Τα γλυκαντικά κρύβονται παντού, καθώς περιέχονται σχεδόν σε όλες τις επεξεργασμένες τροφές.
Η γλυκόζη είναι η αποκλειστική πηγή ενέργειας για τον εγκέφαλο και γι’ αυτό είναι σημαντικό να διατηρούνται τα επίπεδα στο αίμα σε φυσιολογικά επίπεδα. Οταν τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα είναι χαμηλά, ο εγκέφαλος συναγωνίζεται με τα άλλα όργανα του σώματος για την άντληση γλυκόζης. Οταν τα επίπεδα πέφτουν κάτω από το φυσιολογικό επίπεδο (υπογλυκαιμία), παρουσιάζονται κάποια συμπτώματα όπως τρέμουλο, ζάλη και άλλες νευρολογικές διαταραχές. Αντίθετα, αν τα επίπεδα γλυκόζης υπερβούν τα φυσιολογικά όρια (υπεργλυκαιμία) τα συμπτώματα είναι αίσθημα κόπωσης, θολή όραση, πονοκέφαλο και έντονη δίψα.
Ενας μέσος άνθρωπος χρειάζεται περίπου 130 γρ. γλυκόζης ημερησίως για την κάλυψη των αναγκών του εγκεφάλου, όμως οι καθημερινές διατροφικές συνήθειες μας οδηγούν να καταναλώνουμε μεγαλύτερες ποσότητες από αυτές που πραγματικά χρειαζόμαστε. Οι μελέτες δείχνουν ότι η πρόσθετη ζάχαρη συχνά προκαλεί εθισμό, καθώς η υπερκατανάλωση αλλοιώνει το σύστημα ανταμοιβής στον ανθρώπινο εγκέφαλο, το οποίο στη συνέχεια εντείνει την υπερφαγία. Ετσι, σταδιακά απαιτούνται συνεχώς μεγαλύτερες ποσότητες ζάχαρης για να επιτευχθεί το ίδιο επίπεδο ανταμοιβής, όπως συμβαίνει με κάθε εθιστικό παράγοντα.
Η ζάχαρη ενσωματώθηκε στην τροφική αλυσίδα στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 για να γίνουν τα τρόφιμα πιο εύγευστα, ενώ στη δεκαετία του ‘70 αυξήθηκαν τα ποτά με προσθήκη ζάχαρης. Τον τελευταίο μισό αιώνα η κατανάλωση ζάχαρης έχει τριπλασιαστεί σε παγκόσμιο επίπεδο και ένας λόγος είναι τα πρόσθετα σάκχαρα που κρύβονται στα επεξεργασμένα τρόφιμα που αναγράφονται στις ετικέτες των τροφίμων με ψιλά γράμματα. Σύμφωνα με το NCI των ΗΠΑ (National Cancer Institute) oι ενήλικες άνδρες στις ΗΠΑ λαμβάνουν κατά μέσο όρο 24 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη την ημέρα, που ισοδυναμεί με 384 θερμίδες (Artificial Sweeteners and Cancer, 2016). «Ο αντίκτυπος της υπερβολικής ζάχαρης στην παχυσαρκία και τον διαβήτη είναι καλά τεκμηριωμένος, όμως πολλοί θα εκπλαγούν όταν συνειδητοποιήσουν ότι η ενισχυμένη γεύση που δίνει η ζάχαρη στα τρόφιμα που καταναλώνουν μπορεί να έχει σοβαρό αντίκτυπο στη συνολική υγεία και ιδιαίτερα όσον αφορά τον καρκίνο», λέει ο Dr. Frank Hu, καθηγητής διατροφής στο Harvard Medical School.
Φλεγμονή εγκεφάλου
Οταν τα σάκχαρα στο αίμα είναι πολύ υψηλά, ή αν υπάρχει συνεχής διακύμανση μεταξύ χαμηλού και υψηλού σακχάρου, ενεργοποιούνται τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος του εγκεφάλου, που οδηγεί άμεσα φλεγμονή με άμεσες και συχνά μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Επιβραδύνεται η ταχύτητα μετάδοσης των σημάτων στον εγκέφαλο, οδηγώντας σε αίσθηση “θολούρας” (brain fog), μειωμένη απόδοση και δυσκολίες στη μνήμη. Σε παλαιότερη μελέτη σε πειραματόζωα (Short-term exposure to a diet high in fat and sugar, or liquid sugar, selectively impairs hippocampal-dependent memory, with differential impacts on inflammation, 2016) διαπιστώθηκε ότι η ζάχαρη μπορεί να αυξήσει με γρήγορους ρυθμούς τους δείκτες της φλεγμονής, ενώ ο συνδυασμός με την υπεργλυκαιμία μπορεί να είναι ο παράγοντας που σχετίζεται με τα ελλείμματα μνήμης.
Αξιοσημείωτο είναι το εύρημα σε μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Translational Psychiatry το 2021 (Gut microbial taxa elevated by dietary sugar disrupt memory function) όπου παρουσιάστηκε ο μηχανισμός με τον οποίο μια ορισμένη αλλαγή στο μικροβίωμα του εντέρου (τα βακτήρια και άλλοι μικροοργανισμοί που αναπτύσσονται στο στομάχι και τα έντερα) μπορεί να αλλάξει τη λειτουργία μιας συγκεκριμένης περιοχής του εγκεφάλου. Γύρω από το ίδιο επιστημονικό ερώτημα κινείται και η μελέτη του νευροεπιστήμονα Scott Kanoski, ο οποίος είναι αναπληρωτής καθηγητής βιολογικών επιστημών στο USC Dornsife College of Letters, Arts and Sciences της California. Ο καθηγητής έχει μελετήσει τη σχέση μεταξύ διατροφής και εγκεφαλικής λειτουργίας και η έρευνά του σε εργαστηριακά ποντίκια έδειξε ότι το μικροβίωμα του εντέρου αλλάζει με την κατανάλωση ζαχαρούχων ποτών βλάπτοντας τη λειτουργία της μνήμης.
Η Alexandra DiFeliceantonio, επίκουρη καθηγήτρια στο Fralin Biomedical Research Institute της Virginia Tech, σημειώνει ότι υπάρχει ένας δευτερεύων αισθητήρας στο έντερο που καταγράφει τη ζάχαρη και το λίπος, δίνοντας σήμα στον εγκέφαλο να απελευθερώσει ντοπαμίνη στην ίδια περιοχή. Τροφές πλούσιες σε λίπος και ζάχαρη μπορούν να αυξήσουν την ντοπαμίνη έως και 200% πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα, μια αύξηση παρόμοια με αυτή που παρατηρείται στη νικοτίνη και το αλκοόλ, τους δύο πιο συνηθισμένους εθιστικούς παράγοντες παγκοσμίως.
Επεξεργασμένες τροφές και ζάχαρη
Το ανθρώπινο σώμα κατακλύζεται από τροφές που έχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις ορισμένων θρεπτικών συστατικών, όπως η ζάχαρη και περισσότερους συνδυασμούς θρεπτικών συστατικών από ποτέ, που συνδυάζονται με άλλους αισθητηριακούς παράγοντες, όπως είναι η υφή του τροφίμου. Τα βιομηχανικά επεξεργασμένα τρόφιμα αποτελούνται από ουσίες που εξάγονται από τρόφιμα, όπως άμυλα και υδρογονωμένα λίπη. Πρόσθετα όπως οι γλυκαντικές ουσίες, τα τεχνητά αρώματα, οι γαλακτωματοποιητές (που διατηρούν το λάδι και το νερό αναμεμειγμένα) και οι σταθεροποιητές (που διατηρούν τη δομή ή την υφή του φαγητού) κάνουν τα τρόφιμα πιο ελκυστικά, αλλά τελικά λειτουργούν εις βάρος του ανθρώπινου οργανισμού. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των εξαιρετικά επεξεργασμένων τροφίμων και εκείνων που παρασκευάζονται από το μηδέν. Η Dr. DiFeliceantonio σημειώνει ότι “η επίγνωση αυτών των διαφορών είναι το πρώτο βήμα για την αποφυγή ενός μεγάλου αριθμού θεμάτων υγείας που σχετίζονται με τη διατροφή. Με την αύξηση της παραγωγής υπερεπεξεργασμένων τροφίμων στη δεκαετία του 1980, είδαμε αύξηση στη θνησιμότητα και τις ασθένειες που σχετίζονται με τη διατροφή».
Στη σχετική έρευνα (Ultra-Processed Food Addiction: An Epidemic, 2022) επισημαίνεται ότι ο επιπολασμός, (η αναλογία ενός συγκεκριμένου πληθυσμού που επηρεάζεται από μια ιατρική κατάσταση) της παχυσαρκίας, διπλασιάστηκε από τη δεκαετία του 1980, με αποτέλεσμα υψηλότερα ποσοστά εμφάνισης ασθενειών που σχετίζονται με τη διατροφή, με πρωταγωνιστές τη ζάχαρη και τα λίπη. Αυτές οι δραστικές αλλαγές δεν μπορούν να αποδοθούν μόνο σε γρήγορες αυξήσεις της γενετικής προδιάθεσης για παχυσαρκία, ούτε σε ξαφνικές μειώσεις της προσωπικής ευθύνης των ατόμων στη λήψη διατροφικών αποφάσεων, αλλά και στο είδος της τροφής που καταναλώνεται.
Εθισμός στις επεξεργασμένες τροφές
Η επεξεργασία των τροφίμων περιλαμβάνει τεχνικές που μπορεί να είναι ωφέλιμες για τη δημόσια υγεία, όπως π.χ. κονσερβοποίηση λαχανικών για μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, ή επιβλαβείς, π.χ. δημιουργία φθηνών, φτωχών σε θρεπτικά συστατικά τροφών όπως διάφορα έλαια. Οπως αναφέρεται στην έρευνα: “Ο εθισμός στα εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα (HP) έχει συσχετιστεί με αρνητικά αποτελέσματα, όπως υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), συχνότερη υπερφαγία, μεγαλύτερη αποτυχία στις δοκιμές θεραπείας απώλειας βάρους και χειρότερη ψυχική και σωματική υγεία”.
Η Ashley Gearhardt, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν επισημαίνει ότι τα επεξεργασμένα τρόφιμα μπορούν να χαρακτηριστούν εθιστικά, καθώς οι μελέτες δείχνουν ότι όσο πιο γρήγορα επηρεάζει μια ουσία τον ανθρώπινο εγκέφαλο τόσο πιο εθιστική είναι (The Rate Hypothesis and Agonist Substitution Approaches to Cocaine Abuse Treatment).
Φωτογραφίες: Getty Images / Ideal Image