Υπάρχει ομαλή προσγείωση για την παγκόσμια οικονομία; Αυτό είναι πλέον το ερώτημα που απασχολεί παγκοσμίως όλους όσοι ασχολούνται με τις αγορές και τα οικονομικά. Από τις κυβερνήσεις και τους κεντρικούς τραπεζίτες μέχρι τους ειδικευμένους αναλυτές που ζουν μια κατάσταση που είναι πρωτοφανής.
Τα προβλήματα των τελευταίων μηνών διαρκώς οξύνονται, ενώ το τελευταίοι διάστημα η αγορά ομολόγων χτύπησε συναγερμό δείχνοντας ότι η κατάσταση δύσκολα θα τεθεί υπό έλεγχο, αλλά και ότι η πολιτική των κεντρικών τραπεζών πιθανόν να οδηγείται σε αδιέξοδο.
Τα καμπανάκια χτύπησαν για την υπερχρεωμένη Ιταλία, που αποτελεί πλέον τη νέα αχίλλειο πτέρνα της Ευρωζώνης και είδε τις αποδόσεις των ομολόγων της (επιτόκιο) να ανεβαίνουν στο 5%. Αλλά και για τη Βρετανία, όπου η κεντρική τράπεζα αναγκάστηκε να κάνει κωλοτούμπα και αντί να αφαιρέσει χρήμα από την αγορά πουλώντας ομόλογα (τη λεγόμενη «ποσοτική σύσφιξη»), προχώρησε σε νέες αγορές («ποσοτική χαλάρωση» ή «τύπωμα χρήματος») για να συγκρατήσει τα καταρρέοντα βρετανικά ομόλογα και τη στερλίνα.
Παντού ο πληθωρισμός καλπάζει με ρυθμούς που αποτελούν ρεκόρ 40ετίας, ενώ τα επιτόκια ανεβαίνουν σε μια περίοδο που το χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο της ιστορίας.
Στις αγορές μετοχών και ομολόγων συμβαίνει, σε αργή κίνηση προς το παρόν, ένα κραχ, το οποίο ουδείς γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί. Οι τιμές των μετοχών έχουν πέσει κατά 20%-25% χαμηλότερα από την αρχή του χρόνου, ενώ αντίστοιχα αυτές των ομολόγων κατά 20%, σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg.
Η πτώση στις τιμές των ομολόγων προβληματίζει ιδιαίτερα, κυρίως εκείνη των κρατικών, διότι δεν είχε συμβεί ούτε μετά το κραχ του 2008, καθώς τότε λόγω φόβου οι επενδυτές στρέφονταν στους κρατικούς τίτλους υψηλής ποιότητας (ομόλογα υψηλής πιστοληπτικής βαθμίδας). Η αγορά των ομολόγων έχει μεγαλύτερο βάθος από εκείνη των μετοχών, αντανακλά τη βαθύτερη υγεία και τη δυνατότητα χρηματοδότησης των κρατών, αλλά και των εταιρειών και οι κινήσεις της έχουν πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος.
Τώρα οι επενδυτές ξεπουλάνε και τα ομόλογα λόγω της αύξησης επιτοκίων την οποία πραγματοποιούν οι κεντρικές τράπεζες. Η αύξηση των επιτοκίων σημαίνει ότι τα επιτόκια των νέων ομολόγων που θα εκδοθούν θα είναι υψηλότερα, επομένως υποχωρεί η αξία των ομολόγων που ήδη είναι υπό διαπραγμάτευση στη δευτερογενή αγορά.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον δημιουργούνται πλέον αμφιβολίες για τη δυνατότητα υπερχρεωμένων χωρών, αλλά και εταιρειών να αντεπεξέλθουν σε υψηλότερα επιτόκια.
Η αύξηση του κόστους δανεισμού έφερε στη σέντρα των αγορών την υπερχρεωμένη Ιταλία, της οποίας το χρέος είναι στο 153% του ΑΕΠ και ξεπερνά σε απόλυτο ποσό τα 2,7 τρισ. ευρώ. Ο συνδυασμός του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων, που ξεκινά από τις ΗΠΑ, με την αβεβαιότητα που προκάλεσε η νίκη της ακροδεξιάς Τζόρτζια Μελόνι έφερε το ιταλικό χρέος στο προσκήνιο και προκάλεσε το ξεπούλημα των ιταλικών ομολόγων. Χρειάστηκε η παρέμβαση της ΕΚΤ για να συγκρατηθούν οι αποδόσεις κάτω από το 5% που έφτασαν κάποια στιγμή.
Θεωρείται δε πολύ πιθανόν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αναγκαστεί να ενεργοποιήσει και τον νέο μηχανισμό στήριξης κρατικών ομολόγων, ο οποίος ονομάζεται Μηχανισμός Προστασίας Μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής (TPI – Transmission Protection Mechanism), αλλά ήδη από τους αναλυτές βαφτίστηκε άτυπα «Για την Προστασία της Ιταλίας» (To Protect Italy).
Ηδη οι αποδόσεις όλων των ομολόγων ανεβαίνουν. Η απόδοση των 10ετών ομολόγων ΗΠΑ έχει εκτιναχθεί από το 1,4% στην αρχή του έτους στο 3,8% την περασμένη εβδομάδα. Η απόδοση του γερμανικού ομολόγου έφτασε στο 2,25% την περασμένη εβδομάδα, ενώ στην αρχή του χρόνου ήταν στο μηδέν και έναν χρόνο πριν σε αρνητικό ποσοστό (-0,2%).
Το μεγάλο πρόβλημα όμως της Ευρωζώνης είναι οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων 10ετίας που έφτασαν σε απόδοση το 4,7%, που σημαίνει ότι όταν η κυβέρνηση θέλει να δανειστεί για 10 χρόνια με νέα ομόλογα θα πρέπει να προσφέρει επιτόκιο της τάξης του 5%.
Με τέτοια επιτόκια, η Ιταλία είναι στην πραγματικότητα εκτός αγοράς, και αυτός είναι ο λόγος που παρενέβη η ΕΚΤ αγοράζοντας ιταλικά ομόλογα όταν η απόδοση του ιταλικού 10ετούς έφτασε στο 5% τις προηγούμενες ημέρες, εκτονώνοντας έτσι την πίεση. Στις αρχές του χρόνου η απόδοση του ιταλικού 10ετούς ήταν 1,196% και πριν από έναν χρόνο 0,867%.
Το ίδιο συνέβη και στα ελληνικά ομόλογα, η απόδοση των οποίων για τη 10ετία έχει κινηθεί στα επίπεδα του 5%, ενώ στην αρχή του χρόνου ήταν 1,32% και πριν από έναν χρόνο 0,867%.
Το πρόβλημα για την Ελλάδα είναι πολύ μικρότερο και αντιμετωπίσιμο, διότι το ελληνικό χρέος βρίσκεται κλειδωμένο με μέσο επιτόκιο 1,5% και μέση διάρκεια 31 χρόνων στον ESM. Αυτό σημαίνει αφενός ότι οι δανειακές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου είναι μικρότερες, αλλά και ευκολότερα διαχειρίσιμες.
Η κρίση χτύπησε και τη Βρετανία, όπου οι επενδυτές ξεπούλησαν τα κρατικά ομόλογα λόγω της απόφασης που πήρε η νέα κυβέρνηση να ενισχύσει τα εισοδήματα και τη ζήτηση με μειώσεις φόρων και ενεργειακές επιδοτήσεις, τη στιγμή που η κεντρική τράπεζα σχεδίαζε το αντίθετο, ήτοι να αυξήσει το επιτόκιο και να αφαιρέσει χρήμα από την αγορά για να περιορίσει τη ζήτηση και να σταματήσει τον πληθωρισμό.
Η απόδοση των βρετανικών ομολόγων 5ετίας εκτοξεύτηκε από το 1,55% τον Αύγουστο στο 4,27% την περασμένη εβδομάδα.
Η Τράπεζα της Αγγλίας αναγκάστηκε να ανακρούσει πρύμναν και προχώρησε σε αγορές ομολόγων για να τα στηρίξει, ενώ σχεδίαζε να κάνει το αντίθετο, να προχωρήσει δηλαδή σε πωλήσεις ομολόγων και να αφαιρέσει χρήμα από την αγορά. Η μέθοδος αυτή είναι η λεγόμενη «ποσοτική σύσφιξη», το αντίθετο της «ποσοτικής χαλάρωσης» (ή «τύπωμα χρήματος») που εφάρμοζαν οι κεντρικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια.
Η κατάσταση αυτή δείχνει το αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιέλθει πολλές κεντρικές τράπεζες, όπου πιθανότατα θα βρεθεί και η ΕΚΤ – αν ήδη δεν βρίσκεται.
Η ΕΚΤ, όπως και πολλές άλλες κεντρικές τράπεζες, αναγκάζεται να αυξήσει τα επιτόκια για να προκαλέσει οικονομική στασιμότητα και να αντιμετωπίσει την άνοδο των τιμών, αλλά και για να συγκρατήσει την ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου.
Ομως στην Ευρώπη ο πληθωρισμός οφείλεται στην ακριβή ενέργεια και όχι τόσο στην αυξημένη ζήτηση και έτσι ο φόβος είναι ότι η αύξηση των επιτοκίων θα φέρει ύφεση, χωρίς να λύσει το πρόβλημα του πληθωρισμού. Και από την άλλη πλευρά, η ΕΚΤ θα πρέπει να συνεχίσει την ποσοτική χαλάρωση για να υπερασπιστεί τα ομόλογα της Ιταλίας, όπως και άλλων χωρών, εάν η κρίση της Βρετανίας μεταδοθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία και η Γερμανία.
Διαβάστε ακόμα:
Από την… Ιαπωνία το πρώτο «σωσίβιο» για την Credit Suisse
Σκυλακάκης: Ο χειμώνας για την Ελλάδα ίσως να μην είναι τόσο δύσκολος όσο νομίζαμε