Αίτηση για IPO (Aρχική Δημόσια Προσφορά) στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατέθεσε η μεγάλη πλατφόρμα κρυπτονομισμάτων Coinbase, όπως ανακοίνωσε η εταιρεία χθες Πέμπτη, ξεκινώντας έτσι και επίσημα τη διαδικασία εισαγωγής της στο χρηματιστήριο μελλοντικά.
Οι προετοιμασίες για μια IPO ξεκίνησαν από τον περασμένο Ιούλιο, σύμφωνα με το Reuters. Η Coinbase θα είναι το πρώτο μεγάλο αμερικανικό ανταλλακτήριο κρυπτονομισμάτων που θα μπει στο χρηματιστήριο.
Ιδρύθηκε το 2012 από τον τωρινό CEO και διευθυντή του ΔΣ, Μπράιαν Άρμστρονγκ και τον έτερο δ/ντή του συμβουλίου Φρεντ Ερσαμ. Η εταιρεία έχει συγκεντρώσει 525 εκατ. δολάρια μέχρι στιγμής και η τελευταία της αποτίμηση ήταν στα 8 δισ. δολ.
Η είδηση έπεται της ραγδαίας ανόδου του Bitcoin που την Πέμπτη ξεπέρασε για πρώτη φορά στην ιστορία του τα 23.000 δολάρια ( $23.770,85), δίνοντας ώθηση και στην τιμή των άλλων κρυπτονομισμάτων. Η αίτηση της Coinbase έρχεται μετά από μια σειρά ΙΡΟs ή άλλων αιτήσεων για Αρχική Δημόσια Προσφορά. Πολλές startups, όπως η DoorDash, η Airbnb, η Affirm, η Roblox και η Wish έκαναν αίτηση για εισαγωγής τους στο χρηματιστήριο ή μπήκαν ήδη από φέτος.
Εν μέσω της της ανόδου των κρυπτονομισμάτων, ο Αρμστρονγκ προειδοποίησε τους νεοεισερχόμενους σε αυτή την αγορά: «Ενώ είναι σπουδαίο να βλέπει κανείς ράλι στις αγορές και τα ΜΜΕ να στρέφουν την προσοχή τους σε αυτό το αναδυόμενο asset με έναν νέο τρόπο, δεν μπορούμε να δώσουμε αρκετή έμφαση στο πόσο σημαντικό είναι να καταλάβουμε ότι το να επενδύουμε στα κρύπτο ενέχει κινδύνους».
Τους τελευταίους μήνες, ο CEO ήρθε αντιμέτωπος με αντιδράσεις από εργαζόμενους αναφορικά με τις πολιτικές της εταιρείας. Τον Ιούνιο ο Αρμστρονγκ αρνήθηκε να πει το σύνθημα “Black Lives Matter” σε μια συνάντηση, αποκαλώντας τη δήλωση αυτή «διχαστική».
Και τον Σεπτέμβριο, ο Άρμστρονγκ είπε στους υπαλλήλους μέσω μηνύματος ότι ήθελε η εταιρεία να επικεντρώνεται αποκλειστικά στην αποστολή της να επεκτείνει την πρόσβαση σε κρυπτονομίσματα, υπονοώντας ότι ο ακτιβισμός αποτελεί περισπασμό από την εργασία.
Μετά από το σημείωμά του, 60 υπάλληλοι ή περίπου το 5% του εργατικού δυναμικού της νεοσύστατης εταιρείας, παραιτήθηκε.
Τον Νοέμβριο, πρώην υπάλληλοι που είναι αφροαμερικανοί είχαν πει στους New York Times ότι είχαν γίνει στόχος ρατσιστικών σχολίων στη δουλειά ή ότι οι λευκοί υπάλληλοι έπαιρναν προαγωγή σε βάρος τους αν και λιγότερο έμπειροι.