Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι έτοιμη να προβεί στην τρίτη μείωση των επιτοκίων της για το 2024, καθώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δηλώνουν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις μειώνονται ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν.
Οι αυξήσεις των τιμών στην ευρωζώνη υποχώρησαν στο 1,8% τον Σεπτέμβριο, υπό του πληθωριστικού στόχου της κεντρικής τράπεζας. Ο δομικος πληθωρισμός, ο οποίος αφαιρεί τις πιο ευμετάβλητες συνιστώσες, έφτασε σε χαμηλό δυόμισι ετών, στο 2,7%.
Οι αγορές έχουν τιμολογήσει όχι μόνο μια ακόμη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης κατά την προσεχή συνεδρίαση του Οκτωβρίου, αλλά και μια περαιτέρω μείωση κατά την επόμενη και τελευταία συνεδρίαση του έτους τον Δεκέμβριο.
Οι προσδοκίες για ταχύτερη νομισματική χαλάρωση έχουν αυξηθεί από τη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 12 Σεπτεμβρίου. Ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας Φρανσουά Βιλερουά Ντε Γκαλό την περασμένη εβδομάδα περιέγραψε μια μείωση των επιτοκίων τον Οκτώβριο ως «πολύ πιθανή» και δήλωσε ότι ένα τέτοιο βήμα «δεν θα είναι το τελευταίο».
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε στους ευρωβουλευτές στα τέλη του περασμένου μήνα ότι οι τελευταίες εξελίξεις ενίσχυσαν την «εμπιστοσύνη της κεντρικής τράπεζας ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει εγκαίρως στο στόχο» και δήλωσε ότι αυτό θα ληφθεί υπόψη τον Οκτώβριο.
Οι αναλυτές της Citi χαρακτήρισαν αυτό το μήνυμα ως «στροφή» σε σχέση με τα προηγούμενα μηνύματα της Λαγκάρντ στις 12 Σεπτεμβρίου, τα οποία πρότειναν ότι μια «σταδιακή προσέγγιση» στις μειώσεις των επιτοκίων ήταν πιο κατάλληλη, δεδομένων των κινδύνων για τις προοπτικές του πληθωρισμού.
Ακόμη και το γνωστό γεράκι της Bundesbank, Γιοακίμ Νάγκελ, δήλωσε νωρίτερα αυτό το μήνα στο πρακτορείο Table Media ότι η τάση του πληθωρισμού ήταν «καλή είδηση» και ότι ήταν ανοιχτός στο να συζητήσει μια ακόμη μείωση.
Αδύναμη ανάπτυξη
Οι προσδοκίες για διαδοχικές μειώσεις έχουν επίσης αυξηθεί λόγω της συνεχιζόμενης υποτονικής οικονομικής δραστηριότητας στην ευρωζώνη, καθώς και από τον τόνο που έθεσε η απόφαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ στις 18 Σεπτεμβρίου να προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης.
Τα στοιχεία του σύνθετου δείκτη PMI δείχνουν στασιμότητα το γ’ τρίμηνο, σύμφωνα με τη συμβουλευτική εταιρεία Capital Economics. Αυτό ακολουθεί τη χλιαρή ανάπτυξη της τάξης του 0,3% το β’ τρίμηνο.
«Η αυστηρή νομισματική πολιτική αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη, εκτός από διαρθρωτικά ζητήματα όπως η μείωση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής βιομηχανίας», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο Τζακ-Άλεν Ρέινολντς, αναπληρωτής επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics για την ευρωζώνη.
Αυτό, με τη σειρά του, τον οδήγησε να προβλέψει ότι οι μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ θα πραγματοποιηθούν τόσο αυτή την εβδομάδα όσο και σε κάθε μία από τις επόμενες συνεδριάσεις της κεντρικής τράπεζας, έως ότου το επιτόκιο καταθέσεων φτάσει το 2,5%.
Οι προοπτικές αυτές οφείλονται επίσης στην ψύξη της αγοράς εργασίας και στην επιβράδυνση της αύξησης των μισθών που θα συμβάλλουν στη μείωση του πληθωρισμού των υπηρεσιών τους επόμενους μήνες.
Η ίδια η ΕΚΤ περιόρισε τις ετήσιες προβλέψεις της για την ανάπτυξη της ευρωζώνης τον περασμένο μήνα λόγω της ασθενέστερης ζήτησης, προβλέποντας πλέον αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,8%, έναντι του 0,9% προηγουμένως.
Όπως αναφέρει το CNBC, οι οικονομολόγοι της Bank of America Global Research ανέφεραν σε σημείωμά τους ότι αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα μειώσει τα επιτόκια αυτή την εβδομάδα χωρίς να προβεί σε σημαντικές αλλαγές στις κατευθυντήριες γραμμές της.
«Κατά την άποψή μας, αυτή είναι η αρχή αυτής της επιταχυνόμενης πορείας προς το 2% των επιτοκίων έως τον Ιούνιο του 2025 και περαιτέρω προς το 1,5% έως το τέλος του 2025», ανέφεραν.
«Ωστόσο, η ΕΚΤ είναι απίθανο να ανακοινώσει κάτι τέτοιο. Η προσέγγιση ανά συνεδρίαση και η εξάρτηση από τα δεδομένα είναι πιθανό να παραμείνει η κύρια κατευθυντήρια, ίσως απλώς ενισχυμένη με αναφορές ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε καλό δρόμο για να επιστρέψει στο στόχο».
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της Berenberg, Χόλγκερ Σμίντινγκ, η Λαγκάρντ είναι απίθανο να αλλάξει τις προσδοκίες της αγοράς για μια περαιτέρω μείωση το Δεκέμβριο κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου την Πέμπτη – κλειδώνοντας έτσι τις εκτιμήσεις. Ο Σμίντινγκ προέβλεψε ότι η ΕΚΤ ενδέχεται να αναγκαστεί να μειώσει ακόμη περισσότερο τις προοπτικές της για την ανάπτυξη το 2024, όταν θα δημοσιεύσει τις νέες προβλέψεις της τον Δεκέμβριο.
Ωστόσο, προειδοποίησε επίσης ότι η κεντρική τράπεζα διατρέχει επί του παρόντος τον κίνδυνο να αντιδράσει υπερβολικά και να χαλαρώσει τη νομισματική πολιτική περισσότερο από το θεμιτό και πολύ γρήγορα.
«Το επόμενο έτος, ο πληθωρισμός δεν θα πρέπει να αποτελεί μείζον ζήτημα. Ωστόσο, αυτό δεν θα ισχύει για το 2026 και το 2027, κατά την άποψή μας», ανέφερε σε πρόσφατη ανάλυσή του.
Μόλις ο ρυθμός ανάπτυξης της ευρωζώνης επιστρέψει στο κανονικό την άνοιξη του επόμενου έτους, όπως αναμένει η ΕΚΤ, ο πληθωρισμός των μισθών θα ανακάμψει και η πιο ισχυρή ζήτηση θα επιτρέψει στις εταιρείες να μετακυλήσουν το υψηλότερο κόστος στους καταναλωτές, υποστήριξε.
«Εάν η ΕΚΤ μειώσει το επιτόκιο καταθέσεων σε επίπεδα πολύ κάτω του 3% το 2025, θα πρέπει πιθανότατα να το αυξήσει ξανά στο 3% στα τέλη του 2026 ή στις αρχές του 2027», δήλωσε ο ίδιος.
Διαβάστε ακόμη
Xατζηδάκης: Φορολογικές δηλώσεις από 15 Μαρτίου έως 15 Ιουλίου σταθερά κάθε χρόνο
Κ. Μαλαματίνας: Στο σφυρί τον Δεκέμβριο το βιομηχανικό ακίνητο στο Καλοχώρι (pics)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα