Δύο νέες επιστήμες και οι εκπρόσωποί τους προσδιορίζουν εκ νέου την αντίληψή μας για το ποιοι είμαστε, αναζητώντας απαντήσεις ανάμεσα στο συμπαντικό και το ψυχολογικό.
Στα τέλη του 1937, οι αγγλικές εφημερίδες έγραψαν ότι δύο εξόριστοι συναντήθηκαν σε ένα διαμέρισμα του Λονδίνου. Ο ένας ήταν ήδη άρρωστος από καρκίνο. Ο άλλος θέλησε να συναντήσει έναν ομόθρησκο συμπατριώτη του. Η Αννα Φρόιντ θυμάται ότι η συνομιλία τους φούντωσε όταν ο Αϊνστάιν ρώτησε τον πατέρα της «Προς τι η επερχόμενη καταστροφή;». Δεν είχε ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά τα τύμπανα του πολέμου ηχούσαν. Το επόμενο πρωινό, οι εφημερίδες σημείωναν ότι ούτε ο Φρόιντ κατανόησε τη θεωρία της σχετικότητας, ούτε ο Αϊνστάιν τη σημασία της ψυχανάλυσης και του «δυισμού των ενστίκτων». Ο Αϊνστάιν είπε ότι προτίμησε η ψυχή του να παραμείνει ανεξιχνίαστη στο σκοτάδι.
Ωστόσο, οι μοναδικοί αυτοί σοφοί στη συνάντησή τους συμπεριφέρθηκαν ως «ψυχικά εξόριστοι». Αισθάνθηκαν ίσως αργοπορημένοι προφήτες. Επρεπε, όμως, να αφήσουν μια ιδιόχειρη κοινή «ομολογία-συμβουλή» ως πνευματική διαθήκη. Διαθήκη-διακήρυξη, μνημόνιο-μνημόσυνη, πλημμυρισμένη θύμησες για λάθη και αμαρτήματα λαοπλάνων πολιτικών και αλαζόνων πολιτών που οδηγούσαν σε ολοκαύτωμα.
Ανθρωποι και ηδονές
Γνώριζαν ότι ο άνθρωπος είναι έκδοτος στις ηδονές. Και ότι μόνον η παιδεία, η μόρφωση, δύναται να τον βηματοδοτεί σε ορθές επιλογές. Εκείνη την ώρα, η ιστορία δρομολογημένη από τα ένστικτα «του έρωτα και του θανάτου» των ανθρώπων τούς προσπερνούσε. Οι δυο σοφοί είχαν ασχοληθεί (ανεπιτυχώς!) με την πολιτική: Του «δυισμού των ενστίκτων», όπου παιδικά ψυχοτραυματικά βιώματα αφροντισιάς από την πλευρά των γονέων εξοπλίζουν το άτομο με καταβολές λυσσώδους εχθρότητας και εκδικητικής επιθετικότητας. Ο παιδικός εγκέφαλος μολύνεται από τη μανία της καταστροφής των πάντων όταν μεγαλώνει σε δυστυχισμένο περιβάλλον. Η εκδικητικότητα εφοδιάζει το παιδί με ανεξάντλητα αποθέματα εφευρετικότητας και ενέργειας ικανά να το οδηγούν στα άκρα. Ανθρωποι δρομολογημένοι από την πίκρα που ενσταλάχθηκε στην καρδιά τους στην πιο ευαίσθητη ηλικία κατορθώνουν ως ανίκητοι αυτοδημιούργητοι να αναρριχηθούν σε θέσεις ισχύος κομμάτων και τραπεζών.
Το καζίνο της Wall Street
Οι ένοικοι της Γουολ Στριτ είναι περαστικοί Φράνκενσταϊν, managers hedge funds, μισθοδοτούμενοι διαχειριστές κολοσσιαίων κεφαλαίων. Με χρήματα που δεν είναι δικά τους και νοοτροπία ανάλογη στρατηγών μισθοδοτούμενων από βασιλείς περασμένου αιώνα που την ημέρα έστελναν στις μάχες χιλιάδες στρατιώτες θυσία στον Μολώχ και το βράδυ θυσίαζαν στον Βάκχο και την Αφροδίτη. Κυνηγοί κεφαλών που διαχειρίζονται αχρεωστήτως χρήματα και ζωές. Το πνεύμα της Γουολ Στριτ αποδίδεται στο σλόγκαν «It isn’t the game, it’s the score», δηλαδή η μαγκιά τού να πετυχαίνεις πολλά γκολ.
Οι χαρτογιακάδες που στοιβάζουν τα χαρτονομίσματα σε χαρτοκιβώτια γνωρίζουν καλύτερα όλων ότι τα σημερινά αξιόγραφα, με τις «τούμπες» χρηματιστηρίων, νομισμάτων και αγορών, είναι αυριανά «αξιολύπητα». Γνωρίζουν ότι bonds, equities, assets και swaps είναι «μάρκες χρεοκοπημένων καζίνων». Γνωρίζουν ότι καζινο-χρηματιστήρια και «κοινοβούλια άβουλων πολιτών» διοικούνται βάσει νόμων «περί (αν)ευθύνης υπουργών».
Λατρεία για το χρήμα
Ο Αϊνστάιν θα δηλώσει μετά τη συνάντηση με τον Φρόιντ: «Καταλαβαίνει από Ψυχολογία όσο εγώ καταλαβαίνω από Φυσική, οπότε είχαμε μια ευχάριστη συζήτηση».
Ωστόσο, οι δυο σοφοί γνώριζαν ότι τα ψυχοτραυματικά βιώματα είναι σηματωροί ψυχής. Οτι η απελπισία της αφροντισιάς διατρυπά το κρανίο και εγγράφεται ισοβίως στον εγκέφαλο. Οτι η φτώχεια προσφέρει αχρεωστήτως το μελάνι της εκδίκησης στο τατουάζ της ψυχής. Οτι το παιδί πρώτα μισεί και μετά αγαπά. Οτι η αγάπη που δείχνει στους γονείς του είναι ανεστραμμένο είδωλο της ανάγκης του για στοργή. Η γονική φροντίδα θεμελιώνει την προσωπικότητά του. Οτι ο νηπιακός εγκέφαλος ενσωματώνει αδιακρίτως εμπειρίες. Οτι αγαπάμε το χρήμα επειδή οι γύρω μάς πείθουν ότι είναι η πλέον περιζήτητη και ανταλλάξιμη μορφή δύναμης, ενώ κανείς δεν μας διαδάσκει ότι είναι εργαλείο δύναμης. Δύναμη είναι η προσωπική ικανότητα να δημιουργούμε και να χειριζόμαστε κάθε μορφή ισχύος και τα εργαλεία της.
Τα συναισθήματά μας πυροδοτούνται ταυτόχρονα από δύο πόλους. Ο ένας προγραμματίζει τη δημιουργία, δηλαδή την εξασφάλιση τροφής και συντρόφου, τον έρωτα. Ο άλλος την επικυριαρχία μας έναντι άλλων που βρίσκονται κοντά μας. Τον έρωτα και το θάνατο. Η εξουθένωση του άλλου μάς δίνει την ψευδαίσθηση της επικράτησης. Ο άνθρωπος εκδιώκεται συνεχώς από τον Παράδεισο επειδή δεν μπορεί να διαχειριστεί σωστά την τύχη του. Η γη μπορεί να θρέψει πολλούς, ενώ οι άνθρωποι σκοτώνονται για λίγη τροφή. Επειδή όλη η σοδειά ξηράς και θάλασσας δεν μπορεί να γεμίσει το μάτι ενός άπληστου.
Ολες οι αυτοκρατορίες κατέρρευσαν όταν έχασαν την ομοιογένεια και την ομοψυχία τους. Ο πόλεμος ανάμεσα στο σκληρό νόμισμα και το «μαλακό» μεροκάματο, δηλαδή το βαθμιαία υποτιμούμενο σε αγοραστική αξία, πυροδοτεί ατομική βόμβα στην ψυχή του εργάτη. Το σύστημα, υποτιμώντας τη δουλειά, εκποιεί μοιραία την ηθική οντότητα και τη συναισθηματική νοημοσύνη του δουλευτή. Η πολιτειακή εξάρθρωση μεγιστοποιεί τη διαφθορά, τη συναλλαγή, την εγκληματικότητα, ενώ η πείνα –ως μαμή– ξεγεννά τέρατα. Το κράτος γίνεται χωματερή. Τα δάση καύσιμα. Τα ποτάμια αγωγοί ακαθαρσιών. Η αύξηση των τιμών τροφίμων και πρώτων υλών, συνδυασμένη με τη μείωση της αξίας του μεροκάματου, θα είναι τόσο καταστροφική όσο ήταν η ξηρασία στις πρωτόγονες κοινωνίες.
Πόλεμος πατήρ πάντων;
Στην εντατική σώζονται ζωές επειδή κυριαρχεί μεθοδευμένη εργασία, ικανός αρχηγός και μελετημένη χορήγηση φαρμάκων (μέτρα). Το 1933, ένας εύπορος δικηγόρος, ευειδής, ευσταλής, ευφυής και ευτυχής παντρεμένος καλείται να σώσει την ετοιμοθάνατη οικονομία των H.Π.A. Το 1921, ωστόσο, ευρισκόμενος σε διακοπές, στρατεύεται από τη «μάνα-φύση» σε ταχύρρυθμο μάθημα ψυχικής ωριμότητας. Η πολιομυελίτιδα του θυμίζει ότι είναι δράκος με άχρηστα πόδια. Οτι οι άνθρωποι πηγαίνουν μπροστά με το μυαλό. Οτι πλούτη και καλοζωία είναι κάλπικα. Και αποφασίζει να (ξανα)μπει στην πολιτική.
Ενας Πρόεδρος χωρίς πόδια καλείται να τρέξει την πεθαμένη οικονομία. Ο Ρούζβελτ πάλεψε και νίκησε με τη βοήθεια κάποιου(!) που δεν τον αναφέρει ποτέ ονομαστικά, αν και τον μνημονεύει συχνά αλληγορικά. Ο Ρούζβελτ ομολογεί ότι ποτέ δεν κατάφερε να περάσει νόμους από το Κογκρέσο που να κατοχυρώνουν το λαό. Αναγκάστηκε να εφαρμόσει πιστά προϋπάρχοντες. Στα απομνημονεύματά του είναι ολοφάνερο ότι αυτός που τον βοήθησε να σωφρονίσει τους συμπατριώτες του ήταν ο πόλεμος. Από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, ο Χίτλερ τους προειδοποιούσε: Διαλέξτε. «Πόλεμος πατήρ πάντων». «Περισσότερο από το τέλος του πολέμου, θέλουμε να μπει ένα τέλος στις αιτίες όλων των πολέμων». –Ρούζβελτ 1945