Εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα αναγκάζονται τα τελευταία χρόνια να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις του Ψηφιακού Μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας και επενδύουν στην ψηφιοποίηση των διαδικασιών της καθημερινής λειτουργίας τους, με αυξανόμενους ρυθμούς. Όχι ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη τους πλέον, αλλά ως υποχρέωση.
Πρώτον, για να μην χάσουν το «τρένο» του ανταγωνισμού και δεύτερον για να καταφέρουν να είναι συνεπείς ως προς τη σχέση τους με τις φορολογικές και άλλες αρχές της χώρας.
Η «πίτα» του λεγόμενου business software στην ελληνική αγορά πληροφορικής υπολογίζεται ανάμεσα στα 300 και 400 εκατ. ευρώ, με την προοπτική να τριπλασιασθεί σε βάθος μιας 4ετίας ή 5ετίας, άρα να εκτιναχθεί ακόμα και πάνω από το 1 δισ. ευρώ, όπως προβλέπουν έμπειρα στελέχη του κλάδου.
Δεν θεωρείται τυχαίο άλλωστε ότι οι ελληνικοί όμιλοι πληροφορικής οι οποίοι διατηρούν ως core αντικείμενο των δραστηριοτήτων τους το business software, εισηγμένοι ή και μη εισηγμένοι στο Χρηματιστήριο Αθηνών, πρωταγωνιστούν σταθερά στην θεαματική αναπτυξιακή πορεία της εγχώριας αγοράς όπου ανήκουν και παρουσιάζουν ισχυρά διψήφια ποσοστά αύξησης εσόδων και κερδοφορίας, από χρήση σε χρήση και από τρίμηνο σε τρίμηνο, με σερί επενδύσεων σε εξαγορές άλλων εταιρειών.
Ο χώρος του επιχειρηματικού λογισμικού εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος από την αρχή του Ψηφιακού Μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας, που επιταχύνθηκε μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, και συνεχίζεται μέχρι να φτάσουν οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι επιχειρήσεις κάθε μεγέθους σε μια πιο ώριμη φάση της ψηφιοποίησής τους.
Παρόλα αυτά, το μεγάλο «μπαμ» φαίνεται να βρίσκεται… μπροστά για τον κλάδο, με δεδομένο ότι εισάγεται μια σειρά νέων ψηφιακών υποχρεώσεων στην καθημερινή ρουτίνα εκατοντάδων χιλιάδων ιδιωτικών επιχειρήσεων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της εφαρμογής της ψηφιακής κάρτας εργασίας, σταδιακά και ανά κλάδο, αλλά και με την ηλεκτρονική τιμολόγηση ή επίσης με την υψηλή ζήτηση για προϊόντα ERP, CRM, τα προγράμματα διαχείρησης προσωπικού, μισθοδοσίας κ.λπ.
Η αγορά του business software μεγεθύνεται με ταχείς ρυθμούς, με τους ομίλους πληροφορικής που εξειδικεύονται σε αυτό το κομμάτι της να μη σταματούν να λανσάρουν νέα προϊόντα και υπηρεσίες, κάτι το οποίο ισχύει και για το 2024.
Προς αυτή την κατεύθυνση συνάδουν και οι κυβερνητικές αποφάσεις, που συσχετίζονται με το σύστημα myData, την ηλεκτρονική τιμολόγηση, την υποχρεωτική χρήση POS, την ψηφιακή κάρτα εργασίας και πιο πρόσφατο παράδειγμα την υποχρέωση όλων των δημόσιων οργανισμών να ενταχθούν στην ηλεκτρονική τιμολόγηση, με ότι αυτό θα σημαίνει και για τις ανάγκες των επιχειρήσεων.
Εν κατακλείδι, η ζήτηση διαρκώς ανεβαίνει. Στο δημόσιο, όλο και περισσότεροι οργανισμοί απαιτούν πια μόνο ηλεκτρονικά τιμολόγια στις συναλλαγές τους. Ένα άλλο «μέτωπο» σε αυτή τη χρονική περίοδο, πλην της ψηφιακής κάρτας εργασίας, θεωρούνται και οι διαδικασίες με τα POS στη λιανική, με το ενδιαφέρον για τις εταιρείες πληροφορικής να στρέφεται στο software.
Παράλληλα, προϋπήρχε το σκέλος των B2B συναλλαγών που συνεχίζει την πορεία του.
Σε πρόσφατη ενημέρωση αναλυτών για τα ετήσια αποτελέσματα εισηγμένης, κατέστη σαφές με τον πιο αναλυτικό τρόπο το γιατί τα περιθώρια ανάπτυξης του κλάδου του επιχειρηματικού λογισμικού παραμένουν μεγάλα, μετά από μια 3ετία εξέλιξης του Ψηφιακού Μετασχηματισμού στην Ελλάδα, αφού όπως επισημάνθηκε μόνο το 12% μικρομεσαίων επιχειρήσεων διαθέτει ως σήμερα ηλεκτρονική τιμολόγηση.
Σε συνομιλία μας με υψηλόβαθμο στέλεχος ομίλου – βασικού «παίκτη» της αγοράς πληροφορικής- τονίστηκε ότι η ηλεκτρονική τιμολόγηση, γενικά στην Ελλάδα σαν ομπρέλα θεμάτων, «θα μας απασχολεί ανοδικά για την επόμενη 3ετία τουλάχιστον.».
Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και των λοιπών κοινοτικών προγραμμάτων δίνουν ώθηση όμως για να καλυφθεί το κενό, καθώς η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων που προχωρούν στον Ψηφιακό Μετασχηματισμό τους με τη χρήση διαφόρων «εργαλείων», δεν παύει να αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία για όλους: τόσο για τις ίδιες όσο και για τους ειδικούς της πληροφορικής στην Ελλάδα, το επίπεδο της τεχνογνωσίας των οποίων αναγνωριζεται σε διεθνές επίπεδο.