search icon

Fine Living

Ο βασιλιάς της Ταϊλάνδης με την αμύθητη περιουσία που έχρισε πτέραρχο το κουτάβι του

Ποιος είναι ο πιο πλούσιος μονάρχης στον κόσμο; Φυσικά και είναι ιντριγκαδόρικη η ερώτηση, διότι έχει απρόσμενη απάντηση. Το μυαλό όλων τρέχει είτε σε κάποιο βασίλειο ή εμιράτο της Αραβίας που κολυμπάει στο πετρέλαιο, είτε σε κάποια από τις παραδοσιακές μοναρχίες της Ευρώπης που συσσωρεύουν χρήμα και περιουσίες ανά τους αιώνες, είτε σε κάποιο μικροσκοπικό […]

Η αποτίμηση της περιουσίας του υπολογίστηκε το 2022 στα 43 δις δολάρια.

Ποιος είναι ο πιο πλούσιος μονάρχης στον κόσμο; Φυσικά και είναι ιντριγκαδόρικη η ερώτηση, διότι έχει απρόσμενη απάντηση. Το μυαλό όλων τρέχει είτε σε κάποιο βασίλειο ή εμιράτο της Αραβίας που κολυμπάει στο πετρέλαιο, είτε σε κάποια από τις παραδοσιακές μοναρχίες της Ευρώπης που συσσωρεύουν χρήμα και περιουσίες ανά τους αιώνες, είτε σε κάποιο μικροσκοπικό κρατίδιο, επίσης στην Ευρώπη, βγαλμένο κατευθείαν από την εποχή της φεουδαρχίας.
Κι όμως, δεν είναι κανείς απ’ όλους αυτούς. Σύμφωνα με τις πιο έγκυρες διεθνείς λίστες, ο μονάρχης με την πιο μεγάλη προσωπική περιουσία στη γη είναι ο Βατζιραλονγκόρν, ο οποίος από τον Μάιο του 2019 βασιλεύει στην Ταϊλάνδη με το (πολύ πιο εύκολο για εμάς) όνομα Ράμα Ι’. Ο δέκατος μονάρχης μιας δυναστείας που ξεκίνησε στην Ταϊλάνδη από το 1782.

Ο βασιλιάς Βατζιραλονγκόρν της Ταϊλάνδης και η βασίλισσα Suthida -τέταρτη σύζυγός του- στο Αβαείο του Γουέστμινστερ πριν από την τελετή στέψης του Βασιλιά Καρόλου Γ’, 2023. Photo: Getty Images / Ideal Image

Η προσωπική περιουσία του Ταϊλανδού βασιλιά δεν είναι δυνατόν να υπολογιστεί με ακρίβεια. Στην κυριολεξία, ο Ράμα Ι’ δεν ξέρει τι έχει. Για καθαρά «στατιστικούς» λόγους η αποτίμηση της περιουσίας του υπολογίστηκε το 2022 στα 43 δις δολάρια. Πολύ περισσότερα από τον σουλτάνο Χασανάλ Μπολκία του Μπρουνέι, τον βασιλιά Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας, τον βασιλιά Μοχάμεντ ΣΤ’ του Μαρόκου και τον πρίγκιπα Χανς-Άνταμ του Λιχτενστάιν, που συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα.
Μόνο αυθαίρετοι δεν είναι αυτοί οι υπολογισμοί. Με τις μοναρχικές περιουσίες ανά την υφήλιο (όπως και με τις ιδιωτικές) ασχολούνται πολύ αξιόπιστα brands των διεθνών ΜΜΕ παγκοσμίως, όπως το Forbes, το Business Insider και το CEOWorld. Οι λίστες που παρουσιάζουν έχουν διαφορές και στην κατάταξη και στα ποσά, όμως συμφωνούν ότι ο Ράμα Ι’ είναι όντως ο πλουσιότερος.

Μια πρόσθετη δυσκολία, όταν αποπειράται κάποιος να αποτιμήσει μοναρχική περιουσία, είναι να διαχωρίσει το προσωπικό από το «βασιλικό». Αναμφισβήτητα, ο πλούτος που έχουν συγκεντρώσει οι βασιλικές οικογένειες ανά τον πλανήτη είναι πολλαπλάσιος αυτού που παρουσιάζουν οι λίστες. Στην περίπτωση αυτή, όμως, αναφερόμαστε σε προσωπική περιουσία. Σε λεφτά που ελέγχει συγκεκριμένο πρόσωπο, όχι κάποιος θεσμός, όπως π.χ. το βρετανικό στέμμα. Ούτε λογαριασμούς που είναι μεν βασιλικοί αλλά και «κρατικοί», με περιορισμούς μάλιστα όταν οι κινήσεις ξεπερνούν ένα συγκεκριμένο (πολύ υψηλό) όριο να χρειάζεται κυβερνητική απόφαση για να εγκριθεί η συναλλαγή.
Στην Ταϊλάνδη, αυτά έχουν λυθεί εδώ και σχεδόν έναν αιώνα -γι’ αυτό και είναι πιο εύκολος ο διαχωρισμός. Έχει δε τις ρίζες του στις αρχές του 19ου αιώνα, σ’ έναν μονάρχη που αποδείχτηκε ότι έβλεπε πολύ μπροστά από την εποχή του. Κι ευτυχώς που βρέθηκε μια Ευρωπαία κυρία που υπηρέτησε στην αυλή του για να γράψει τα απομνημονεύματά της και δύο εμβληματικοί σεναριογράφοι-μουσικοί για να τον γνωρίσει ο κόσμος μέσα από την απαστράπτουσα, όσο και εκκεντρική, προσωπικότητα του Γιουλ Μπρίνερ.

Από τον εκσυγχρονισμό στο μιούζικαλ
Η Άννα Λεονόουενς γεννήθηκε το 1815 στις τότε βρετανικές Ινδίες. Η ζωή της ήταν περιπετειώδης από την αρχή. Οι γονείς της χώρισαν, η μητέρα της ξαναπαντρεύτηκε, η ίδια παντρεύτηκε και χήρεψε νωρίς. Ταξίδεψε σ’ όλον τον τότε βρετανικό κόσμο, από την Αυστραλία ως τη Σιγκαπούρη και τον Καναδά, και το 1862 αποδέχτηκε την πρόσκληση του βασιλιά του Σιάμ (έτσι λεγόταν τότε η Ταϊλάνδη) να αναλάβει το ρόλο της «επίσημης παιδαγωγού» τόσο των συζύγου του, όσο και των παιδιών του. Μην φανταστείτε τη δουλειά εύκολη. Εκείνη την εποχή ο βασιλιάς Μονγκούτ είχε 39 γυναίκες και 82 παιδιά! Στην αυλή του βασιλιά Μονγκούτ έμεινε για έξι χρόνια, στην αρχή όντως ως γκουβερνάντα, μετά ως επίσημη μεταφράστρια και «σύμβουλος» του μονάρχη. Στα απομνημονεύματά της σκιαγράφησε έναν έξυπνο άνθρωπο, που κατάλαβε γρήγορα ότι η εποχή των απόλυτων μοναρχιών περνούσε και προσπάθησε γρήγορα να εκσυγχρονίσει τη χώρα του, αντιγράφοντας πολλές φορές συνήθειες και θεσμούς από τη Βρετανία.

O Βατζιραλονγκόρν, το 1972 ως φοιτητής στο Royal Military College της Αυστραλίας.
Με τη μητέρα του, βασίλισσα Sirikit το 1991.
Με τον αναπληρωτή υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ Paul Wolfowitz σε επίσκεψή του στο Πεντάγωνο το 2003.
O μονάρχης είναι εκπαιδευμένος πιλότος που μπορεί να πετάξει μέχρι και σύγχρονο F-16 Εδώ, στο πιλοτήριο ενός αεροσκάφους F-5E Tiger II.
Και ποδηλάτης στην εκδήλωση «Bike for Mom» που έγινε στη Μπανγκόγκ για να τιμήσουν τα 83α γενέθλια της βασίλισσας μητέρας του, Sirikit.

Αυτό που πέτυχε, πάντως, η Ταϊλάνδη είναι αξιοπρόσεκτο. Αποτελεί ένα από τα ελάχιστα έθνη εκτός Ευρώπης που δεν τέθηκαν ποτέ (τουλάχιστον επίσημα) υπό καθεστώς προστασίας από μια μεγάλη ευρωπαϊκή αποικιακή δύναμη. Επιρροές υπήρξαν, εξαρτήσεις υπήρξαν, αλλά όχι επίσημη κηδεμονία.
Το 1944 η Μάργκαρετ Λάντον αξιοποίησε αυτά τα απομνημονεύματα για να γράψει το έργο «Η Άννα και ο Βασιλιάς του Σιάμ». Στο έργο, βέβαια, αποτυπώνεται και μια ρομαντική διάθεση μεταξύ τους, η οποία κανείς δεν ξέρει αν υπήρξε στα αλήθεια. Το 1948 το εμβληματικό δίδυμο Ρίτσαρντ Ρότζερς και Όσκαρ Χαμερστάιν έγραψαν το μιούζικαλ «Ο Βασιλιάς Κι Εγώ», που έγινε ο ρόλος ζωής του γεννημένου στη Ρωσία πιο διάσημου φαλακρού του παγκόσμιου σινεμά.

Η μοναρχία της Ταϊλάνδης, πάντως, από τότε μπήκε στη λογική του εκσυγχρονισμού. Χωρίς, βέβαια, να απαρνείται κάποια δικαιώματα που έχουν θεσπιστεί από αιώνες. Στην Ταϊλάνδη το πρόσωπο του βασιλιά είναι ιερό και προστατεύεται με δρακόντειους νόμους. Η οποιαδήποτε αρνητική κριτική, ακόμα και στο ελάχιστο, μπορεί να οδηγήσει στη φυλακή για τουλάχιστον 15 χρόνια, για προσβολή ιερού συμβόλου.

Το Γραφείο που διαχειρίζεται 60 δις δολάρια
Από το 1937, λοιπόν, όταν βασίλευε ο Πρατζαντιπόκ, ο παππούς του σημερινού μονάρχη, δημιουργήθηκε το «Γραφείο Βασιλικής Περιουσίας». Μία κανονική εταιρεία, με διοικητικό συμβούλιο, μάνατζερς, συμβούλους και οικονομικούς απολογισμούς. Ο σκοπός αυτής της εταιρείας ήταν να διαχειριστεί την τεράστια (κυρίως κτηματική τότε) περιουσία του βασιλιά της Ταϊλάνδης. Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται ακόμα και τώρα από επτά μέλη, τα έξι από τα οποία διορίζει ο βασιλιάς και το έβδομο είναι ο εκάστοτε υπουργός οικονομικών της χώρας. Η εταιρία αυτή έγινε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου το 1948, άρα αναγνωρίστηκε επισήμως από όλο το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Σήμερα έχει 600 υπαλλήλους, από τους καλύτερους του κόσμου -όπως αναφέρουν τα διεθνή οικονομικά κουτσομπολιά. Πάνω από το 50% δεν είναι Ταϊλανδοί. Τα μέλη του Δ.Σ. είναι, βεβαίως, άνθρωποι της απόλυτης εμπιστοσύνης του Ράμα Ι’, όμως ο επικεφαλής μάνατζερ είναι ο Μάικ Ντέιβιντ Σέλμπι, ο οποίος παλαιότερα εργαζόταν για την κυβέρνηση των ΗΠΑ.

Το Γραφείο αυτή τη στιγμή διαχειρίζεται μια περιουσία που αγγίζει τα 60 δις δολάρια. Τα 2/3 απ’ αυτά είναι κατατεθειμένα σε προσωπικούς λογαριασμούς, οι οποίοι, σύμφωνα με το νόμο, μπορούν να ξοδευτούν «κατά την ευχαρίστηση του βασιλιά», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Ακόμα και σήμερα η ατμομηχανή του Γραφείου είναι το real estate. O βασιλιάς κατέχει περίπου 65 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης στις περιοχές-φιλέτα όλης τη χώρας, κυρίως στην πρωτεύουσα Μπανγκόκ, αλλά και στα τουριστικά θέρετρα. Ο ακριβής αριθμός των κτιρίων που ενοικιάζονται δεν ανακοινώνεται, υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 40.000 σε όλη τη χώρα, εκ των οποίων οι 17.000 στην πρωτεύουσα. Τα συνολικά κέρδη από την εκμετάλλευση αυτών των κτιρίων (ανάμεσά τους και το πολυτελές ξενοδοχείο Four Seasons) ξεπερνούν το 1 δις δολάρια, σύμφωνα με τους πιο ήπιους υπολογισμούς.

Το Γραφείο, επίσης, έχει επενδύσει σε εταιρίες-ακρογωνιαίους λίθους της οικονομίας, όπως η Siam Cement Group (30%), τα ξενοδοχεία Kempinski και η Siam Commercial Bank (21%), η πρώτη εμπορική τράπεζα της χώρας. Φυσικά τα επενδυτικά προγράμματα είναι αμέτρητα και οι πόρτες ορθάνοιχτες. Για παράδειγμα, κατά την έξαρση του κορωνοϊού, η Siam Bioscience, εταιρεία που ελέγχεται εξ ολοκλήρου από το Γραφείο, «αδειοδοτήθηκε» για να κατασκευάσει εμβόλια με την τεχνογνωσία της εταιρείας Astra Zeneca. Kατασκευάστηκαν συνολικά 60 εκατομμύρια δόσεις για τους Ταϊλανδούς και 200 εκατομμύρια για τις ανάγκες των γύρω χωρών. Σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο, ο οποίος αναθεωρήθηκε το 2018 από την στρατιωτική χούντα που κυβέρνησε την Ταϊλάνδη για μια πενταετία (2014-2019), ο μονάρχης έχει την δυνατότητα να ρευστοποιήσει και να χρησιμοποιήσει όπως θέλει ως το ποσό των 70 δις δολαρίων. Αν το συνολικό ποσό της περιουσίας υπερβεί αυτό το όριο, το επιπλέον ποσό θα το διαχειριστεί το κράτος.

Στο παλάτι Dusit, ένα συγκρότημα βασιλικών κατοικιών στην Μπανγκόκ, το 2018.

Το ξενοδοχείο στο Μόναχο και το κουτάβι-πτέραρχος
Στις επίσημες αναφορές ο βασιλιάς Ράμα Ι’ παρουσιάζεται ως το πρότυπο του μονάρχη. Γεννημένος το 1952, σπουδαγμένος στις πιο σκληρές στρατιωτικές ακαδημίες της Βρετανίας, εκπαιδευμένος πιλότος που μπορεί να πετάξει μέχρι και σύγχρονο F-16, έχει φυσικά και ιδιωτικό τζετ για να μετακινείται όπου του αρέσει. Πιστός στις παραδόσεις, πήγε μέχρι και σε μοναστήρι για να γνωρίσει τις αξίες του βουδισμού Θερεβάντα, της επίσημης θρησκείας της χώρας. Πρωτοπόρος, από την πριγκιπική του ζωή ακόμα, σε ιατρικά, εκπαιδευτικά και αγροτικά προγράμματα, τα οποία εκσυγχρονίζουν τον πρωτογενή τομέα και ανακουφίζουν τους φτωχούς της χώρας. Λάτρης της ποδηλασίας, αλλά και του ποδοσφαίρου. Και πιστός γιος, που σπάραξε όταν πέθανε ο πατέρας του το 2016 και χρειάστηκε τρία χρόνια για να τον πενθήσει, πριν αποδεχτεί το θρόνο το 2019.

Φυσικά υπάρχουν και άλλες αναφορές, παρά τις απαγορεύσεις. Όλες στον διεθνή τύπο, βέβαια. Που παρουσιάζουν έναν μονάρχη ο οποίος τα τελευταία 40 χρόνια ζει μόνιμα στη Βαυαρία, σ’ έναν ολόκληρο όροφο ξενοδοχείου δικής του ιδιοκτησίας, κοντά στο Μόναχο. Έχει παντρευτεί πέντε φορές, ανάμεσά τους μια πρώτη του ξαδέλφη, μια δημοφιλή ηθοποιό, την προϊσταμένη της προσωπικής γυναικείας φρουράς του και μια νοσοκόμα.
Έχει τουλάχιστον επτά αναγνωρισμένα παιδιά, πέντε γιους και δύο κόρες, αλλά οι ιστορίες που κυκλοφορούν σε σχέση με τις άλλες συντρόφους του δεν έχουν τελειωμό. Κυκλοφορούν, επίσης, ιστορίες που περιγράφουν τον εθισμό του στο τζόγο και την εκκεντρικότητά του, που τον ώθησε να αναβαθμίσει ένα αγαπημένο του κουτάβι, τον Φουφού, σε πτέραρχο των ενόπλων δυνάμεων της χώρας. Μπορεί κανείς να φανταστεί πόσα περισσότερα θα κυκλοφορούσαν αν δεν ίσχυε η απαγόρευση.

Φωτογραφίες: Wikipedia
Eξωτερική φωτογραφία: Getty Images / Ideal Image

Exit mobile version