Ο Παρθενώνας μέσα από τον φακό του εμβληματικού φωτογράφου των μεγάλων σταρς των δεκαετιών του ’20 και του ’30.
Ο Βαρόνος George Hoyningen-Huene βρέθηκε από την Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας, στο Λος Αντζελες και το Χόλιγουντ και έγινε ένας κορυφαίος φωτογράφος μόδας παγκοσμίως, στενός φίλος της Greta Garbo αλλά και λάτρης της Ελλάδας. Σήμερα, δημοσιεύουμε με την άδεια του κατόχου του αρχείου του, Tommy Rönngren αποκλειστικά για την Ελλάδα, εικόνες του μεγάλου φωτογράφου από τα πολυσυζητημένα πλέον, γλυπτά του Παρθενώνα. Ο George Hoyningen-Huene έτυχε να μεγαλουργήσει κατά τη διάρκεια της χρυσής εποχής του κινηματογράφου του Χόλιγουντ. Ηταν μια εποχή κατά την οποία τα πέντε μεγάλα κινηματογραφικά στούντιο (MGM, Paramount, Fox, Warner Bros. και RKO) κυριαρχούσαν σε όλες τις πτυχές της παραγωγής και βασίζονταν σε μεγάλους αστέρες για να φέρουν τις ταινίες σε επιτυχία στο box office. Ηταν επίσης μια περίοδος τεράστιων αλλαγών και προόδου, όπου η έγχρωμη τεχνολογία αντικατέστησε την ασπρόμαυρη.
Η κινηματογραφική βιομηχανία είχε γοητεύσει τον Huene από τα νεανικά του χρόνια και εργάστηκε ως κομπάρσος σε ταινίες στο Παρίσι στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Συνέχισε να δημιουργεί τις δικές του ταινίες, καθώς και να φωτογραφίζει τους μεγαλύτερους αστέρες της εποχής. Προσέγγιζε κάθε shooting με ένα φρέσκο όραμα, προσπαθώντας να καταγράψει τα μοναδικά χαρακτηριστικά των ειδώλων της σκηνής και της οθόνης. Δεκάδες κορυφαίοι ηθοποιοί πόζαραν στον φακό του Huene, καθώς και καταξιωμένοι σκηνοθέτες. Ο θάνατός του συνέπεσε με το τέλος της Χρυσής Εποχής του Χόλιγουντ, το οποίο προκλήθηκε εν μέρει από την αυξανόμενη δημοτικότητα της τηλεόρασης. Πράγμα που κάνει τη σύγκριση του σημερινού Χόλιγουντ με αυτό της εποχής του Χουένε να μοιάζει αναπόφευκτη: “Νομίζω ότι οι σταρ σήμερα έχουν λιγότερη ιδιωτικότητα. Στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του Χουένε, δεν υπήρχαν φωτογράφοι παπαράτσι και οι εικόνες και η φήμη των σταρ ελέγχονταν πολύ στενά από τα κινηματογραφικά στούντιο για τα οποία εργάζονταν. Υπήρχε ένας αέρας μυστηρίου που περιέβαλλε εκείνους τους περασμένους αστέρες, ο οποίος δεν υπάρχει με τον ίδιο τρόπο σήμερα” μας είπε από τη Στοκχόλμη στη συνάντηση που είχαμε μέσω zoom ο Tommy Rönngren.
Ο Tommy Rönngren ήταν ένας από τους συν-ιδρυτές του μουσείου φωτογραφίας “Fotografiska” της Νέας Υόρκης, της Στοκχόλμης-και τώρα υπάρχει και σε άλλες χώρες. Αρα, αυτή η δουλειά που έχει ως αντικείμενο τις εικόνες, είναι το πάθος του αφού το επάγγελμα του είναι άλλο, είναι επιχειρηματίας και venture capitalist. Εργαζόταν λοιπόν στο Fοtografiska για δώδεκα χρόνια.
Εξαιτίας του γεγονότος ότι διοργάνωναν 800 διαφορετικές εκθέσεις, βρέθηκε στη θέση να συναντήσει τον Gert Elfering που ήταν ο ιδιοκτήτης του Horst P. Horst estate. Αγόρασε τη συλλογή φωτογραφιών του Horst όταν ο τελευταίος ζούσε ακόμα. Ο Horst P. Horst ήταν ο σύντροφος του George Hoyningen Huene και μοναδικός κληρονόμος του. Ετσι, ο Tommy Rönngren έγινε ιδιοκτήτης του πλούσιου σε ιστορία φωτογραφικού αρχείου του. “Με έλκυε αυτή η συλλογή φωτογραφιών γιατί η ιστορία πίσω από αυτήν ήταν πολύ πλούσια σε γεγονότα. Αυτός απέδρασε ως Βαρόνος που ήταν, από την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 στη Ρωσία. Σήμερα ο κύκλος κλείνει, γιατί μπορεί να γίνει άλλη μία επανάσταση εκεί. Πάντα με έλκυε η ειλικρίνεια στη δημιουργικότητα. Υπάρχει αυθεντικότητα και κομψότητα σε αυτή. Υπάρχουν τελικά τρεις έννοιες που έχουν αξία: κομψότητα, συνάφεια (σ.σ. καλή ανάγνωση της πραγματικότητας) και πρωτοποριακό πνεύμα. Οι άνθρωποι έφεραν το κλίμα της εποχής που ακολούθησε μετά το οικονομικό κράχ του 1929. Θεωρώ πως ο τότε κόσμος βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση με τον σημερινό κόσμο. Λίγο ταραγμένος, όλοι αναρωτιόντουσαν τι τους επιφυλάσσει το μέλλον, ενώ ταυτόχρονα ήθελαν να είναι υγιείς και χαρούμενοι. Πιστεύω ότι ο σημερινός κόσμος μετά την πανδημία κι εν μέσω πολέμου στην Ευρώπη, μπορεί να εκτιμήσει περισσότερο κάτι αυθεντικό και ειλικρινές σαν τη δουλειά του George Hoyningen-Huene”.
O Huene στην Ελλάδα
Ο George Hoyningen-Huene ήταν μεγάλος ταξιδιώτης και του άρεσε να εξερευνά νέα μέρη κάθε φορά, στο εξωτερικό. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 περνούσε μεγάλο μέρος του χρόνου του στη Νέα Υόρκη, αλλά είχε αρχίσει να κουράζεται από τη φωτογραφία μόδας και ξεκίνησε εκτεταμένα ταξίδια σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων επισκέψεων στη Νοτιοανατολική Ασία και την Αυστραλία.
Ο Huene γνώρισε τον Γερμανό φωτογράφο Herbert List το 1937 και έγιναν εραστές. Ο List είχε διαφύγει από τη φασιστική Γερμανία και μοίραζε το χρόνο του μεταξύ Παρισιού και Λονδίνου. Η μεσογειακή ζωή στις ακτές και τα αρχαία μνημεία της Ελλάδας και της Ιταλίας ήταν η κύρια πηγή έμπνευσης του List από το 1937 έως το 1939 και ο Huene ταξίδεψε μαζί του στην Ελλάδα.
Οταν ο Huene επισκέφθηκε για πρώτη φορά τον Παρθενώνα το 1938, ήταν τόσο συγκλονισμένος από το θέαμα και την ομορφιά του χώρου που δεν μπόρεσε να τραβήξει φωτογραφίες, αλλά σύντομα επέστρεψε με ένα σαφές όραμα για τις εικόνες που ήθελε να δημιουργήσει. Σύμφωνα με τον Tommy Rönngren ήθελε να φωτογραφίσει τα ελληνικά γλυπτά σαν την πιο όμορφη star του Hollywood. Το 1940 δραστηριοποιήθηκε στην “ελληνική πολεμική αρωγή” και το 1942 εργάστηκε για ένα βιβλίο και μια έκθεση υπέρ της “Ελληνικής Ενωσης Πολεμικής Αρωγής” (σ.σ. Greek War Relief Association ή GWRA ήταν μία οργάνωση αλληλοβοήθειας των ελληνικής καταγωγής Αμερικανών πολιτών που δημιουργήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1940 με σκοπό να παράσχει κάθε είδους βοήθεια στην Ελλάδα, αμέσως μετά το ξέσπασμα του Αλβανικού αγώνα. Πρωτεργάτης της σύστασής της ήταν ο ιδιοκτήτης κινηματογραφικών επιχειρήσεων και παραγωγός Σπύρος Π. Σκούρας). Το βιβλίο του Hellas: Ενα αφιέρωμα στην κλασική Ελλάδα εκδόθηκε το 1943 από τον J.J. Augustin. Νέα Υόρκη, και οι λέξεις “Buy War Bonds for Victory” κοσμούν το οπισθόφυλλο του βιβλίου.
Το Hellas περιλάμβανε 64 φωτογραφίες βαθυτυπίας που χαρακτηρίζονταν από προσεκτική σύνθεση και το παιχνίδι του ηλιακού φωτός και των σκιών. Το βιβλίο έχει μεγάλο και δραματικό σχήμα, στο οποίο οι εντυπωσιακές φωτογραφίες του Huene από ελληνικά μνημεία και γλυπτά τοποθετούνται δίπλα σε πεζά και ποιήματα αρχαίων και σύγχρονων συγγραφέων, όπως ο Αισχύλος, ο Αριστοφάνης, ο Πλάτων, ο Σοφοκλής, ο Λόρδος Βύρων, ο John Keats, ο John Milton, ο William Wordsworth και ο William Butler Yeats. Ο Huene διοχετεύει την ίδια κλασική μαεστρία της φόρμας και του φωτός που δίνει στις φωτογραφίες μόδας του, δηλώνοντας: “Αυτές δεν θα άρεσαν ποτέ στους αρχιτέκτονες, που θέλουν σχέδια, αλλά ήθελα να ερμηνεύσω αρχαία κτίρια και αρχαίες τοποθεσίες και να τις γοητεύσω, όπως ακριβώς έχω κάνει με τις όμορφες γυναίκες“.
Το βιβλίο έγινε με τη βοήθεια των φίλων και συναδέλφων του θέμα στο περιοδικό Harper’s Bazaar: την επιμέλεια είχαν ο George Davis (fiction editor στο Harper’s Bazaar) και ο Hugh Chisholm, ενώ το σχεδιασμό του εξωφύλλου ανέλαβε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Harper’s Bazaar Alexey Brodovitch (ο οποίος ενδεχομένως βοήθησε και στο σχεδιασμό ολόκληρου του βιβλίου).
Το κείμενο που ακολουθεί είναι επίσης από το βιβλίο The Photographic Art of Hoyningen-Huene, του William A. Ewing:
“Ο Huene γνώριζε καλά την αρχαιότητα από την παιδική του ηλικία και εκτιμούσε ιδιαίτερα τα επιτεύγματα της ελληνικής γλυπτικής του πέμπτου αιώνα. Είναι τόσο κεντρικά τα χαρακτηριστικά της στην προσέγγιση του Huene [στη φωτογραφία του 1930 Swimwear by Izod] που πρέπει να συνοψιστούν εν συντομία:
Ενα αναπαραστατικό και νατουραλιστικό ύφος, χωρίς παραμόρφωση της ανθρώπινης μορφής ή οποιαδήποτε υπόνοια αφαίρεσης (εκτός από την έννοια ότι όλες οι εξιδανικεύσεις είναι αφηρημένες). Δίνεται προσεκτική προσοχή στην ανατομία, ακόμη και σε σημείο υπερβολικής μυϊκής διάπλασης. Κατά την ελληνική άποψη, η γλυπτική έπρεπε να είναι μια άμεση οπτική εμπειρία απαλλαγμένη από συμβολικούς συνειρμούς, δηλαδή να εκτιμάται γι’ αυτό που είναι και όχι ως σύμβολο κάποιου άλλου.
Το εξιδανικευμένο ανθρώπινο σώμα, σε τέλεια φυσική υγεία και με αρμονικές αναλογίες. Η δύναμη είναι κοινή και για τα δύο φύλα- τα κεφάλια είναι μεγάλα και ισχυρά. Οι εκφράσεις, ωστόσο, είναι ουδέτερες, χωρίς συναισθήματα. Οι διαθέσεις υποδηλώνονται μέσω των στάσεων.
Η εντύπωση των φυσικών πραγμάτων στην ανθρώπινη μορφή, όπου η αρχέγονη μυστικιστική αίσθηση του νερού, του ανέμου και του φωτός διατηρείται στη διαμόρφωση των χαρακτηριστικών της ανθρώπινης μορφής. “Ο θαυμασμός μας για την αρχαιότητα“, έγραψε ο Εμερσον, “δεν είναι θαυμασμός του παλιού, αλλά της φύσης“.
Ισορροπία, με έμφαση στη στατική ισορροπία και την ισορροπία σε αντίθεση με την κίνηση σε κλάσματα του δευτερολέπτου. Οπου απαιτείται κίνηση στην αφήγηση, αυτή εκφράζεται με τη βοήθεια της κουρτίνας.
Το ενδιαφέρον για τα υφάσματα είναι εκφραστικό, είτε για να μεταδώσουν κίνηση είτε για να μοντελοποιήσουν την ανθρώπινη φιγούρα. Με την κουρτίνα δίνεται προσοχή στη λεπτομέρεια. Οπως μας λέει η ιστορικός μόδας Anne Hollander:
Οι αρχαίοι Έλληνες παρήγαγαν ένα ευέλικτο και διαρκές μοντέλο για τη ρεαλιστική απεικόνιση όλων των ειδών των σωμάτων σε κάποια πειστική αρμονική σχέση με τα ρούχα τους, είτε ήταν πλήρως καλυμμένα είτε σχεδόν γυμνά. Το έκαναν αυτό συμβατικοποιώντας, με μεγαλύτερη ποικιλία από ό,τι είχε εμφανιστεί ποτέ πριν στην τέχνη, την τυχαία δράση του ίδιου του υφάσματος, σε συνδυασμό με ένα εξίσου στυλιζαρισμένο φάσμα φαινομενικά τυχαίων σωματικών κινήσεων και χειρονομιών. Από την αποθήκη των ελληνικών πρωτοτύπων προέρχεται η συνειδητοποίηση του εύρους της ομορφιάς που είναι δυνατόν να έχει το ανθρώπινο σώμα.
Το ότι αυτά τα κλασικά ιδανικά είχαν κεντρική σημασία για τον Huene είναι σαφώς εμφανές από την πιο πρόχειρη ματιά στο έργο του. “Υπήρχε μια σχέση“, σημειώνει ο φίλος του Huene, Oreste Pucciani, “μεταξύ του κόσμου αυτών των φωτογραφιών και των μεγάλων πέτρινων απομειναριών των δυτικών πολιτισμών, μια σχέση μεγαλείου …αυτό που τον γοήτευε ήταν η ηρωική διάσταση που μετέτρεπε τους απλούς ανθρώπους σε μυθικά πλάσματα συντριπτικής δύναμης“. Οπως και στο ελληνικό πρότυπο, οι μελέτες μόδας και πορτρέτων του Huene ήταν απαλλαγμένες από συμβολική πρόθεση (εκτός, βέβαια, από την άποψη ότι οι σκηνοθεσίες του είχαν σκοπό να παραπέμψουν στον ελληνικό πολιτισμό). Οι πόζες είναι ηρωικές, οι εκφράσεις γαλήνιες, τα πρόσωπα συγκροτημένα, τα σώματα δυνατά και καλοσχηματισμένα και η μυϊκή μάζα σαφώς καθορισμένη. Μερικές φορές οι πόζες, οι εκφράσεις και οι χειρονομίες ήταν απευθείας παραθέσεις από ελληνικές πηγές. Και όπως και οι Ελληνες γλύπτες, προτιμούσε τα θέματά του σε ανάπαυση. Ορισμένες πινελιές δείχνουν πόσο καλά γνώριζε ο Huene τις λεπτές αποχρώσεις της ελληνικής τέχνης -για ένα παράδειγμα, θα μπορούσαμε να επισημάνουμε τα γυμνά πόδια του μοντέλου με τις πιτζάμες του Vionney …Συγκρίνετε τα γυμνά πόδια της Νίκης του Παιωνίου στο Μουσείο της Ολυμπίας (για ένα παράδειγμα από τα πολλά). Η ιδέα των γυμνών ποδιών ήταν η άμεση επαφή με τις δυνάμεις της γης.
Κλασικά μοτίβα εμφανίζονται συνεχώς ως σκηνικά. Πρωταγωνιστές ήταν οι ελληνικοί κίονες, τους οποίους ο Huene θεωρούσε ως το μεγαλύτερο πρόβλημα μορφής που έλυσε ποτέ ο άνθρωπος. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης άλλα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά, όπως κομψά αναλογικά σκαλοπάτια, κιγκλιδώματα, τεφροδόχοι, βάθρα και καρυάτιδες. Αρχαίες τοποθεσίες, ναοί και ερείπια διαμορφώνονταν ως σκηνικά. Η θάλασσα, ο ανοιχτός αέρας, το έντονο φως του ήλιου και η θέα από τους ναούς ήταν αγαπημένες ψευδαισθήσεις. Χρησιμοποιήθηκαν συχνά κορμοί, προτομές και γύψινα εκμαγεία ελληνικών αγαλμάτων. Για τα υφάσματα, ο φωτογράφος αντλούσε από τον ελληνικό κατάλογο πρωτοτύπων.
Με έλκυε αυτή η συλλογή φωτογραφιών γιατί η ιστορία πίσω από αυτήν ήταν πολύ πλούσια σε γεγονότα. Υπάρχει αυθεντικότητα και κομψότητα σε αυτή. Υπάρχουν τελικά τρεις έννοιες που έχουν αξία: κομψότητα, συνάφεια και πρωτοποριακό πνεύμα.” Tommy Rönngren
Credit: George Hoyningen-Huene Estate Archives