H αμφιλεγόμενη ιστορία του πιο πετυχημένου αυτοκινητοβιομήχανου στην Αμερική.
Σπάνια θα βρει κανείς τόσο αντιφατικές ερμηνείες για ένα πρόσωπο όσο για τον Χένρι Φορντ. Σ’ ένα μόνο συμφωνούν όλοι, υποστηρικτές και πολέμιοι: Μετά το πέρασμά του από την αμερικανική επιχειρηματική ζωή τίποτε δεν ήταν ίδιο με πριν. Σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή με τον δικό του μοναδικό τρόπο.
Η ιδιοφυία που δεν πήγε καν γυμνάσιο
Το μεγαλύτερο από τα έξι παιδιά του Ιρλανδού Γουίλιαμ Φορντ και της Βελγίδας Μέρι Λιτογκό, ο Χένρι γεννήθηκε το 1863 σε μια αγροτική φάρμα σ’ ένα χωριό στην πολιτεία του Μίσιγκαν. Τη βασική εκπαίδευση την πήρε στο «σχολείο» του Σπρίνγκγουελς, του χωριού, το οποίο είχε μόνο μία αίθουσα. Δεν πήγε ποτέ ούτε καν σε γυμνάσιο, πόσο μάλλον σε κολλέγιο. Παρ’ όλη την έλλειψη εκπαίδευσης, το μυαλό του έπαιρνε άπειρες στροφές όσον αφορά τις μηχανές. Το 1875, όταν ήταν 12 ετών, συνέβησαν δύο πράγματα που του άλλαξαν τη ζωή: Ο πατέρας του έκανε δώρο στον πρωτότοκο γιο του ένα ρολόι χειρός και είδε για πρώτη φορά στη ζωή του αυτοκίνητο. Πρωτόγονο, βέβαια, αλλά μέχρι τότε αυτά που έβλεπε στη φάρμα ήταν κάρα που τα έσερναν άλογα.
Αντί να κρατήσει το ρολόι, ο μικρός Χένρι το… διέλυσε και το ξανασυναρμολόγησε, χωρίς βοήθεια. Σύντομα είχε μάθει όλο το μηχανισμό λειτουργίας του κι έγινε διάσημος σ’ όλη την περιοχή σαν επισκευαστής ρολογιών, παρ’ ότι κανείς δεν του είχε δείξει τίποτα. Στα 16 του, κι ενώ η μητέρα του είχε ήδη πεθάνει, αποφάσισε να πάει στο Ντιτρόιτ για να βρει χειρωνακτική δουλειά, αφού το να αναλάβει την οικογενειακή φάρμα δεν τον συνάρπαζε καθόλου. Στη φάρμα είχε καταφέρει μόνος του να φτιάξει ένα ατμοκίνητο αυτοκίνητο, όμως θεωρούσε ότι αυτό το είδος κίνησης δεν ταίριαζε στο δρόμο.
Η αντίληψή του για τις μηχανές φάνηκε αμέσως στο συνεργείο που έπιασε δουλειά. Σε δύο χρόνια έγινε ο επικεφαλής μηχανικός του συνεργείου, πριν κλείσει τα 18 του χρόνια. Το 1885 έφτιαξε ένα δικό του αυτοκίνητο, το πρώτο τετρακύλινδρο, και συνέχισε τα πειράματα. Το δικύλινδρο μοντέλο του το 1892, με 4 ίππους, μπορούσε να φτάσει τα 30 χλμ./ώρα, ταχύτητα μεγάλη για την εποχή. Πλέον είχε καταλάβει κι ο ίδιος ότι ήταν για μεγάλα πράγματα, αλλά του έλειπαν τα κεφάλαια για να τα υλοποιήσει. Οι πρώτες του προσπάθειες να βρει λεφτά, δηλαδή συνεταίρους με λεφτά, στέφθηκαν από αποτυχία. Το 1896 έπιασε δουλειά στην εταιρεία του Τόμας Έντισον κι αμέσως ζήτησε ραντεβού με τον διάσημο εφευρέτη, για να του δείξει τα σχέδιά του. Ο Έντισον τον ενθάρρυνε, αλλά λεφτά δεν του έδωσε. Το 1899 ίδρυσε τη δική του εταιρεία, αλλά τα υλικά που χρησιμοποιούσε ήταν κατώτερης ποιότητας, προκειμένου να εξοικονομήσει χρήματα, και η δουλειά φαλίρισε σε δύο χρόνια.
Το 1901 έκανε ακόμη μια προσπάθεια, ιδρύοντας την «Εταιρεία Χένρι Φορντ». Αυτός ανέλαβε αρχιμηχανικός, αλλά σύντομα αποδείχτηκε ότι ήθελε να έχει λόγο σε όλα. Όταν είδε ότι οι χρηματοδότες εμπιστεύονταν άλλους για οικονομικούς συμβούλους, παραιτήθηκε από την εταιρεία που είχε το όνομά του.! Ο Χένρι Λίλαντ, που είχε αναλάβει πρόεδρος στο μεταξύ, αποφάσισε να κρατήσει την εταιρεία κι απλώς της άλλαξε όνομα: Έτσι γεννήθηκε η Cadillac.
Η τρίτη του επιχειρηματική απόπειρα ήταν και η καλύτερη. Με τη βοήθεια του εμπόρου άνθρακα Αλεξάντερ Μάλκομσον και των αδελφών Ντοτζ (ναι, αυτών που αργότερα ίδρυσαν την ομώνυμη εταιρεία αυτοκινήτων) έφτιαξε την Ford. Το αρχικό σχέδιο ήταν ένα γρήγορο αυτοκίνητο, κατάλληλο για αγώνες, το περίφημο «999», το οποίο ο Φορντ επέμεινε να δοθεί δωρεάν στον διάσημο οδηγό αγώνων Μπάρνι Όλντφιλντ, για να το γυρίσει σε όλη τη χώρα σαν διαφημιστικό κόλπο. Οι πωλήσεις άρχισαν να ανεβαίνουν, όμως εκεί υπήρξε η μεγάλη διαφωνία που άλλαξε τον ρου της ιστορίας.
Η αυτοκρατορία
Ο Φορντ πειραματιζόταν εξαρχής μ’ ένα μοντέλο που θα ήταν οικονομικά προσιτό σε πολλούς ανθρώπους και όχι μόνο στους πλούσιους. Το περιβόητο «Model T», ένα από τα πιο διάσημα στην ιστορία, κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1908 και, άκουσον-άκουσον, στοίχιζε μόλις 825 δολάρια. Ο Φορντ είχε αποφασίσει να αποτανθεί στη μεσαία τάξη. Υποσχέθηκε ότι τα επόμενα μοντέλα του θα στοιχίζουν ακόμα λιγότερο. Και δεν λάθεψε.
Πράγματι, η τιμή μειωνόταν συνεχώς. Αλλά οι πωλήσεις χτυπούσαν κόκκινο. Το 1916 το αυτοκίνητο κόστιζε μόλις 360 δολάρια. Η εταιρεία κάθε χρόνο εμφάνιζε διπλάσια κέρδη από την προηγούμενη χρονιά. Το 1918 τα μισά αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν στις ΗΠΑ ήταν “Ford T”.! To συγκεκριμένο μοντέλο κυκλοφορούσε συνεχώς για 19 χρόνια. Το 1927 ο Φορντ λάνσαρε το «Model A», αλλά με την ίδια λογική. Η αυτοκρατορία του είχε πια στέρεες βάσεις. Για να τη χτίσει, βέβαια, προχώρησε σε κινήσεις που για άλλους φαίνονταν αδιανόητες. Το 1914 ανακοίνωσε ότι προσφέρει μεροκάματο 5 δολαρίων στους μηχανικούς του, ενώ το συμφωνημένο μεροκάματο ήταν 2,34 δολάρια. Όλοι οι μηχανικοί του Ντιτρόιτ έτρεξαν να ενταχθούν στην εταιρεία του και διάλεξε τους καλύτερους.
Για να τους «δέσει» περισσότερο με την εταιρεία, ο Φορντ τους έκανε και μικρομετόχους, δίνοντάς τους μετοχές ως μέρος της αμοιβής τους. Αυτό δεν κατέληγε πάντα καλά, δεδομένου ότι είχε τη συνήθεια να… χώνει τη μύτη του και σε απολύτως προσωπικά ζητήματα των υπαλλήλων του, τους συμβούλευε μέχρι και ποια γυναίκα να διαλέξουν.! Αυτή η πατερναλιστική νοοτροπία, αλλά και απέχθειά του προς τον συνδικαλισμό (η εταιρεία του ήταν η τελευταία αυτοκινητοβιομηχανία στις ΗΠΑ που αναγνώρισε τα συνδικάτα) του κόλλησαν κακή φήμη. Το 1926 το γύρισε και πάλι. Ήταν η πρώτη μεγάλη αμερικανική επιχείρηση που καθιέρωσε την πενθήμερη εργασία. Πίστευε ότι ο εργαζόμενος θα έβγαζε πολλή περισσότερη δουλειά στις 40 ώρες και δικαιώθηκε με αύξηση της παραγωγής κατά 21%, αν και τα εργοστάσιά του δεν δούλευαν το Σάββατο.!
Στις κατά καιρούς συνεντεύξεις του ο Φορντ παρουσιαζόταν ως μεγάλος ειρηνόφιλος, λέγοντας ότι ο πόλεμος έχει μόνο χαμένους και είναι τεράστιο χάσιμο χρόνου και κεφαλαίων. Παράλληλα, όμως, ήταν και βαθιά αντισημίτης, με θεωρίες κατά του διεθνούς σιωνισμού. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο δοκίμασε να γίνει Γερουσιαστής, αλλά δεν εξασφάλισε την πλειοψηφία. Το γύρισε από Ρεπουμπλικάνος σε Δημοκρατικός, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε κατά τη δεκαετία του 1930 να έχει εργοστάσια στη Γερμανία του Χίτλερ, να τα διατηρήσει σε λειτουργία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και να δεχτεί, μάλιστα, να εργαστούν σ’ αυτά Γάλλοι αιχμάλωτοι πολέμου ως καταναγκαστικά έργα. Παρ’ ότι φίλος της ειρήνης, κατά τη διάρκεια των πολέμων προμήθευε με τεχνογνωσία και εξοπλισμό όποιον τον πλήρωνε.
Ιδιαίτερη, επίσης, υπήρξε η σχέση με τους συνεργάτες του. Θέλοντας να έχει τον απόλυτο λόγο για οτιδήποτε, πίεζε τους κατά καιρούς συνεταίρους του ώστε να εξαγοράσει το μερίδιό τους και να έχει το 100% της εταιρείας. Προόριζε για διάδοχό του τον γιο του Έντσελ, αλλά αυτός έφυγε από τη ζωή το 1943 από καρκίνο στα 49 του χρόνια. Ο Φορντ θεωρητικά είχε αποσυρθεί και για σχεδόν 20 χρόνια δεν είχε κάποιον τίτλο στην εταιρεία, ωστόσο ήταν κοινό μυστικό ότι αυτός αποφάσιζε για τα πάντα.
Στα 80 του αποφάσισε να γίνει πάλι πρόεδρος, αλλά η υγεία του ήταν ήδη πολύ επιβαρυμένη. Έχοντας υποστεί δύο εμφράγματα, δεν μπορούσε να δουλέψει για πολύ χρόνο και δυσκολευόταν να συγκεντρωθεί. Το πρόβλημα ήταν τόσο μεγάλο που κάποια στιγμή μέχρι και ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρούζβελτ σκέφτηκε να… κρατικοποιήσει την εταιρεία για να την γλυτώσει. Τελικά ο Φορντ παραιτήθηκε το 1945 και άφησε τη διοίκηση σ’ ένα συμβούλιο διευθυντών. Θεωρητικά κεφαλή της εταιρείας έμεινε ο εγγονός του Χένρι Φορντ Β’, ο οποίος όμως πήρε ελάχιστες αποφάσεις για την πρόοδο της εταιρείας. Αυτή είχε μεγαλώσει τόσο πολύ που από τότε (και μέχρι σήμερα, βέβαια) λειτουργεί ως πολυεθνική και δεν στηρίζεται στις αποφάσεις του ενός. Έφυγε από τη ζωή το 1947, από καρδιακή προσβολή.
Λέγεται ότι ο Φορντ λάτρευε τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, αλλά δεν υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες για να το πιστοποιήσουν. Το εξοχικό του σπίτι, όμως, στη Τζόρτζια ήταν χτισμένο σε ελληνικό αναγεννησιακό ρυθμό, αν αυτό λέει κάτι.
Φωτογραφίες: Getty Images / Ideal Image