Πριν η πανδημία ρίξει το βαρύ της πέπλο στην κοινωνία και την παγκόσμια οικονομία, στα κριτήρια ESG, το «E» (Enviromental) ήταν στην κορυφή της ατζέντας των περισσότερων επιχειρήσεων και οργανισμών.
O COVID-19 όμως είχε τόσο μεγάλη επίδραση στην λειτουργία των εταιρειών που αύξησε την προσοχή και στα υπόλοιπα δύο σκέλη, το Social και το Govermance, ασκώντας περισσότερη πίεση σε επιχειρηματίες και μάνατζερ. Η υγειονομική κρίση ανέδειξε τη σημασία της γρήγορης και αποτελεσματικής ανταπόκρισης σε νέους τρόπους εργασίας, ανάγκασε οργανώσεις και ενδιαφερόμενα μέρη να υιοθετήσουν τη «νέα πραγματικότητα» και απέδειξε πώς ένα σημαντικό γεγονός (COVID-19) μπορεί να έχει άμεσο αντίκτυπο στις επιχειρήσεις και την κοινωνία και να διαμορφώνει δραματικά τον τρόπο ζωής.
Αυτές οι βίαιες αλλαγές έκαναν εργαζόμενους, πελάτες και επενδυτές να ζητούν από τις επιχειρήσεις να εφαρμόσουν πιο αποτελεσματικές πρακτικές και πιο βιώσιμες εταιρικές συμπεριφορές, καθιστώντας επιβεβλημένη την στρατηγική ESG.
Συγχρόνως όμως δυνάμωσε και η διαχείριση περιβαλλοντικών πολιτικών με την ΕΕ να πρωτοστατεί στις πολιτικές για το κλίμα, υιοθετώντας πολύ υψηλούς στόχους στο δρόμο για την ενεργειακή μετάβαση.
Οι επιχειρήσεις καλούνται να επικεντρωθούν στην εξοικονόμηση ενέργειας, στις μηδενικές εκπομπές, την αλλαγή καυσίμου όπου είναι εφικτό, την καλύτερη και πιο βιώσιμη διαχείριση της αλυσίδας εφοδιασμού, τη βιώσιμη χρηματοδότηση, τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον συσκευασιών και υλικών για την επίτευξη μιας μακροπρόθεσμης διαχείρισης του κλιματικού κινδύνου.
Δεν είναι όμως ίδιες οι δεσμεύσεις για όλους καθώς το περιβαλλοντικό αποτύπωμα διαφέρει από κλάδο σε κλάδο. Για παράδειγμα, οι εταιρείες μεταποίησης, εξόρυξης χημικών και πετρελαίου αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες προκλήσεις όταν πρόκειται για τη στρατηγική τους σε πρωτοβουλίες που σχετίζονται με το κλίμα και το ESG.
Ο ρόλος των επενδυτών
Στην υιοθέτηση των κριτηρίων ESG ο ρόλος των επενδυτών είναι καταλυτικός με τις εταιρείες να ενσωματώνουν όλο και περισσότερο τα τρία κριτήρια, προκειμένου να προσελκύσουν το ενδιαφέρον διεθνών επενδυτών.
Αρχικά οι θεσμικοί επενδυτές έδειξαν ενδιαφέρον σε πτυχές που σχετίζονταν με την εταιρική διακυβέρνηση. Τα τελευταία χρόνια, το ενδιαφέρον τους για το κλίμα και τα κοινωνικά ζητήματα αυξάνεται σταδιακά.
Μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων όπως Vanguard, State Street, BlackRock και κορυφαίοι διαχειριστές κεφαλαίων έχουν δημιουργήσει εξειδικευμένες ομάδες, αναπτύσσοντας εσωτερικές μεθοδολογίες για τον καθορισμό των δικών τους βιώσιμων αξιολογήσεων.
Πέρσι σημειώθηκε αξιοσημείωτη αύξηση στην ανάλυση και τη ζήτηση πληροφοριών από επενδυτές για περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα.
Οι τελευταίοι επικεντρώθηκαν στον τρόπο με τον οποίο ευρωπαϊκές τράπεζες, εφαρμόζουν την στρατηγική βιωσιμότητάς σε σχέση με την κλιματική αλλαγή. Για παράδειγμα, οι αναλυτές εστιάζουν σε χαρτοφυλάκιο δανείων σε τομείς που είναι οι πιο ευαίσθητοι στην κλιματική αλλαγή και στο πώς η τράπεζα βοηθά τους πελάτες στη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Άλλα θέματα που εξετάστηκαν ήταν το μισθολογικό χάσμα, η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, η προστασία των δεδομένων των πελατών και οι πρωτοβουλίες οικονομικής ένταξης στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Οι επενδυτές έχουν τονίσει τη σημασία της ύπαρξης ενιαίων δεδομένων για τη βιωσιμότητα μεταξύ των τραπεζών, προκειμένου να είναι σε θέση να συγκρίνουν και να αξιολογήσουν τις εταιρείες στις οποίες επενδύουν.
Από την πανδημία COVID-19 και μετά παρατηρείται «μεγαλύτερος έλεγχος των θεμάτων ESG από θεσμικούς επενδυτές». Πρόσφατες εκθέσεις έδειξαν ότι πέρυσι, οι μεγαλύτεροι επενδυτές κινήθηκαν «σχεδόν σε πλήρη ενσωμάτωση των παραγόντων ESG στις επενδυτικές τους πολιτικές».
Τον Μάρτιο μάλιστα του 2020, η BlackRock δημοσίευσε μια επιστολή ζητώντας από τις εταιρείες να παράσχουν πληροφορίες σύμφωνα με τις οδηγίες του Συμβουλίου Προτύπων Λογιστικής Αειφορίας (SASB).
Στις αρχές Ιανουαρίου του 2021, «στην ετήσια επιστολή της προς τους CEOs, η BlackRock ενίσχυσε αυτό το μήνυμα, υπενθυμίζοντας στις εταιρείες ότι η κλιματική μετάβαση αντιπροσωπεύει μια ιστορική επενδυτική ευκαιρία».
Σύμμαχος η νομοθεσία
Ένα από τα διεθνή φόρουμ που έχει λάβει σοβαρά υπόψη τις επιπτώσεις του κλιματικού κινδύνου στην οικονομία και την κοινωνία είναι το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Το 2020, κυκλοφόρησε το μανιφέστο της βιωσιμότητας και της οικονομίας χωρίς αποκλεισμούς.
«Ο σκοπός των εταιρειών είναι να συνεργαστούν με τους ενδιαφερόμενους φορείς για τη δημιουργία κοινής και διαρκούς αξίας». Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ είναι επίσης υπεύθυνο για τη δέσμευση για τη δημοσίευση μετρήσεων ESG, η οποία υιοθετήθηκε από 61 εταιρείες που είναι μέλη του φόρουμ και από την ομάδα στελεχών που είναι μέρος του Διεθνούς Συμβουλίου Επιχειρήσεων ( IBC).
Μεγάλη πρόοδος έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια και σε νομοθετικό επίπεδο. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα από τα μεγαλύτερα ορόσημα ήταν η δημιουργία της ταξινομίας, με σκοπό να αποσαφηνιστεί ποιες οικονομικές δραστηριότητες συμβάλλουν περισσότερο στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της ΕΕ με βάση έξι στόχους: μετριασμός και προσαρμογή της κλιματικής αλλαγής. προστασία των υδάτινων και θαλάσσιων πόρων, μετάβαση στην κυκλική οικονομία, πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης, προστασία και αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων.
Στον τραπεζικό τομέα, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών ξεκίνησε το Σχέδιο Δράσης για τη Βιώσιμη Χρηματοδότηση τον Δεκέμβριο του 2019 με εντολή της Επιτροπής να το ενσωματώσει διαδοχικά στον κανονισμό προληπτικής εποπτείας.
Μεταξύ άλλων περιελάμβανε: την εθελοντική άσκηση ευαισθησίας στους κινδύνους μετάβασης το 2020, τη διάδοση των κινδύνων ESG σύμφωνα με τον πυλώνα 3 της Βασιλείας (2022), και μια έκθεση σχετικά με την ταξινόμηση και την προληπτική αντιμετώπιση των περιουσιακών στοιχείων με προοπτική βιωσιμότητας (2025).
Τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό είναι ότι, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρόκειται μέσα στο 2022 να δημοσιεύει τα πρώτα αποτελέσματα από τα stress test της για να εξετάσει την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα στην κλιματική αλλαγή στα μέσα του τρέχοντος έτους. Σύμφωνα με την ΕΚΤ, τα stress test θα βοηθήσουν στη βελτίωση της διαθεσιμότητας και της ποιότητας των στοιχείων «και θα επιτρέψουν να κατανοήσουμε καλύτερα» τα πλαίσια των ασκήσεων που χρησιμοποιούν οι τράπεζες για να εκτιμήσουν τον κλιματικό κίνδυνο.