Εάν νομίζετε ότι η πτώση στις μετοχές τελείωσε, τότε μάλλον κάνετε λάθος. Κι αυτό, διότι οι περισσότεροι αναλυτές περιμένουν και νέα βουτιά στα διεθνή χρηματιστήρια, ενόσω οι φόβοι για την ανάπτυξη πληθαίνουν και η Federal Reserve ετοιμάζεται για ακόμη μεγαλύτερη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής, αναφέρει το Bloomberg.
Με τον αμερικανικό δείκτη S&P 500 να φλερτάρει και επισήμως με τη bear market (-20% από το ιστορικό υψηλό) και να μετράει απώλειες άνω του 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων, οι επενδυτές στην τελευταία έρευνα της MLIV, η οποία δημοσιεύεται στο Bloomberg, δεν είναι καθόλου αισιόδοξοι.
Συγκεκριμένα, η μέση πρόβλεψη τοποθετεί τον S&P 500 στις 3.500 μονάδες έως τα τέλη του 2022, με την πτωτική τάση να διατηρείται και το επόμενο χρονικό διάστημα. Ας σημειωθεί ότι οι 3.500 μονάδες αντικατοπτρίζουν μια πτώση της τάξης του 10% σε σχέση με τα τωρινά επίπεδα (3.901 μονάδες) ή του 27% σε σχέση με το ιστορικό υψηλό του Ιανουαρίου.
Η αύξηση των επιτοκίων της Fed (από 0,25% σε 0,75%), το χάος στις εφοδιαστικές αλυσίδες και ο κλιμακούμενος φόβος στις επιχειρείς έχουν συμβάλλει στην αισθητή μείωση των προσδοκιών για την εταιρική κερδοφορία -την καρδιά της αμερικανικής οικονομίας- κάτι το οποίο αποτυπώνεται πλέον και στις αποτιμήσεις των μετοχών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις το 4% των αναλυτών θεωρεί ότι ο S&P 500 έχει ήδη βρει τον «πάτο» του βαρελιού, ενώ δεν είναι λίγοι όσοι χαρακτηρίζουν ως πιθανή μια κίνηση προς τις 2.240 μονάδες, δηλαδή προς τα χαμηλά της πανδημικής περιόδου.
«Εξακολουθώ να πιστεύω ότι τα χειρότερα δεν είναι μπροστά μας» τονίζει στο Bloomberg η Savita Subramanian, αναλύτρια Bank of America Corp. «Υπάρχει ένα επίμονο “σύννεφο” αρνητικού κλίματος».
Στο μεταξύ, το περιβάλλον καθίσταται ακόμη δυσμενέστερο εξαιτίας των ανησυχιών για την ανάπτυξη της οικονομίας. Τα πρώτα στοιχεία του α’ τριμήνου έδειξαν ύφεση κατά 1,4%. Εφόσον οι αρνητικοί ρυθμοί μεταβολής διατηρηθούν και στο β’ τρίμηνο του 2022, τότε αυτό σημαίνει ότι η αμερικανική οικονομία έχει εισέλθει και επισήμως σε περίοδο ύφεσης.
Την ίδια ώρα, ο πληθωρισμός εξακολουθεί να προκαλεί πονοκέφαλο (8,3% τον Απρίλιο), με την κεντρική τράπεζα να προαναγγέλλει νέες αυξήσεις επιτοκίων, σε μια προσπάθεια τιθάσευσης του φαινομένου. Ωστόσο, υψηλότερα επιτόκια σημαίνει και χαμηλότερη ανάπτυξη.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι αναλυτές θεωρούν ότι για να μπει ένα «φρένο» στην επιθετική σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής, θα πρέπει πρώτα η πτώση στον S&P 500 να φθάσει το 30% και η ανεργία να ξεπερνάει το 6% (από 3,6% σήμερα).
Διαβάστε επίσης:
Eurogroup: «Θετική» 14η αξιολόγηση και μεγαλύτερη δημοσιονομική ελευθερία για την Ελλάδα