«Ποδαρικό» με νέο ομόλογο θα κάνει, όπως όλα δείχνουν, η νέα κυβέρνηση, καθώς ξένοι επενδυτές -και ειδικά Ασφαλιστικά Ταμεία του εξωτερικού- περιμένουν πλέον πώς και πώς μέσα στον Ιούλιο ένα ελληνικό ομόλογο το οποίο, όπως λένε στο υπουργείο Οικονομικών, «όταν βγει στην σύνταξη μετά από 15ετία θα τους αποφέρει απόδοση 2%-2,5%», όταν τα άλλα ευρωπαϊκά ομόλογα έχουν ήδη αρνητική απόδοση, με αποτέλεσμα να έχουν χάσει και ένα μέρος από τα κεφάλαια που επενδύουν σήμερα.
Οι ελπίδες τους για έκδοση νέου ομολόγου πηγάζει από την διαπίστωση ότι μετά τις ευρωεκλογές οι αποδόσεις των ελληνικών τίτλων καταγράφουν κατακόρυφη πτώση που αγγίζει και το 50% στα 10ετούς διάρκειας, που σύντομα όμως ενδέχεται να πέσει κάτω και από 2% (προς στιγμήν εχθές έφτασε και σε 1,9%).
Το αποτέλεσμα της ευρωκάλπης της 26ης Μαΐου καθησύχασε τους επενδυτές σε εθνικό αλλά και πανευρωπαϊκό επίπεδο: η προοπτική σταθερής διακυβέρνησης για την Ελλάδα αφενός, αλλά και η συγκράτηση λαϊκίστικων ή αποσχιστικών αντιευρωπαϊκών δυνάμεων από την άλλη, σηματοδοτούν επιστροφή της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Σε μια εποχή παγκόσμιας ύφεσης όπως αυτή που διαφαίνεται στο μέλλον διεθνούς, η Ευρωζώνη φαντάζει ασφαλές καταφύγιο κεφαλαίων.
Επειδή όμως η αρνητική απόδοση των γερμανικών (και όχι μόνον) ομολόγων ξεπερνά το -0,5% (και «κοιτάζει» προς το -1%) οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων θέλουν να εντάξουν και ελληνικά ομόλογα που προσφέρουν ακόμα σχετικά υψηλές αποδόσεις. Φαίνεται να τα προτιμούν μάλιστα από τα ιταλικά ομόλογα, καθώς η αξιολόγησή τους κινείται σταθερά προς την κατηγορία «σκουπίδια» λόγω των προβλημάτων της χώρας, ενώ τα ελληνικά έχουν πλέον προοπτική αναβάθμισης σε επενδυτική βαθμίδα.
Το κέρδος για την Ελλάδα είναι ότι η ραγδαία μείωση των επιτοκίων δανεισμού της μπορεί να μεταβάλει θετικά και την εικόνα της ανάλυσης βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που συντάχθηκε από τους θεσμούς με υποθέσεις για πολύ υψηλότερα επιτόκια, Έτσι διανοίγεται και ένα πεδίο δαπραγμάτευσης για χαλάρωση της λιτότητας, καθώς οι στόχοι για υψηλά πρωτογενή πλεόνασματα 3,5% μπορούν να θεωρηθούν υπερβολικά, καθώς συντάχθηκαν με βάση προβλέψεις για πολύ υψηλότερα επιτόκια δανεισμού της χώρας εν σχέσει με τα σημερινά.
Η «ζημιά» γενικότερα πάντως για τα ασφαλιστικά Ταμεία διεθνώς, είναι ότι τα αρνητικά ή πολύ χαμηλά ευρωπαϊκά επιτόκια για τα κεφάλαια που τοποθετούνται σε ομόλογα της Ευρωζώνης, δεν καλύπτουν ούτε τον πληθωρισμό. Με άλλα λόγια, τα αποθεματικά τους με τις εισφορές των Ευρωπαίων εργαζομένων απαξιώνονται διπλά (απώλειες λόγω πληθωρισμού και αρνητικών επιτοκίων) που σε βάθος 15ετίας ή 20ετίας μπορεί να σημαίνει ότι δεν θα επαρκούν για τις σημερινές συντάξεις που θα πρέπει ενδεχομένως και να μειωθούν αν δεν προκύψουν νέες και πιο αποδοτικές μορφές επένδυσής, σε βάρος των σημερινών εργαζομένων που θα βγουν σε σύνταξη όταν τα μακροπρόθεσμης διάρκειας ομόλογα που τώρα αγοράζονται θα αποπληρωθούν.