Το αποτέλεσμα των εκλογών στη Γερμανία έδωσε μια νότα αισιοδοξίας στις αγορές στην αρχή της εβδομάδας, αν και το ερώτημα αν η νέα κυβέρνηση μπορεί να υλοποιήσει τις υποσχέσεις για υψηλότερες δημόσιες δαπάνες και να επανεκκινήσει την οικονομία εξακολουθεί να πλανάται πάνω από τις ταλαιπωρημένες μεγάλες βιομηχανίες της χώρας.
Ο DAX κατέγραψε άνοδο της τάξης του 0,6% τη Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου, ξεπερνώντας τον αμετάβλητο βρετανικό FTSE 100 και την απώλεια 0,78% για τον γαλλικό CAC 40, ενώ το ευρώ σημείωσε άνοδο έναντι του αμερικανικού δολαρίου και της βρετανικής λίρας και το γερμανικό κόστος δανεισμού παρέμεινε αμετάβλητο.
Η ψηφοφορία της Κυριακής προσέφερε νίκη στη συντηρητική συμμαχία της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) και της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU). Αυτό έθεσε τον υποψήφιο του CDU/CSU Φρίντριχ Μερτς – έναν κεντροδεξιό, φιλοεπιχειρηματικό πολιτικό που συμμετέχει στα διοικητικά συμβούλια της EY Γερμανίας και της Deutsche Börse – ως σχεδόν βέβαιο ότι θα αναλάβει την επόμενη καγκελαρία.
Ωστόσο, παραμένει κάποια αβεβαιότητα, αφού αναμένεται μια περίοδος διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία κυβερνητικού συνασπισμού με την υποστήριξη μικρότερων κομμάτων για να εφαρμοστούν οι υποσχεθείσες πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης του επίμαχου κανόνα «φρένου χρέους» της Γερμανίας.
«Νομίζω ότι αυτό που βλέπει τώρα η αγορά είναι κάποια σταθερότητα, τουλάχιστον ξέρουμε ποιος κέρδισε τις εκλογές, ξέρουμε ποιος τις διεκδικεί και στη συνέχεια ξέρουμε γύρω από ποιον θα στηριχθεί ο συνασπισμός από εδώ και πέρα. Οπότε νομίζω ότι η αγορά το εκλαμβάνει αυτό ως ένα τεράστιο θετικό στοιχείο», δήλωσε ο Μάικλ Φιλντ, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής μετοχών της Morningstar, στην εκπομπή «Squawk Box Europe» του CNBC.
Το αποτέλεσμα είναι θετικό για τη γερμανική οικονομία, διότι ένας δικομματικός «μεγάλος συνασπισμός» μεταξύ των συντηρητικών και των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) μοιάζει τώρα με πιθανό αποτέλεσμα, μια κατάσταση που θα επιτάχυνε τη λήψη αποφάσεων, ανέφεραν οι αναλυτές της Danske Bank σε σημείωμά τους.
Είτε πρόκειται για έναν συνασπισμό δύο ή τριών κομμάτων που θα συμπεριλαμβάνει έναν μικρότερο παίκτη όπως οι Πράσινοι – με τον Μερτς να έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να κυβερνήσει μαζί με το δεύτερο σε θέση ακροδεξιό κόμμα AfD – τα κύρια κόμματα είναι ευθυγραμμισμένα σε πολιτικές που περιλαμβάνουν τη μείωση των τιμών της ενέργειας και την επένδυση περισσότερων πόρων στις υποδομές, δήλωσε ο Φιλντ, γεγονός που θα δημιουργήσει «θετικά αποτελέσματα για τις επιχειρήσεις στην πορεία».
Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό θα μπορούσε να δώσει ώθηση σε τομείς όπως η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, ο άλλοτε πανίσχυρος τομέας που έχει πληγεί από τον ανταγωνισμό των ηλεκτρικών οχημάτων από την Κίνα, την αδύναμη εγχώρια ζήτηση, τις απειλές για δασμούς από τις ΗΠΑ και τη νομοθεσία.
Ο σε μεγάλο βαθμό παραμελημένος τομέας των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας είναι ένας άλλος τομέας που μπορεί να ωφεληθεί εάν η κυβέρνηση καταργήσει πολιτικές όπως τα ανώτατα όρια τιμών ενέργειας και οι φόροι στην ενέργεια για τους καταναλωτές, οι οποίοι έχουν περιορίσει τις αποδόσεις της αγοράς.
Ο πρόεδρος της Siemens Energy, Τζο Κάεσερ, δήλωσε στο CNBC ότι η κυβέρνηση χρειάζεται μια μακροπρόθεσμη ατζέντα για την αναδιάρθρωση της Γερμανίας κατά την επόμενη πενταετία. Μια τέτοια ατζέντα θα πρέπει να επικεντρωθεί στην οικονομία, τις υποδομές, την ενέργεια, την εκπαίδευση, την καινοτομία, την αναδιάρθρωση του συνταξιοδοτικού συστήματος και την «ανάκτηση του κυβερνητικού ελέγχου και των κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων».
Ο Αρντ Φραντς διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας κατασκευής εξαρτημάτων αυτοκινήτων Mahle, δήλωσε ότι ο τομέας της μεταποίησης χρειάζεται επείγουσα μέτρα για τη βελτίωση των φόρων, του ενεργειακού κόστους και την ευελιξία της αγοράς εργασίας.
Οι αναλυτές της Citi τόνισαν σε σημείωμά τους τη Δευτέρα ότι «το πολιτικό τοπίο μετά τις εκλογές θα εξαρτηθεί από τη μορφή της κυβέρνησης συνασπισμού που δεν έχει ακόμη σχηματιστεί».
Επισημαίνοντας τον αντίκτυπο στην αγορά που θα μπορούσαν να έχουν τα μικρότερα κόμματα, ανέφεραν ότι η συμμετοχή των Πρασίνων σε έναν συνασπισμό θα ήταν θετική για τις εταιρείες που κατασκευάζουν εξοπλισμό θέρμανσης και ψύξης, καθώς αυτό θα μείωνε την πιθανότητα κατάργησης των επιδοτήσεων και των εντολών για την αναβάθμιση των αντλιών θερμότητας.
Οι αναλυτές της Citi δήλωσαν επίσης ότι βλέπουν «περιορισμένο μεσοπρόθεσμο κίνδυνο για το γερμανικό καθεστώς δημοπρασιών χερσαίων αιολικών πάρκων», επικαλούμενοι την πλατφόρμα του CDU ότι είναι καιρός να «αναπτυχθούν τα δίκτυα, οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης και όλες οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
«Αυτό φαίνεται να σημαίνει ότι δε θα υπάρξουν σημαντικά βήματα με στόχο την παρεμπόδιση της ανάπτυξης της αιολικής ενέργειας», σύμφωνα με τη Citi, υποστηρίζοντας μετοχές όπως Nordex και Vestas.
Ωστόσο, τα βασικά ερωτήματα που παραμένουν περιλαμβάνουν το κατά πόσον η κυβέρνηση θα μπορέσει να επαναφέρει την οικονομία στην ανάπτυξη, να ανοικοδομήσει το αδύναμο επιχειρηματικό και καταναλωτικό κλίμα και να αυξήσει τις δημοσιονομικές δαπάνες μέσω της άρσης των κανόνων που είναι κατοχυρωμένοι στο σύνταγμα και περιορίζουν το ύψος του χρέους που μπορεί να αναλάβει η κυβέρνηση. Το τελευταίο σημείο έχει γίνει ακόμα σημαντικότερο τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς τα ευρωπαϊκά έθνη συζητούν την αύξηση των αμυντικών τους δαπανών ως απάντηση στον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας και τις εντάσεις με τις ΗΠΑ.
«Το βασικό αποτέλεσμα από την άποψη της αγοράς είναι το γεγονός ότι τα τρία κόμματα του κατεστημένου (CDU/CSU, SPD και Πράσινοι) δε διεκδικούν τα δύο τρίτα των εδρών που απαιτούνται για την αλλαγή του Συντάγματος», δήλωσε η ομάδα οικονομικών ερευνών της Rabobank.
Επομένως, η ψήφιση της μεταρρύθμισης δεν έχει ξεκάθαρη πορεία, με το AfD να αντιτίθεται στην κατάργηση του φρένου χρέους και το αριστερό Die Linke να είναι ανοιχτό σε αυτό, αλλά να διαφωνεί με το SPD και να αντιτίθεται στον εξοπλισμό της Ουκρανίας.
«Η ουσία, λοιπόν, είναι ότι το χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα δεν οδήγησε σε μια σαφή πορεία προς την αλλαγή του Συντάγματος, ώστε να επιτραπεί μια βαθμιαία αλλαγή στις κρατικές δαπάνες», δήλωσαν οι αναλυτές της Rabobank.
Προσέθεσαν ότι οι προοπτικές ανάπτυξης της Γερμανίας και της ευρωπαϊκής περιφέρειας παραμένουν έτσι «αποφασιστικά δυσοίωνες ελλείψει μιας δραματικής δημοσιονομικής αλλαγής».
Διαβάστε ακόμη
Το «Σχέδιο Δράσης» της ΕΕ για προσιτή ενέργεια σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις
Morningstar DBRS: H Ελλάδα είναι σε δρόμο προς ένα πιο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης (γράφημα)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα