Κάθε εβδομάδα παρουσιάζουμε ένα εμβληματικό έργο Τέχνης και αποκωδικοποιούμε τους λόγους που το έκαναν σημαντικό ώστε να αποκτήσει τεράστια αξία μέσα στον χρόνο.
Κάθε γραμμή και χρώμα στα έργα του Σάι Τουόμπλι, είναι εμποτισμένα με ενέργεια, πνευματικότητα και νόημα. Δημιούργησε έργα, που είναι ταυτόχρονα προσωπικά και εμπνευσμένα από μύθους, επιτρέποντας στην αφήγηση, τη γλώσσα και τα εσωτερικά οράματα να ξεπηδήσουν από συγκεκριμένες και αφηρημένες σημειώσεις.
O Eντουαρτ Πάρκερ Τουόμπλι Τζ. παρόλο που άρχισε ν’ ασχολείται με την τέχνη από δεκατεσσάρων ετών, παρακολουθώντας διαλέξεις του Καταλανού ζωγράφου Πιερ Ντάουρα και σπούδασε στη Σχολή του Museum of Fine Arts στην Βοστώνη και στην Art Students League της Νέας Υόρκης, δεν άνοιξε τα φτερά του, παρά μόνο όταν φοίτησε στο Black Mountain College στη Βόρεια Καρολίνα. Εζησε ένα διάστημα στη Νέα Υόρκη που όμως δεν τον κάλυπτε ο τρόπος ζωής εκεί κι έτσι το 1957 έφυγε στη Ρώμη. Σε αντίθεση με τους φίλους του Τζάσπερ Τζονς και Ρόμπερτ Ράουσενμπεργκ, που απολάμβαναν το φανταχτερό παρόν της χώρας τους από όπου και άντλησαν τη θεματολογία τους, εκείνος επικεντρώθηκε στο παρελθόν και τους μύθους της Ευρώπης.
Το θέμα της «Λήδας και του Κύκνου» ήταν ένα από τα πιο συχνά θέματα του έργου του στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Ανάμεσα στο 1960 και το 1963, ο Τουόμπλι ζωγράφισε το θέμα έξι φορές: Το 1960 με έναν διαγραμματικό τρόπο, δύο φορές το 1962 στη μεγάλη και τετράγωνη μορφή αυτού του έργου και τρεις φορές σε μικρότερη, πιο υπολογισμένη και μετρημένη κλίμακα, το 1963. Αυτές οι απεικονίσεις του μύθου της ‘’Λήδας και του Κύκνου’’, είναι εκφράσεις των δυνάμεων του Έρωτα και του Θανάτου. Η εξέλιξη του θέματος στο έργο του Τουόμπλι, με δύο έργα-σταθμούς που δημιούργησε το 1962 κατά τη διάρκεια της κορύφωσης αυτού που ο ίδιος αργότερα ονόμασε “Μπαρόκ”, είναι έργα που απεικονίζουν την μυθική στιγμή του βιασμού της Λήδας, στην μορφή μιας συμπύκνωσης γραφικών ενεργειών και ενσωματώνουν τις δίδυμες ανθρώπινες ωθήσεις προς το σεξ και τη βία, καθώς συγκρούονται μεταξύ τους σε ένα σταθερό χώρο.
Αυτά τα δύο έργα -το ένα εκ των δύο βρίσκεται στην συλλογή του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης- είναι ένας παροξυσμός δημιουργίας σχηματισμών. Ο χώρος υποδεικνύεται από μια απλή οριζόντια γραμμή που σχεδιάζεται στο κέντρο του, αλλά και από ένα απλό, γραμμένο περίγραμμα ενός παραθύρου που υπογραμμίζει το πάνω μέρος του πίνακα. Κάτω από αυτό, μια αμυδρή υπόδειξη αίματος, επιθυμίας, φτερών και αγώνα περιστρέφονται γύρω από έναν πλούσιο, κόκκινο, κεντρικό στρόβιλο που μεταδίδει δραματικά μια ισχυρή αίσθηση.
Το έργο πουλήθηκε από την Ελβετική γκαλερί Bonnier σε άγνωστο συλλέκτη και ξαναπουλήθηκε άλλες δύο φορές ανώνυμα, μέχρι το 1988 που εμφανίστηκε στην έκθεση « Zeitgenössische Kunst aus Kölner Privatbesitz» στο Μουσείο Ludwig της Κολωνίας. Παρουσιάστηκε σε δημοπρασία του Οίκου Christie’ s στις 17 Μαΐου 2017, που απέκτησε άγνωστος πλειοδότης, στην τιμή των 52.887.500$.