Ένα από τα μεγάλα στοιχήματα των επιχειρήσεων αποτελεί η προσέλκυση των «πράσινων» επενδύσεων. Αυτών που αποτελούν φυσικό επακόλουθο της αειφορίας και της βιωσιμότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι σε έρευνα του αμερικανικού SIF (Forum for Sustainable and Responsible Investment), προκύπτει ότι το 2020 πραγματοποιήθηκαν επενδύσεις ύψους 17,1 τρισ. δολ. με κριτήρια ESG, όταν το 2018, το αντίστοιχο ποσό έφτανε τα 12 τρισ. δολ.

Δηλαδή, μια αύξηση άνω των 5 τρισ. δολ. μέσα σε μια 3ετία και προφανώς αυτή η τάση διατηρείται, εν αναμονή των νεότερων στοιχείων. Ένα αριθμητικό δεδομένο ενδεικτικό της νέας κατάστασης που επικρατεί σε επενδυτικό επίπεδο για τις επιχειρήσεις.

Η αξιολόγηση από εταιρεία σε εταιρεία σαφώς διαφέρει. Ωστόσο, το κοινό σημείο είναι το γεγονός ότι η νέα γενιά επενδυτών τοποθετεί τα τελευταία χρόνια υψηλότερα στην λίστα των αξιών της τις αρχές του sustainability.

Η Ελλάδα, βεβαίως, δεν αποτελεί εξαίρεση. Ισχυροί όμιλοι θέτουν στο επίκεντρο της στρατηγικής τους τα κριτήρια ESG (Environmental, Social and Governance) και υπηρετούν με συνέπεια τους στόχους τους.

Σύμφωνα με σχετικά πρόσφατα στοιχεία για το Χρηματιστήριο Αθηνών, οι εισηγμένες εταιρείες που ακολουθούν πρότυπα εναρμονισμένα με το Περιβάλλον, την Κοινωνία και την Εταιρική διακυβέρνηση, τον Ιούλιο του 2021 ανέρχονταν σε 35, ενώ τον Μάιο του 2022 αυξήθηκαν σε 49.

Γίνεται προφανές και από το πλήθος των συγκεκριμένων επιχειρήσεων ότι προέρχονται από πολλούς και διαφορετικούς κλάδους. Και άλλωστε, οι αρχές του sustainability αφορούν την οικονομία στο σύνολό της, όλους τους κλάδους των επιχειρήσεων και των διαδικασιών παραγωγής αλλά και τη συμπεριφορά του καταναλωτών.

«Το ESG έχει ξεφύγει από την έννοια των καλών σχέσεων και έχει γίνει πυρήνας της ίδιας της στρατηγικής των επιχειρήσεων. Είναι ένα εργαλείο στρατηγικής για να προσελκύει επενδύσεις, πελάτες και καλύτερους εργαζόμενους», έχει αναφέρει χαρακτηριστικά σε λίγο παλαιότερη τοποθέτηση του και ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η ενεργειακή μετάβαση, παρά τις προκλήσεις που τη συνοδεύουν, είναι ευκαιρία για την Ελλάδα και τις επιχειρήσεις της.

Ειδικοί τονίζουν ότι η βιώσιμη ανάπτυξη ανάγεται σε προτεραιότητα όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο και οι επιχειρήσεις πρέπει να θέτουν ως στόχο τους να καταφέρουν να αξιοποιήσουν αυτό το εργαλείο και να το μετατρέψουν σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στο πλαίσιο ένταξής τους στο νέο παραγωγικό μοντέλο.

Σε άλλη έρευνα, προκύπτει ότι η ζήτηση για βιώσιμες επενδύσεις ξεπερνά την προσφορά. Μελέτη της PwC έδειξε, ανάμεσα σε άλλα, ότι ο ενθουσιασμός για το ESG θεωρείται υψηλός σε κάθε περιοχή του κόσμου.

Χαρακτηριστικά, το 81% των θεσμικών επενδυτών στις ΗΠΑ σκοπεύουν να αυξήσουν τις κατανομές τους σε προϊόντα ESG τα επόμενα δύο χρόνια – σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με την Ευρώπη, η οποία ηγείται του υπόλοιπου κόσμου στις επενδύσεις ESG (84%).

Προβλέπει δε ότι ο σύνθετος ετήσιος ρυθμός αύξησης των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν αμοιβαία κεφάλαια και εντολές ESG μεταξύ 2021 και 2026 θα ανέλθει σε ποσοστό 12,4%, αλλά στο ίδιο πλαίσιο οι ενεργές στρατηγικές θα παρουσιάσουν ετήσια αύξηση 12,2%, ενώ οι παθητικές θα κατά σχεδόν 17% ετησίως.