Ο όρος «πράσινο» δεν αποτελεί σήμερα κάτι που καλό θα ήταν να υπάρχει, αλλά έχει άμεση σχέση με τις αποδόσεις μια επένδυσης και τις πηγές χρηματοδότησης, ειδικά στην αγορά ακινήτων, όπου η βιωσιμότητα μιας επένδυσης βάσει κριτηρίων ESG είναι περισσότερο μετρήσιμη, ανέφερε η Aleksandra Njagulj, Global Head of ESG for Real Estate του DWS Group στο συνέδριο της 22ης Prodexpo που ολοκληρώθηκε προ ημερών.
Ως επικεφαλής του ESG σε ένα επενδυτικό κεφάλαιο που διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία άνω του 1 τρισ. ευρώ, η κυρία Aleksandra Njagulj, υπογράμμισε τη σημασία των κριτηρίων που καθορίζουν σήμερα μια επένδυση ως βιώσιμη. Πρόκειται για έξι αρχές που συνδέονται με το θετικό περιβαλλοντικό και κοινωνικό αποτύπωμα, αλλά και με τη διακυβέρνηση, δηλαδή τη διαφάνεια και τη λογοδοσία.
Όπως ανέφερε, μέχρι το τέλος του έτους, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έχει εκδώσει τους ορισμούς του τι είναι και πόσο είναι «πράσινη» και «βιώσιμη» επένδυση, βάσει έξι κριτηρίων. Αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την ενεργειακή αποδοτικότητα, τη μείωση αποβλήτων και τη σωστή διαχείριση υδάτων, τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις μιας επένδυσης, ακόμα και θέματα που περιλαμβάνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις συνθήκες εργασίας, για παράδειγμα, στην κατασκευή ενός ακινήτου.
Πρόκειται για το λεγόμενο EU Taxonomy, το οποίο θα καθορίζει στο εξής τις αποδόσεις για τους επενδυτές, το κόστος ανακαίνισης και αναβάθμισης, αλλά και τον κίνδυνο στις χρηματοδοτήσεις. Σήμερα, σύμφωνα με την κυρία Njagulj, δεν υπάρχουν πλήρη και αξιόπιστα δεδομένα προκειμένου να μετρηθεί το πόσο πράσινη και βιώσιμη είναι μια επένδυση. Ωστόσο, στα ακίνητα, το πρόβλημα αυτό είναι πιο περιορισμένο, καθώς η βιωσιμότητα συνδέεται με πολλά μετρήσιμα μεγέθη, όπως είναι η ενεργειακή αποτελεσματικότητα, κ.α..
Οι κανονισμοί και οι τάσεις στην αγορά γίνονται ολοένα και πιο πιεστικοί προς τη σωστή κατεύθυνση, δηλαδή στη γνωστοποίηση αξιόπιστων στοιχείων και στην αύξηση των βιώσιμων επενδύσεων στα ακίνητα. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την κυρία Njagulj, η ζήτηση για «πράσινα» ακίνητα στην αγορά του Λονδίνου είναι μεγαλύτερη, σε σχέση με τα υπόλοιπα. Και η ζήτηση αυτή μεταφράζεται σε αυξημένα ενοίκια κατά 12,3%.
Επίσης, τα «πράσινα» ακίνητα πωλούνται ευκολότερα και λαμβάνουν φθηνότερη χρηματοδότηση, ενώ υπάρχουν άφθονες πηγές άντλησης κεφαλαίων, με πιο χαρακτηριστική, ίσως, εκείνη των «πράσινων» ομολόγων. Αλλά και ο τραπεζικός δανεισμός είναι ευκολότερος και φθηνότερος για τα «πράσινα» ακίνητα, καθώς τα κριτήρια ESG αποτελούν παράγοντα κινδύνου. Επομένως, θα φτάσουμε σε ένα σημείο που τα ακίνητα που δεν πληρούν τα κριτήρια ESG δεν θα μπορούν να πουληθούν ή να ενοικιαστούν.