Από το 2015 οι παγκόσμιοι ηγέτες ενέκριναν ομόφωνα την Ατζέντα 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, «το μονοπάτι που μας οδηγεί σε ένα κόσμο δικαιότερο, πιο ειρηνικό και ευημερούντα, και σε έναν υγιή πλανήτη» σύμφωνα με τον Γ.Γ. του ΟΗΕ Α. Γκουτιέρες.
Η Ατζέντα 2030 κωδικοποιείται μέσα από του 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η «Δράση για το Κλίμα», η «Φθηνή και Καθαρή Ενέργεια», καθώς και η «Υπεύθυνη Κατανάλωση και Παραγωγή».
Έκτοτε, βέβαια, αυτές οι δεσμεύσεις ιδιαίτερα όσον αφορά το σκέλος της κλιματικής αλλαγής, ελάχιστα τηρήθηκαν. Με αποτέλεσμα η έκτη αξιολόγηση του κλίματος της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), -την οποία συνέταξαν 234 επιστήμονες από 66 χώρες, βασιζόμενοι σε περισσότερες από 14.000 επιστημονικές μελέτες από όλο τον πλανήτη-, που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Αύγουστο, να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου.
Στην καρδιά του φετινού καλοκαιριού, όπου όλος ο πλανήτης βίωσε από άκρη σε άκρη και από το βορρά μέχρι τον νότο ακραία φαινόμενα που σχετίζονται με την εξελισσόμενη κλιματική αλλαγή, τα συμπεράσματα της έκθεσης ήχησαν ως «ύστατη προειδοποίηση». Και τούτο καθώς, όπως διαπιστώνεται, η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη μπορεί να φτάσει το όριο του +1,5 βαθμού Κελσίου γύρω στο 2030, δηλαδή 10 χρόνια νωρίτερα από τις εκτιμήσεις, απειλώντας με πρωτοφανείς καταστροφές την ανθρωπότητα.
Μεταξύ των συμπερασμάτων της έκθεσης περιλαμβάνονται ότι οι καύσωνες έχουν γίνει πιο συχνοί και πιο έντονοι στις περισσότερες περιοχές ξηράς του πλανήτη, ότι τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα είναι τα υψηλότερα των τελευταίων τριών εκατ. ετών, αλλά και η πιθανή αύξηση της στάθμης της θάλασσας κατά δύο μέτρα στο τέλος του αιώνα, κάτι που θα είναι μη αναστρέψιμο για εκατοντάδες ή και χιλιάδες χρόνια.
Η επικαιρότητα των Στόχων του ΟΗΕ
Υπό αυτό το πρίσμα αναδεικνύεται η διαρκής επικαιρότητα των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ και ειδικότερα εκείνων που καλούν σε δράση για το κλίμα, αλλά και για φθηνή και καθαρή ενέργεια.
Σχετικά με το Στόχο «Δράση για το Κλίμα», οι διαπιστώσεις από το 2015 ήταν ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει πλέον κάθε χώρα σε κάθε ήπειρο και ότι οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με τις σοβαρές επιπτώσεις της, όπως για παράδειγμα η αλλαγή των καιρικών συνθηκών, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και άλλα ακόμα πιο ακραία καιρικά φαινόμενα. «Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, οι οποίες οφείλονται στην ανθρώπινη δραστηριότητα και οι οποίες συνεχίζουν να αυξάνονται, είναι αυτές που οδηγούν στην κλιματική αλλαγή. Τη δεδομένη χρονική στιγμή καταγράφονται τα πιο υψηλά ποσοστά τους στην ιστορία. Αν δεν δράσουμε, η μέση παγκόσμια θερμοκρασία της επιφάνειας του πλανήτη προβλέπεται να αυξηθεί κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα και είναι πιθανό να ξεπεράσει ακόμα και τους 3 βαθμούς Κελσίου. Μάλιστα, ορισμένες περιοχές του πλανήτη αναμένεται να θερμανθούν ακόμη περισσότερο» τονίζεται χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, όπως αναφέρεται, οι προσιτές και κλιμακούμενες λύσεις, που είναι διαθέσιμες, επιτρέπουν στις χώρες να μεταπηδήσουν σε πιο καθαρές και προσαρμοστικές οικονομίες. Οι ρυθμοί αλλαγής εντείνονται καθώς ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι στρέφονται σε ανανεώσιμες μορφές ενέργειας και επιλέγουν μία σειρά από μέτρα που θα μειώσουν τις εκπομπές και θα αυξήσουν τις επιλογές προσαρμογής.
Η κλιματική αλλαγή, όμως, είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο το οποίο δεν γνωρίζει σύνορα. Οι εκπομπές σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη επηρεάζουν τους ανθρώπους οπουδήποτε. «Πρόκειται για ένα πρόβλημα το οποίο απαιτεί συντονισμένες λύσεις σε διεθνές επίπεδο αλλά και διεθνή συνεργασία έτσι ώστε να βοηθήσουμε τις αναπτυσσόμενες χώρες να μεταβούν σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα».
Με βάση τα στοιχεία που οδήγησαν στην Παγκόσμια Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα:
-Από το 1880 μέχρι το 2012, η μέση παγκόσμια θερμοκρασία αυξήθηκε κατά 0,85 βαθμούς Κελσίου. Αυτό θα μπορούσε να μεταφραστεί ως εξής: για κάθε ένα βαθμό που αυξάνεται η θερμοκρασία, η παραγωγή των δημητριακών μειώνεται κατά περίπου 5%
-Η παραγωγή καλαμποκιού, σιταριού και άλλων βασικών καλλιεργειών έχει υποστεί μείωση 40 μεγατόνων σε παγκόσμιο επίπεδο από το 1981 έως το 2002 εξαιτίας του θερμότερου κλίματος
–Οι ωκεανοί θερμαίνονται, η ποσότητα του χιονιού και του πάγου έχουν μειωθεί και η στάθμη της θάλασσας έχει αυξηθεί. Από το 1901 μέχρι το 2010 η μέση στάθμη της θάλασσας έχει αυξηθεί κατά 19 εκατοστά ενώ οι ωκεανοί επεκτείνονται εξαιτίας της θέρμανσης και του λιωσίματος των πάγων. Η έκταση των πάγων στην Αρκτική θάλασσα συρρικνώνεται κάθε δεκαετία από το 1979 κατά 1,07 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα
-Οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) έχουν αυξηθεί κατά περίπου 50% από το 1990 και παρουσίασαν μεγαλύτερη αύξηση κατά το διάστημα 2000- 2010 παρά στις τρεις προηγούμενες δεκαετίες
Ο Στόχος «Δράση για το Κλίμα» επιδιώκει:
-Ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της προσαρμοστικής ικανότητας όλων των χωρών έναντι των κινδύνων και των φυσικών καταστροφών που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή.
-Ενσωμάτωση των μέτρων για την κλιματική αλλαγή στις εθνικές πολιτικές, στρατηγικές και σχεδιασμούς.
– Βελτίωση της εκπαίδευσης, ευαισθητοποίησης, καθώς και της ανθρώπινης και θεσμικής ικανότητας σχετικά με θέματα που αφορούν τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, την προσαρμογή, τη μείωση των επιπτώσεων και την έγκαιρη προειδοποίηση
–Εφαρμογή της δέσμευσης που έχουν αναλάβει οι ανεπτυγμένες χώρες μέρη της Σύμβασης-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, σχετικά με τον στόχο για την από κοινού ετήσια διάθεση 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων (ήταν μέχρι το 2020), μέσω διαφόρων πηγών, ώστε να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες των αναπτυσσόμενων χωρών, στο πλαίσιο της ανάληψης ουσιαστικών δράσεων άμβλυνσης των επιπτώσεων και διαφάνειας στην εφαρμογή, και την πλήρη λειτουργία του Πράσινου Ταμείου για το Κλίμα.
– Προώθηση μηχανισμών για την αύξηση της ικανότητας σχετικά με τον αποτελεσματικό σχεδιασμό και τη διαχείριση θεμάτων που αφορούν την κλιματική αλλαγή στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και στα μικρά αναπτυσσόμενα νησιωτικά κράτη, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών, των νέων καθώς και των τοπικών και περιθωριοποιημένων κοινοτήτων.
Ο στρατηγικός ρόλος της ενέργειας
Κεντρικός πυλώνας των προσπαθειών ανάσχεσης της κλιματικής κρίσης είναι η ενέργεια, καθώς η εργασία, η ασφάλεια, η παραγωγή τροφίμων και η αύξηση του εισοδήματος προϋποθέτουν απαραιτήτως πρόσβαση σε αυτή.
Με βάση τα στοιχεία:
- Η ενέργεια συμβάλλει σημαντικά στην κλιματική αλλαγή, αντιπροσωπεύοντας το 60% των συνολικών εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου
- Ένας στους πέντε ανθρώπους δεν έχει πρόσβαση σε σύγχρονης μορφής ηλεκτρική ενέργεια
- 3 δισεκατομμύρια άνθρωποι στηρίζονται στην ξυλεία, τον γαιάνθρακα, τον ξυλάνθρακα και τα ζωικά απόβλητα για τη θέρμανση και το μαγείρεμα
Ο Στόχος «Φθηνή και Καθαρή Ενέργεια» επιδιώκει έως το 2030:
- Διασφάλιση της καθολικής πρόσβασης σε προσιτές, αξιόπιστες και σύγχρονες υπηρεσίες ενέργειας.
- Σημαντική αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα.
- Διπλασιασμό του παγκόσμιου ποσοστού βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας.
- Ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση στην έρευνα και την τεχνολογία καθαρής ενέργειας ,–συμπεριλαμβανομένων των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, της ενεργειακής αποδοτικότητας και των προηγμένων και καθαρών τεχνολογιών ορυκτών καυσίμων-,και να προωθηθούν οι επενδύσεις σε ενεργειακές υποδομές και τεχνολογίες καθαρής ενέργειας.
- Επέκταση των υποδομών και αναβάθμιση της τεχνολογίας για την παροχή σύγχρονων και βιώσιμων υπηρεσιών ενέργειας για όλους στις αναπτυσσόμενες χώρες, και ιδίως στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, στα μικρά αναπτυσσόμενα νησιωτικά καθώς και στα περίκλειστα αναπτυσσόμενα κράτη, σύμφωνα με τα αντίστοιχα προγράμματα στήριξής τους.
Συναφής είναι και ο Στόχος για «Υπεύθυνη Παραγωγή και Κατανάλωση» που αφορά στην προώθηση πόρων και την αποδοτικότητα της ενέργειας, την προώθηση βιώσιμων υποδομών και παροχών πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες καθώς τις πράσινες και αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας.
Η βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση αποβλέπει στο «να παράγει περισσότερα και καλύτερα με όσο το δυνατόν λιγότερα», αυξάνοντας τα καθαρά κέρδη ευημερίας από τις οικονομικές δραστηριότητες μέσω της μείωσης της χρήσης των φυσικών πόρων.