Η Βιώσιμη Ανάπτυξη εξελίσσεται σε μονόδρομο, όσο περνά ο χρόνος, για πλήθος επιχειρήσεων. Από αυτό το συμπέρασμα δεν εξαιρούνται χώρες και οικονομίες. Ούτε κλάδοι ή μεγέθη εταιρειών.
Πέρα από την οξυδέρκεια και την διορατικότητα ενός μάνατζερ ή ιδιοκτήτη κάποιου ομίλου, ή μιας εταιρείας, σχετικά με την στρατηγική που θα πρέπει να ακολουθήσει και τις κινήσεις τις οποίες θα πρέπει να κάνει για να πετύχει την ευημερία της επιχείρησής του, το timing φαίνεται να αλλάζει. Διότι, αυξάνονται οι πιέσεις και οι απαιτήσεις για βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα σε όλο τον πλανήτη.
Η προσέλκυση «πράσινων» επενδύσεων ή η εξασφάλιση χρηματοδότησης σαφώς αποτελεί ένα μεγάλο «στοίχημα». Για όλους;
Είναι το μόνο κίνητρο; Κορυφαίοι επιχειρηματικοί όμιλοι χαράσσουν τις στρατηγικές τους και τις τηρούν με συνέπεια, με βάση τα κριτήρια ESG (Environmental, Social, Governance) και στόχο την Βιώσιμη Ανάπτυξη, την Αειφορία, την «Πράσινη» Μετάβαση διότι αυτό επιτάσσει, ουσιαστικά, η λειτουργία μιας σύγχρονης επιχείρησης. Δίχως παρεκκλίσεις, «παράθυρα» ή χρονικές παρατάσεις.
Κάποιοι, λοιπόν, σχεδιάζουν και υλοποιούν τις στρατηγικές και τα πλάνα τους, προσαρμόζοντάς τα στις επιταγές των καιρών. Αυτονόητα, όσοι δεν το πράξουν, θα κινδυνέψουν να μείνουν πίσω. Να χάσουν το «τρένο» του ανταγωνισμού και ίσως αυτό της μελλοντικής επιβίωσής τους.
Αναμφίβολα η κλιματική κρίση επηρεάζει και αλλάζει τα σύγχρονα επιχειρηματικά μοντέλα. Εταιρείες κάθε μεγέθους δέχονται πλέον ολοένα και ισχυρότερες πιέσεις για να θέσουν την βιωσιμότητα στο επίκεντρο των νέων επιχειρηματικών τους μοντέλων, είτε από τους επενδυτές και τους πελάτες τους, είτε από το ευρύτερο κοινό και δοκιμάζονται σε ένα νέο, σχετικά, πεδίο των δραστηριοτήτων τους. Στην ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα με την οποία θα ανταποκριθούν
στις νέες απαιτήσεις, με αποφάσεις και κινήσεις τέτοιες, οι οποίες θα πείθουν έμπρακτα ότι υιοθετούν μια πιο βιώσιμη προσέγγιση της λειτουργίας τους.
Διόλου τυχαία, μεγάλη συμβουλευτική εταιρεία επισήμανε πριν από μερικούς μήνες ότι σε βάθος 10ετίας, η σημασία της αειφορίας και της βιώσιμης ανάπτυξης έχει επηρεάσει σημαντικά ολόκληρο τον πλανήτη, όχι μόνο ως προς τον τρόπο διαβίωσης των κατοίκων του, όσο και με το πώς οι κυβερνήσεις διαμορφώνουν την πολιτική τους, αλλά και το πώς οι επιχειρήσεις αναπτύσσουν λειτουργικά μοντέλα και σχεδιάζουν το στρατηγικό πλάνο δράσεων τους.
Η αγορά δεν έχει αμφιβολίες, ότι αυτοί οι οποίοι θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν μια μακροπρόθεσμη επιτυχία είναι όσοι επιχειρηματίες διαθέτουν τα κατάλληλα αντανακλαστικά, αντιληφθούν έγκαιρα τα μηνύματα και αντιδράσουν άμεσα, έτσι ώστε να ανταποκριθούν στις προκλήσεις, να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους, να διαχειριστούν σωστά τη νέα πραγματικότητα και εν τέλει να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που θα τους προσφερθούν.
Ο «οδικός χάρτης»
Η υιοθέτηση των αρχών της αειφορίας εντάσσεται ως κύριο στοιχείο της στρατηγικής των μεγάλων και πρωτοπόρων επιχειρήσεων (γνωστές ως blue-chips), σε ευθυγράμμιση με τον στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 και σύμφωνα με τους Παγκόσμιους Στόχους για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του ΟΗΕ (SDGs). Αυτές ανακοίνωσαν ήδη τους στόχους τους για μηδενισμό των εκπομπών διοξειδίου άνθρακα μέσα στις επόμενες δεκαετίες.
Αντιθέτως, τα προηγούμενα τουλάχιστον χρόνια, έρευνες αποκάλυψαν ότι ναι μεν ένα σημαντικό ποσοστό μικρομεσαίων επιχειρήσεων κατανοούν τη σημασία του όρου Βιώσιμη Ανάπτυξη, αλλά πολλές εξ αυτών δεν έδιναν σαφή απάντηση για το πώς θα εφαρμόσουν οποιαδήποτε δέσμευση σχετικά με αυτήν.
Η πλειοψηφία τους, ωστόσο, αποδέχθηκε ότι οι παγκόσμιες τάσεις Αειφορίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης θα απαιτήσουν θεμελιώδεις αλλαγές στα λειτουργικά μοντέλα του κλάδου τους ή της βιομηχανίας τους.
Το έτος 2023 στελέχη της αγοράς θέτουν μια σειρά προϋποθέσεων για τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες για να πετύχουν τους στόχους τους, όπως: να γνωρίζουν καλά και να αντιλαμβάνονται τι ακριβώς αντιπροσωπεύει ο όρος βιωσιμότητα, να σχεδιάζουν τις ενέργειες στις οποίες θα προχωρήσουν, να προσδιορίζουν το ύψος και τα χρονοδιαγράμματα των αντίστοιχων επενδύσεών τους και με λίγα λόγια να δημιουργήσουν ο καθένας τον δικό του «οδικό χάρτη», με βάση τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες της επιχείρησής του.
Το δια ταύτα είναι ότι η βιωσιμότητα ανάγεται σε παράγοντα επιβίωσης και ανάπτυξης, με όλους τους κλάδους της επιχειρηματικότητας να έχουν περιθώρια ανάπτυξης στρατηγικών ESG.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις, λέγεται συχνά, βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο ως προς την υιοθέτηση τους και μόλις τώρα συνειδητοποιούν πολλοί την δύναμη που προσφέρει το εργαλείο αυτό, στην προσπάθειά τους να κερδίσουν την μάχη του ανταγωνισμού, να αυξήσουν έσοδα και κέρδη, να εξοικονομούν κόστη, να εξασφαλίζουν χρηματοδότηση και να γίνονται αποδοτικότεροι.