Η ιστορία του ριάλ του Ιράν και του δηναρίου του Κουβέιτ, που αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς κόσμους.
Βάλτε στο μυαλό σας το πιο δυνατό και το πιο αδύναμο νόμισμα στον κόσμο. Αυτά, δηλαδή, που έχουν την ακριβότερη και τη φθηνότερη αξία σύμφωνα με τις διεθνείς ισοτιμίες. Από οικονομικής πλευράς, είναι δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι: Χρειάζεσαι 136.477 μονάδες του «φθηνού» νομίσματος για να αγοράσεις μία και μοναδική μονάδα του «ακριβού». Κι όμως, αυτοί οι δύο διαφορετικοί κόσμοι απέχουν μόλις 58 χιλιόμετρα μεταξύ τους!
Οι δύο άκρες του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος
Με το δηνάριο οι Κουβεϊτιανοί απολαμβάνουν το πιο ισχυρό νόμισμα του κόσμου σε ισοτιμία, αφού για να αγοράσει κάποιος ένα και μοναδικό δηνάριο θα πρέπει να διαθέσει 3,14 ευρώ. Αντίθετα, το ριάλ του Ιράν είναι τόσο υποτιμημένο, που χρειάζονται 43.420 ριάλ για να αγοράσουν ένα και μοναδικό ευρώ. Αυτή η… παραλίγο γειτνίαση προσδίδει ακόμα περισσότερο αλατοπίπερο στην ιστορία. Και τα δύο κράτη βρέχονται από τον Περσικό Κόλπο που κολυμπάει στο πετρέλαιο, το Κουβέιτ στις βορειοδυτικές του ακτές και το Ιράν στις ανατολικές. Μεταξύ τους παρεμβάλλεται η πολύ μικρή ακτογραμμή του Ιράκ (η περιοχή του λιμανιού της Βασόρας), μήκους μόλις 58 χλμ. Παρά το γεγονός ότι και οι δύο οικονομίες βασίζονται πάρα πολύ στις πετρελαϊκές εξαγωγές, αυτή είναι και η μοναδική τους ομοιότητα.
Η ονομασία «ριάλ» είναι πολύ παλιά για το Ιράν. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1798, αλλά «αντικαταστάθηκε» από μια νέα ονομασία νομίσματος, το κιράν, το 1825. Έπρεπε να περάσει τουλάχιστον ένας αιώνας για να επανέλθει στα πορτοφόλια της Περσικής Αυτοκρατορίας. Το 1932 μαζί με τις άλλες οικονομικές και τραπεζικές μεταρρυθμίσεις, ο τότε σάχης Ρεζά Χαν Παχλαβί αποφάσισε την υιοθέτηση του ριάλ, ώστε να συνδέσει τη χώρα του με το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα. Στην αρχή της ζωής του, το ριάλ συνδέθηκε με τη βρετανική λίρα με αρχική ισοτιμία 1 λίρα=59,75 ριάλ. Το 1945, με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έγινε η σύνδεση με το αμερικανικό δολάριο (με ισοτιμία 1 δολάριο=32,25 ριάλ).
Η υποχώρηση του ριάλ έναντι του δολαρίου ήταν σταθερή, αλλά σε μικρές τιμές. Το 1979, λίγο πριν το ξέσπασμα της Ιρανικής Επανάστασης, η ισοτιμία ήταν 1 δολάριο=68,7 ριάλ. Η επανάσταση και οι οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ μετά την αλλαγή του καθεστώτος ήταν το πρώτο μεγάλο χτύπημα για το νόμισμα, καθώς μέσα σε λίγες ημέρες υπολογίζεται ότι έκαναν φτερά από το τραπεζικό σύστημα του Ιράν περισσότερα από 40 δισ. δολάρια της εποχής, με συνέπεια να χαθεί η εμπιστοσύνη στο νόμισμα. Η ισοτιμία το 1999 ήταν 1 δολάριο=9.430 ριάλ το 1999.
Για τα επόμενα χρόνια, η κυβέρνηση του Ιράν έριχνε στην αγορά πάνω από 250 εκ. δολάρια κάθε ημέρα, ώστε να κρατήσει την ισοτιμία του νομίσματός της κάτω από το «ψυχολογικό όριο» των 10.000 ριάλ ανά δολάριο. Τον Ιανουάριο του 2012 ήλθε το δεύτερο μεγάλο χτύπημα, με το ριάλ να χάνει σχεδόν το 50% της αξίας του σε λίγες ημέρες και να φτάνει στην ισοτιμία σχεδόν 17.000 ριάλ ανά δολάριο. Η σημαντικότερη κατρακύλα, όμως, ήλθε μετά το 2018, όταν λόγω του υψηλότατου πληθωρισμού το ριάλ έχασε σχεδόν πέντε φορές την αξία του, μετά και την διαρροή της απόφασης της κυβέρνησης να τυπώσει νέα χαρτονομίσματα.
Οι διαδηλώσεις στο Ιράν το 2022 μετά το θάνατο της Μαχσά Αμινί, της κοπέλας που ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου επειδή δεν φορούσε σωστά την μαντήλα της, ήταν το τελευταίο χτύπημα. O έλεγχος στην ισοτιμία ουσιαστικά χάθηκε εκεί. Σε λίγες ημέρες το ριάλ έχασε το 29% της τότε αξίας του. Για να φτάσει στη σημερινή ισοτιμία, σε μια ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία. Η κυβέρνηση του Ιράν έφτασε στο σημείο το 2019 να υιοθετήσει μια νέα νομισματική μονάδα, το τομάν, διευκρινίζοντας ότι 1 τομάν=10 ριάλ, δηλαδή θα κόβεται ένα μηδενικό σε σχέση με τη τωρινή αξία του ριάλ. Παρ’ ότι έχει εγκριθεί με απόφαση του κοινοβουλίου το 2020, η επίσημη αλλαγή δεν έχει γίνει ακόμα. Πολλές τιμές, βέβαια, στις αγορές του Ιράν είναι άλλοτε σε ριάλ και άλλοτε σε τομάν, γεγονός που προκαλεί σύγχυση ακόμα και στους ντόπιους.
Ενα ισχυρό και πολύτιμο νόμισμα
Λίγα χιλιόμετρα πιο δυτικά, στο Κουβέιτ, η κατάσταση είναι 100% διαφορετική. Το δηνάριο υιοθετήθηκε ως νόμισμα το 1961, όταν και αντικατέστησε τη ρουπία του Κόλπου, ένα τοπικό νόμισμα όλων των αραβικών μοναρχιών στο δυτικό κομμάτι του Περσικού Κόλπου, το οποίο ήταν συνδεδεμένο με την ινδική ρουπία. Η αρχική ισοτιμία με τη στερλίνα ήταν 1:1, σημάδι του πόσο αισιόδοξοι ήταν οι Κουβεϊτιανοί για τον έλεγχο της οικονομίας τους.
Πράγματι, το Κουβέιτ είχε όλες τις προϋποθέσεις να σταθεροποιήσει το νόμισμά του στα υψηλότερα επίπεδα. Οι μεγάλες πετρελαϊκές εξαγωγές πετρέλαιο επιτρέπουν στην κυβέρνηση να διατηρεί μεγάλο μέρος των εισοδημάτων της σε ξένο νόμισμα, το οποίο αυξάνει την αξία του δηνάριου. Το νόμισμα δεν είναι συνδεδεμένο αποκλειστικά με κανένα από τα ισχυρά νομίσματα του πλανήτη. Ο χαμηλός πληθυσμός της χώρας και το υψηλό ΑΕΠ ενισχύουν την αγοραστική δύναμη. Και λόγω του σχετικά μικρού πληθυσμού (λίγο πάνω από 3 εκατομμύρια) δεν χρειάζεται να εκτυπώνει μεγάλες ποσότητες νομίσματος, άρα έχει και λιγότερες πληθωριστικές πιέσεις.
Στον κόσμο των συλλεκτών, τα δηνάρια του Κουβέιτ είναι από τα αγαπημένα χαρτονομίσματα. Ειδικά η τελευταία σειρά, που κυκλοφόρησε το 2014, θεωρούνται… πίνακες ζωγραφικής από πολλούς συλλέκτες, επειδή απεικονίζουν διάφορες δραστηριότητες από την ιστορία και την καθημερινή ζωή της χώρας με πλήθος χρωμάτων.