Οδηγεί τελικά η σπανιότητα σε εξωφρενικές τιμές; Τα μεγάλα κρασιά θέτουν υπό αμφισβήτηση τις θεμελιώδεις αρχές της οικονομικής θεωρίας!
Εντάξει, τα μεγάλα κρασιά δεν θέτουν τίποτα σε αμφισβήτηση. Απλώς αυτό ήταν ένα teaser για να διαβάσετε το παρακάτω άρθρο, αν και η αλήθεια είναι ότι η περίπτωση τους διαφέρει ριζικά από αυτήν μιας Aston Martin DBS Superleggera, ενός Montblanc Star Legacy Nicolas Rieussec Chronograph Limited Edition 200 ή ακόμα και ενός Hennessy Edition Particuliere No 5. Αλλά και όλων των άλλων αγαθών η σπανιότητα των οποίων εκτινάσσει την αξία τους σε στρατοσφαιρικά επίπεδα.
Έτσι όποιος νομίζει ότι μια οινική cuvée θα σπάσει τα ρεκόρ των τιμών επειδή παράγεται σε μόλις 500 φιάλες, μετά από μια σύντομη έρευνα όχι μόνο θα συνειδητοποιήσει ότι κάνει λάθος αλλά και θα διαπιστώσει ότι σχεδόν όλα τα μυθικά κρασιά του κόσμου παράγονται σε πολλές δεκάδες ή ακόμα και εκατοντάδες χιλιάδες φιάλες!
Φυσικά και στην περίπτωση των fine wines -όπως και σε όλα τα άλλα αγαθά πολυτελείας- η βασική προϋπόθεση που πρέπει να ισχύει είναι η μικρή προσφορά σε σχέση με την ζήτηση. Όμως τα σπουδαία κρασιά έχουν δύο διαστάσεις που ελάχιστα άλλα προϊόντα αυτής της κατηγορίας διαθέτουν: την συνεχή παραγωγή τους κάθε χρονιά και την ικανότητά τους να βελτιώνονται όταν παλαιώνουν.
Ετσι – όσο κυνικό και να ακούγεται – το μεγαλύτερο μέρος του όγκου τους δεν χρησιμοποιείται για την ικανοποίηση των αισθήσεων ρομαντικών οινόφιλων, αλλά για την απόκτηση πλούτου μέσω της αγοράς και της πώλησής φιαλών, όπως ακριβώς θα συνέβαινε με μια μετοχή. Αυτή η χρηματιστηριακή πλευρά –η οποία υποστηρίζεται από δείκτες, προαγορές, δημοπρασίες και πολλά άλλα money making “καλούδια” – είναι που καθιστά τα μεγάλα κρασιά του κόσμου τόσο ακριβά. Και η ίδια που έχει αναγκάσει τον Christian Moueix να εκφράσει το παράπονο για το γεγονός ότι οι περισσότερες φιάλες του περίφημου, όσο και πανάκριβου, Petrus του δεν ανοίγονται ποτέ, αλλά απλώς αλλάζουν χέρια μέχρι το κρασί να πεθάνει!
Ενα οινικό ταξίδι μέσα στον χρόνο μπορεί να προσφέρει μεγάλες συγκινήσεις στους λάτρεις του κρασιού, παράλληλα όμως αποδεικνύει και το κατά πόσο αυτές οι “ρευστές μετοχές” παραμένουν ισχυρές
Σε αντίθεση πάντως με μια μετοχή, ένα κρασί χρειάζεται να δημιουργήσει έναν μύθο· και αυτός κυρίως χτίζεται μέσα από την ιστορία του, τις μοναδικές εμπειρίες που προσφέρει στο ποτήρι και την ικανότητά του να παλαιώνει. Ικανότητα που αποδεικνύεται κυρίως μέσα από κάθετες γευστικές δοκιμές, δοκιμές δηλαδή του συγκεκριμένου κρασιού σε πολλές διαφορετικές εσοδείες. Ένα οινικό ταξίδι μέσα στον χρόνο που μπορεί να προσφέρει μεγάλες συγκινήσεις στους λάτρεις του κρασιού, παράλληλα όμως αποδεικνύει και το κατά πόσο αυτές οι “ρευστές μετοχές” παραμένουν ισχυρές.
Και εδώ είναι που τίθεται το θέμα της ποσότητας, αφού για να συμβούν όλα τα παραπάνω αλλά και για να αποκτήσει ένα οινοποιείο ισχυρή οικονομική υπόσταση, απαιτούνται πολλές χιλιάδες και όχι μερικές εκατοντάδες μπουκαλάκια, νούμερο που δεν θα επέτρεπε παρά την ικανοποίηση των αναγκών μιας ντουζίνας εστιατορίων και οινόφιλων.
Ομως και η ίδια η ποιότητα όσο και η σταθερότητα του κρασιού εξαρτάται από τον αριθμό της παραγόμενης ποσότητας, με έναν μεγάλο αμπελώνα να δίνει άλλες δυνατότητες στον παραγωγό. Ίσως αυτό φαντάζει περίεργο, όμως μια έκταση πολλών εκατοντάδων στρεμμάτων διασφαλίζει καλό σταφύλι κάθε χρόνο, αφού οι διαφοροποιήσεις στον προσανατολισμό, την κλίση ή την σύσταση του εδάφους εγγυώνται ότι κάποια κομμάτια του πάντα θα ωριμάζουν καλά. Επιπρόσθετα επιτρέπει και την σταδιακή αναμπέλωση, ώστε πάντα να υπάρχουν αρκετά κλίματα στην “χρυσή” ηλικία των 25-40 ετών που να προσδίδουν στο κρασί βάθος και πολυπλοκότητα όσο τα νεαρά αμπέλια μεγαλώνουν.
Συνεπώς το παραμύθι του υπερσπάνιου κρασιού των 800 φιαλών έχει νόημα μόνο εφόσον η εν λόγω cuvée ικανοποιεί όλα τα παραπάνω, κάτι που συμβαίνει πολύ πιο σπάνια από ότι κανείς φαντάζεται. Και αν χρειάζεστε επιπλέον αποδείξεις απλά αναλογιστείτε ότι το Chateau Lafite Rothschild παράγεται σε 180.000 φιάλες ετησίως, το Opus One σε 150.000, το Ornellaia σε 140.000 και το Petrus σε 30.000, ενώ ακόμα και το Romanée-Conti –το ακριβότερο κρασί του κόσμου που προέρχεται από το λιλιπούτειο Grand Cru των 1,77 εκταρίων– μετρά τη διόλου ευκαταφρόνητη παραγωγή των 6.000 φιαλών!