Στις αρχές του έτους, όλα τα «μυαλά» της Wall Street θεωρούσαν ότι το 2023 θα ήταν η μεγάλη χρονιά των ομολόγων. Τελικά «έπεσαν» εντελώς έξω, καθώς το 2023 εξελίχθηκε σε μία από τις χειρότερες χρονιές όλων των εποχών.
Ο Λάσι Χαντ, οικονομολόγος και επικεφαλής της Hoisington Investment Management, ο οποίος μελετά την οικονομία των ΗΠΑ για τουλάχιστον μισό αιώνα, σχολιάζει στο Bloomberg ότι πρόκειται για το «σκληρότερο έτος» της καριέρας του.
Την ίδια στιγμή, στην HSBC, ο Στιβ Μέιγιορ παραδέχεται το λάθος στις προβλέψεις του, ενώ η Morgan Stanley υιοθετεί την άποψη της Bank of America και δηλώνει επιτέλους «neutral» για τα αμερικανικά ομόλογα».
«Είναι ένα πολύ, πολύ καταστροφικό έτος» επισημαίνει χαρακτηριστικά ο 81χρονος Χαντ. Άλλωστε, οι απώλειες κατά 13% μέσα στο 2023 έρχονται να προστεθούν στη βουτιά κατά 34% μέσα στο 2022, αλλά και στο επίσης αρνητικό 2021.
Παρά την εν μέρει αποκλιμάκωση των πιέσεων την προηγούμενη εβδομάδα, ως απόρροια των εκτιμήσεων ότι θα αποφευχθεί το χειρότερο δυνατό σενάριο στη Μέση Ανατολή (δηλαδή μια ευρεία περιφερειακή σύγκρουση), η απόδοση των 10ετών αμερικανικών ομολόγων παραμένει στο 4,6%. Σχεδόν 80 μονάδες βάσης περισσότερες σε σχέση με τις αρχές του 2023.
Οι περσινές μεγάλες απώλειες στην αγορά ομολόγων μπορούσαν εύκολα να εξηγηθούν. Όλοι, εξάλλου, γνωρίζουν ότι οι τιμές κατρακυλούν όταν ο πληθωρισμός είναι υψηλός και οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια.
Ας σημειωθεί σ’ αυτό το σημείο ότι, όταν οι τιμές των ομολόγων υποχωρούν, τότε αυξάνονται οι αποδόσεις και άρα, το κόστος δανεισμού.
Οι προσδοκίες για το 2023, στις αρχές του έτους, ήταν οι εξής: Η αμερικανική οικονομία θα λύγιζε υπό το βάρος του αυξημένου κόστους δανεισμού, με αποτέλεσμα η κεντρική τράπεζα να κάνει αναστροφή και να αρχίσει τις μειώσεις των επιτοκίων, κάτι το οποίο θα οδηγούσε σε άνοδο τις τιμές των ομολόγων.
Αντ’ αυτού, η υγεία της οικονομίας αποδείχθηκε ιδιαιτέρως ανθεκτική, ενόσω η απειλή του πληθωρισμού παραμένει πάνω από το κεφάλι της και η κεντρική τράπεζα αναγκάζεται να διατηρήσει τα υψηλά επιτόκια. Οι ομολογιακές αποδόσεις, έτσι, εκτοξεύθηκαν σε επίπεδα, τα οποία αγνοούνταν από το 2007.
Ο Μπομπ Μισέλ, αναλυτής στη JP Morgan, έσπευσε να περιορίσει τις «overweight» θέσεις στα 10ετή αμερικανικά ομόλογα, όταν οι αποδόσεις είχαν φθάσει στο 4,3%. Έκτοτε, υπήρξε μια περαιτέρω άνοδος κατά τουλάχιστον 50 μονάδων βάσης, με τις αποδόσεις να ανέρχονται έως το 4,9%
Και κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τι ακριβώς θα συμβεί το επόμενο χρονικό διάστημα, με τη Federal Reserve να μην αποκλείει το σενάριο ακόμη μίας αύξησης στα επιτόκια, τα οποία σήμερα βρίσκονται στο υψηλό 20ετίας του 5,25% – 5,5%.
Πάντως, υπάρχουν και οι αισιόδοξοι. Αυτοί που ευελπιστούν να δουν μέσα στο 2024 το μεγάλο ράλι, το οποίο υποτίθεται ότι θα ερχόταν φέτος. Ενδεικτικά, ο Μάικ Ρίντελ, μάνατζερ στην Allianz Global Investors, δηλώνει «bullish» για την αγορά ομολόγων.
Παρομοίως, η Αλίκι Ρούφια της Robeco υποστηρίζει ότι οι υψηλότερες αποδόσεις αυξάνουν τον κίνδυνο για μια «ανώμαλη προσγείωση» της οικονομίας, κάτι το οποίο αποτελεί το καλύτερο έναυσμα για την επιστροφή των επενδυτών προς την ασφάλεια των ομολόγων.
«Ήταν τρία δύσκολα χρόνια. Η αγορά έδωσε πολλούς λόγους για να αμφισβητήσουμε την αξία του σταθερού εισοδήματος. Αλλά επιτρέψτε μου να είμαι τολμηρός. Το 2024 θα είναι η χρονιά των ομολόγων» καταλήγει, από την πλευρά του, ο Κρις Ίγκο της AXA Investment Managers.
Διαβάστε ακόμα
Γερμανία: Δε θα καταφέρει να αποφύγει τη δεύτερη ύφεση για φέτος (γράφημα)
Πότε θα είναι έτοιμος ο νέος σταθμός του μετρό και του Προαστιακού στην Παιανία
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ