών
Η μετακόμιση του Μπέζος θα κοστίσει στο αμερικανικό δημόσιο 610 εκατ. δολάρια
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ