Τα μεγαλύτερα χιονοδρομικά κέντρα του πλανήτη βρίσκονται στα πρόθυρα της κλιματικής κρίσης και η ανησυχία για το μέλλον του χειμερινού τουρισμού στις Αλπεις κορυφώνεται.
Το Anzère είναι ένα μικρό χωριό στο καντόνι Valais της Ελβετίας. Συχνά χαρακτηρίζεται ως το πιο πράσινο χιονοδρομικό κέντρο της Ευρώπης. Αλλά το ελβετικό χωριό είχε μια δύσκολη αρχή για τη χειμερινή σεζόν 2023. Όπως και πολλά άλλα χιονοδρομικά κέντρα των Άλπεων, το Anzère αναγκάστηκε να κλείσει ορισμένες από τις πίστες του λόγω της έλλειψης χιονόπτωσης και των βροχοπτώσεων στα τέλη Δεκεμβρίου και τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου.
Οι Άλπεις γνώρισαν ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, φτάνοντας τους 20,9C στη βορειοδυτική Ελβετία. Ήταν εξαιρετικά ζεστά τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Σχεδόν όλο το χιόνι στο χωριό είχε φύγει. Οι ντόπιοι επιχειρηματίες στον τουρισμό ανησύχησαν αρκετά γιατί πλέον ο κόσμος δεν μπορούσε να κατέβει με σκι στο χωριό.
Τελικά, άρχισε να χιονίζει και πάλι στις αρχές Ιανουαρίου, πάνω στην ώρα για την άφιξη των “πραγματικών οπαδών του σκι” που κλείνουν τα ταξίδια τους εκτός της περιόδου των διακοπών και ελπίζουν σε πολύ καλές συνθήκες. Όμως ο πρόσφατος ζεστός καιρός σε όλες τις Άλπεις είναι ένας οιωνός για το τι περιμένει τη χιονοδρομική βιομηχανία. Πολλά χιονοδρομικά κέντρα γνωρίζουν ότι έχουν μόνο δύο επιλογές: να κλείσουν ή να προσαρμόσουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο για να αντιμετωπίσουν τις αυξανόμενες κλιματικές απειλές.
Στα χιονοδρομικά κέντρα της Ευρώπης επικρατούσαν τουλάχιστον μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου συνθήκες πρωτόγνωρης ζέστης: Την πρώτη εβδομάδα του 2023, ο υδράργυρος έφτασε έως και 3 βαθμούς υψηλότερα από το κανονικό σε μεγάλο μέρος της ηπειρωτικής Ευρώπης, από την Πολωνία έως τη Γαλλία- ενώ στη Γερμανία ήταν η θερμότερη Πρωτοχρονιά από το 1881. Εν τω μεταξύ, στις ελβετικές Άλπεις, οι μέσες θερμοκρασίες κυμαίνονταν γύρω στους 7 βαθμούς – πάρα πολύ υψηλές για να πέσει οτιδήποτε άλλο εκτός από κρύα βροχή- δεν είναι περίεργο που το Γκστάαντ κατέφυγε στη μίσθωση ελικοπτέρων για να φέρει χιόνι από αέρος και στη συνέχεια να ρίξει αρκετό χιόνι ώστε τα δύο θέρετρα Zweisimmen και Saanenmöser να μπορούν να συνδεθούν. Αυτό δεν λειτούργησε – ήταν ακόμα πολύ ζεστό το περιβάλλον της περιοχής- αν και το Gstaad είδε τελικά σημαντικές χιονοπτώσεις στα μέσα Ιανουαρίου.
Αν σκεφτούμε μακροπρόθεσμα, η θλίψη για να μην πούμε κατάθλιψη, είναι αναπόφευκτη αφού οι τάσεις είναι εξίσου ανησυχητικές. Από το 1970, η χιονοδρομική περίοδος στην Ευρώπη έχει μειωθεί κατά 38 ημέρες: κατά μέσο όρο αρχίζει τώρα 12 ημέρες αργότερα και τελειώνει 26 ημέρες νωρίτερα. Μελέτες έχουν δείξει, σύμφωνα με τον Sören Ronge του Protect Our Winters, ότι μόλις 1,5 βαθμός Κελσίου αύξηση της θερμοκρασίας θα μπορούσε να απειλήσει το ένα τρίτο των 600 περίπου αξιόπιστων χιονοδρομικών κέντρων στις Άλπεις, όπου 1.000 ημέρες λειτουργίας είναι το σημείο αναφοράς για την οικονομική βιωσιμότητα. Αυτά θα είναι πιθανότατα τα χιονοδρομικά κέντρα στα 1.500 μέτρα ή χαμηλότερα, στα οποία περιλαμβάνονται το Megève (περίπου 1097 μέτρα) και το Gstaad (1036 μέτρα)- η Ελβετία, ειδικότερα, θερμαίνεται με υπερδιπλάσιο ρυθμό από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Ίσως τα παλιά κοσμικά χειμερινά κέντρα να παραμείνουν ως αντικείμενα νοσταλγίας με το λαμπερό τους παρελθόν, ενώ δυστυχώς, το μέλλον τους διαγράφεται ζοφερό.
Ακόμα και σε ένα μέλλον με υψηλές εκπομπές ρύπων, το σκι στην Ευρώπη δεν είναι εντελώς καταδικασμένο, αλλά θα γίνει προνόμιο των χιονοδρομικών κέντρων σε μεγάλα υψόμετρα, από 1500-2.000 μέτρα και πάνω. “Θα δούμε μια γεωγραφική μετατόπιση”, δηλώνουν οι ειδικοί. Έτσι στο μέλλον οι σκιέρ θα συγκεντρώνονται στις υψηλότερες περιοχές των Άλπεων, στις εσωτερικές περιοχές της διάσημης ευρωπαϊκής οροσειράς.