Τα ξενοδοχεία “Ξενία” στέκουν σε πολλές περιοχές της χώρας σαν φαντάσματα ενός παρελθόντος που ξεκίνησε μεταπολεμικά με φιλόδοξες προθέσεις για τη δημιουργία μιας εγχώριας τουριστικής βιομηχανίας.

Το πρόγραμμα “Ξενία” είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (ΕΟΤ). Ο ΕΟΤ έζησε πολλές ζωές. Η πρώτη συνδέεται με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ιδρύθηκε το 1929 υπό το Υπουργείο Οικονομικών της κυβερνήσεώς του. Αλλά, έξι χρόνια μετά, καταργήθηκε για να δώσει τη θέση του σε άλλες κρατικές υπηρεσίες. Παρ’ όλα αυτά οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν συνειδητοποιήσει την αξία του τουρισμού για την χώρα. Όπως είπε ο αρχιτέκτονας Σταύρος Αλιφραγκής στη συνέντευξη μας: “Από τα πρώτα μεσοπολεμικά χρόνια είχαν γίνει προσπάθειες από τις ελληνικές κυβερνήσεις να αυξηθεί ο αριθμός των ξένων επισκεπτών, φαινόμενο που “διογκώθηκε” με τον μαζικό τουρισμό των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών. Άρα σίγουρα από τη δεκαετία του ’30 βλέπουμε το κράτος να οργανώνεται προς αυτήν την κατεύθυνση”.

Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Ξενία Ακροναυπλίας. Το ξενοδοχείο σχεδιάστηκε το 1958 από τον Ιωάννη Τριανταφυλλίδη και λειτούργησε για πρώτη φορά το 1961. / Φωτογραφία: Σταύρος Αλιφραγκής

Εν αρχή ην το κράτος
Μεταπολεμικά, έχουμε μια επανεκκίνηση, δηλαδή οι κρατικές μηχανές παίρνουν πάλι μπροστά και προσπαθούν να αναβιώσουν μια προπολεμική παράδοση, αυτήν τη φορά με στόχο να τη μετατρέψουν σε “βιομηχανία”, με τον Αναγκαστικό Νόμο 1565 του 1950. “Σε αυτό το πλαίσιο η Ελληνική Γραμματεία Τουρισμού μετατρέπεται σε Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού στις αρχές του 1951. Δύο άνθρωποι θα παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο στην αναγέννηση του ελληνικού τουρισμού.
Ο ένας ήταν ο Δημήτρης Παπαευστρατίου, διευθυντής της American Express στην Ελλάδα, που είχε μεγάλη εμπειρία σε θέματα ελληνικού τουρισμού καθότι ήταν από τα βασικά στελέχη της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης, μιας οργάνωσης που έστησε κυριολεκτικά τον εγχώριο ελληνικό τουρισμό προπολεμικά και βοήθησε σημαντικά στην ανάπτυξή του μεταπολεμικά.
Ο άλλος ήταν ο Νικόλαος Φωκάς, νομικός και βουλευτής. Αυτοί οι δύο, από τις θέσεις του Γενικού Γραμματέα και του Προέδρου του ΕΟΤ αντίστοιχα, θα συμβάλλουν αποφασιστικά στην υλοποίηση του κυβερνητικού οράματος για τον τουρισμό. Από την αρχή, ο ΕΟΤ στήνεται με ένα πολύ φιλόδοξο πλάνο. Αυτό περιλαμβάνει πολύ διαφορετικές πτυχές της βιομηχανίας του τουρισμού, από την προώθηση του τουριστικού προϊόντος μέχρι και τον σχεδιασμό του εξοπλισμού των διαφόρων τουριστικών εγκαταστάσεων, και ανταποκρίνεται σε μια τεράστια γκάμα δραστηριοτήτων, η οποία σχεδόν στο σύνολό της υλοποιείται με τη μέθοδο του “in-house design”, όπως θα λέγαμε με τη σημερινή γλώσσα”, δηλαδή από τις υπηρεσίες του ΕΟΤ, συμπλήρωσε στη συνέντευξή μας ο Σταύρος Αλιφραγκής.

Και συνεχίζει: “Όμως, μεταπολεμικά, έχει σημασία να δει κανείς τι πρότειναν για την ανοικοδόμηση της ελληνικής οικονομίας οι Αμερικανοί σύμβουλοι που βρίσκονταν στην Ελλάδα, πρώτα ως AMAG (American Mission for Aid to Greece) και ύστερα ως ECA/G (European Cooperation Administration / Greece), στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ. Ήδη είχε διαφανεί ότι η Ελλάδα δεν επρόκειτο να μετατραπεί σε βιομηχανική χώρα, καθώς έμοιαζε να απουσιάζουν βασικές προϋποθέσεις, από τις πρώτες ύλες έως και τις εγκαταστάσεις για την επεξεργασία και τη διανομή τους, κάτι που στον ευρωπαϊκό “Βορρά” είχε κατακτηθεί νωρίτερα. Κατά συνέπεια, οι σύμβουλοι διατείνονται ήδη από τότε, σε σχετικές μελέτες και εσωτερική αλληλογραφία, ότι ο τουρισμός θα αποτελέσει μεταπολεμικά τη μεγάλη κινητήριο δύναμη της ελληνικής οικονομίας, τη βαριά της βιομηχανία. Αυτός ίσως να είναι και ο λόγος που ο ΕΟΤ τέθηκε υπό την αιγίδα του πρωθυπουργού, με αποτέλεσμα ο Πρόεδρος του ΕΟΤ να συνομιλεί απευθείας με τον Πρόεδρο της Κυβέρνησης της χώρας και το στενό περιβάλλον του, έτσι ώστε να προωθούνται άμεσα τα αιτήματα του τουρισμού, που ήταν πρώτης προτεραιότητας”.

Πρόγραμμα “Ξενία”
Ο ΕΟΤ επανιδρύθηκε το 1951 και ανέλαβε το έργο της τουριστικής ανασυγκρότησης της χώρας, με σκοπό την προσέλκυση ξένων επισκεπτών και ομογενών, καθώς και την ανάπτυξη του εσωτερικού τουρισμού. Τότε άρχισαν δειλά-δειλά να εμφανίζονται τα πρώτα “Ξενία”: “Το πρόγραμμα “Ξενία”, που δεν περιλαμβάνει μόνο ξενοδοχεία, αλλά και μια σειρά από άλλες τουριστικές εγκαταστάσεις -όπως μοτέλ, τουριστικά περίπτερα, οργανωμένες παραλίες κ.ά.- και υποδομές σε αρχαιολογικούς χώρους, εφαρμόστηκε, μεταξύ άλλων, για να δώσει ένα ισχυρό πρότυπο στον ιδιώτη επενδυτή, ο οποίος προοριζόταν να αναλάβει σημαντικό ρόλο σε αυτήν τη μεταβατική περίοδο. Εξάλλου, οι Αμερικανοί σύμβουλοι που “επέβλεπαν” διακριτικά αυτήν τη διαδικασία από το 1948 -την πρώτη χρονιά του Σχεδίου Μάρσαλ- έως και το 1951, οπότε και ολοκληρώνεται, προέβλεπαν ένα μικτό σχήμα όπου το κράτος θα έδινε τον γενικό τόνο και, στη συνέχεια, οι ιδιώτες θα αναλάμβαναν δράση.
Προηγουμένως, ωστόσο, θα είχαν τεθεί από τον ΕΟΤ ορισμένες προδιαγραφές για το πώς όφειλε να είναι, π.χ., ένα σύγχρονο ξενοδοχείο, ένα άνετο δωμάτιο ή μια οργανωμένη πλαζ, αλλά και συγκεκριμένες αισθητικές κατευθύνσεις που, ουσιαστικά, προσάρμοζαν τις προτεραιότητες του μοντερνισμού στις ιδιαιτερότητες του τόπου. Ας σημειωθεί ότι σε αυτόν τον τομέα ο ΕΟΤ πρωτοτύπησε, παρεκκλίνοντας από το αρχικό πρόγραμμα των εστιασμένων παρεμβάσεων και οργανώνοντας μια ικανότατη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών, της οποίας το Τμήμα Αρχιτεκτονικών Μελετών στελεχώθηκε με αξιόλογους νέους αρχιτέκτονες, μεταξύ των οποίων πολλούς απόφοιτους του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), οι οποίοι ανέλαβαν τον σχεδιασμό πολυάριθμων εγκαταστάσεων αναψυχής και πολιτισμού σε όλη την επικράτεια, έχοντας ελάχιστη εμπειρία στον τομέα του τουρισμού. Παρ’ όλα αυτά, ο ΕΟΤ έθεσε ένα ισχυρό αισθητικό πρότυπο στις τουριστικές υποδομές. Αυτό συνέβη ιδιαίτερα στην περίοδο από το 1958 και έπειτα, με μια σειρά σημαντικών έργων αναψυχής να κοσμούν αρχαιολογικές περιοχές και τόπους ιδιαίτερης φυσικής ομορφιάς.

Από το 1951 μέχρι το 1958, Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών αναλαμβάνει ο αρχιτέκτων Χαράλαμπος Σφαέλλος, με Διευθυντή του Τμήματος Αρχιτεκτονικών Μελετών τον επίσης αρχιτέκτονα Κλέωνα Κραντονέλλη. Ήταν η πρώιμη και περισσότερο “διερευνητική” περίοδος του προγράμματος “Ξενία”, το οποίο έφτασε στην ωριμότητά του το 1957, με την ανάληψη της διεύθυνσης του Τμήματος Αρχιτεκτονικών Μελετών από τον Άρη Κωνσταντινίδη. Μέσα σε αυτήν τη δεύτερη και πιο ώριμη περίοδο, το πρόγραμμα “Ξενία” απέκτησε μια ιδιαίτερη αισθητική ταυτότητα ή “brand image”, όπως θα λέγαμε σήμερα, η οποία σήμερα εν πολλοίς ταυτίζεται με το προσωπικό ύφος του Κωνσταντινίδη,” μας είπε ο Σταύρος Αλιφραγκής.

Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Ξενία Ναυπλίου / Πηγή: www.doma.archi
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Ξενία Μεσολογγίου, του αρχιτέκτονα Ιωάννη Τριανταφυλλίδη / Πηγή: www.doma.archi
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Το Ξενία στη Χίο κατασκευάστηκε το 1958 από τον αρχιτέκτονα Κώστα Σταμάτη.
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Το Ξενία στην Καλαμπάκα, έργο του Αρη Κωνσταντινίδη. / Πηγή: www.doma.archi
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Μοτέλ Ξενία Καλαμπάκας, άποψη της κεντρικής στεγασμένης εισόδου το 2011. / Φωτογραφία: Σταύρος Αλιφραγκής
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Το «Ξενία» Τσαγκαράδας είχε σχεδιαστεί από τον αρχιτέκτονα Χαράλαμπο Σφαέλλο το 1957.
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Εικόνα του Ξενία Τσαγκαράδας το 2011. / Φωτογραφία: Σταύρος Αλιφραγκής

Πώς επηρέασαν τα Ξενία την ντόπια τουριστική αισθητική
Τα Ξενία επηρέασαν μερικώς την αισθητική των ιδιωτικών ξενοδοχείων στην Ελλάδα από την επανίδρυση του ΕΟΤ και έπειτα, αλλά υπό όρους, αφού τελικά υπερίσχυσε το αρχιτεκτονικό παράδειγμα των ξενοδοχειακών μονάδων μεγάλης κλίμακας, όπως αυτό εκφράστηκε μέσα από τις ξενοδοχειακές αλυσίδες του διεθνούς στυλ. Από την άλλη, στην ελληνική περιφέρεια της προπολεμικής Ελλάδας υπήρχε μια ισχυρή παράδοση ιαματικού τουρισμού και ανάλογων υποδομών. Έχουμε, για παράδειγμα, ανεπτυγμένες λουτροπόλεις, όπως το Λουτράκι ή τα Μέθανα, περιοχές που υποδέχονται σημαντικό ντόπιο και εξωτερικό τουρισμό και έχουν ήδη από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα να επιδείξουν ξενοδοχεία με αξιόλογη, κεντροευρωπαϊκού στυλ αρχιτεκτονική. Το πρότυπο εκείνη την εποχή είναι το εκλεκτικιστικό αστικό ξενοδοχείο της πρωτεύουσας, στα ίχνη της αθηναϊκής Grande Bretagne, σε μια απλοποιημένη εκδοχή, όπως το ξενοδοχείο Παλλάς στο Λουτράκι (1923) ή το Μέγα Ξενοδοχείο Ζαχαράτου στα Μέθανα,” απαντάει ο Σταύρος Αλιφραγκής.

Η εξέλιξη των “Ξενία”
Στη δεκαετία του ’50 το κράτος προφανώς παίζει τον κυρίαρχο ρόλο στο πεδίο του τουρισμού. Μάλιστα, το πρόγραμμα των “Ξενία” μοιάζει να είναι ό,τι πιο σημαντικό παράγει εκείνη την εποχή η Ελλάδα ως δημόσια αρχιτεκτονική. “Θα μπορούσαμε να το συγκρίνουμε με το πρόγραμμα των σχολείων και των νοσοκομείων του μεσοπολέμου. Ήταν αναλογικά της ίδιας τάξης εγχείρημα εκσυγχρονισμού. Βέβαια, η παραγωγή της δεκαετίας του ’50 είναι λιγότερο σημαντική σε όγκο από αυτήν της δεκαετίας του ’60, αλλά οι βάσεις μιας πολύ σοβαρής και συγκροτημένης αρχιτεκτονικής πρότασης μπαίνουν από νωρίς. Πρόκειται για μια αισθητική πρόταση που έχει να κάνει αρχικά με την κατανόηση των σχεδιαστικών προτεραιοτήτων του μοντέρνου κινήματος, όπως αυτές “εισάγονται” από την αρχιτεκτονική της κεντρικής Ευρώπης, και στη συνέχεια με την προσαρμογή τους στο Ελληνικό τοπίο.
Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στα ξενοδοχεία που χτίζει ο ΕΟΤ έξω από τις μεγάλες πόλεις, σε ευαίσθητες περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Νομίζω ότι τα πρώτα ξενοδοχεία της εποχής του Σφαέλλου έχουν αυτόν τον χαρακτήρα. Αναφέρομαι στα ξενοδοχεία της Καστοριάς (1954), του Αργοστολίου (1955), της Θάσου (1956), της Τσαγκαράδας (1957), της Κέρκυρας (1958) κ.λπ. Κάποια είναι ακόμα εκεί και μπορούμε να τα θαυμάσουμε, ορισμένα σε ερειπιώδη κατάσταση, άλλα μπορούμε να τα μελετήσουμε μόνο μέσα από φωτογραφίες. Όλα αυτά τα ξενοδοχεία είναι χαρακτηριστικά δείγματα ενός “ήπιου” μεταβατικού μοντερνισμού, ο οποίος προσπαθεί να προσαρμοστεί στις ιδιαιτερότητες του ελληνικού κλίματος, πάντα με πολύ προσεκτικ1ή τοποθέτηση στο φυσικό τοπίο και με σύγχρονα κατασκευαστικά υλικά, ταυτόχρονα αξιοποιώντας το λεξιλόγιο της ελληνικής παράδοσης”, συμπληρώνει ο Σταύρος Αλιφραγκής, που έχει συμμετάσχει σε ερευνητικά προγράμματα σχετικά με τον μεταπολεμικό τουρισμό και το πρόγραμμα “Ξενία”.

Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Το Ξενία Μυκόνου σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη και εγκαινιάστηκε το 1960.
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Σήμερα το Ξενία Μυκόνου αποτελεί ιδιωτική ξενοδοχειακή μονάδα ως Mykonos Theoxenia.
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Το «Ξενία» της Σκιάθου στις Κουκουναριές χτίστηκε το 1963 από τον αρχιτέκτονα Γιώργο Νικολετόπουλο. Εδώ, στα χρόνια της εγκατάλειψης. / Φωτογραφία: Σταύρος Αλιφραγκής
Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Το ELIVI SKIATHOS, τοποθετημένο στη θέση του παλιού Ξενία

Η εποχή του Άρη Κωνσταντινίδη
“Με την έλευση του Άρη Κωνσταντινίδη στη διεύθυνση του Τμήματος Αρχιτεκτονικών Μελετών τα πράγματα μοιάζει να αλλάζουν. Το έργο της υπηρεσίας γίνεται πιο τολμηρό, ενώ η υιοθέτηση της αισθητικής του μεταπολεμικού μοντερνισμού είναι πλέον πιο “γενναία”, πάντα δίνοντας προτεραιότητα στην διατήρηση της μικρής/μεσαίας “κλίμακας”, η οποία εξασφαλίζει την πολυπόθητη ένταξη στο τοπίο. Έτσι, θα δούμε ξενοδοχεία σε φυσικά περιβάλλοντα, όπως το “Ξενία” μοτέλ της Καλαμπάκας (1958-1960), να “γράφουν” πιο δυναμικά στο τοπίο, με εκείνες τις φοβερές οριζόντιες γραμμές των όγκων και τα κατασκευαστικά υλικά, όπως το εμφανές σκυρόδεμα, την πέτρα, το χρωματισμένο επίχρισμα και το μέταλλο, που χρησιμοποιούσε ο Κωνσταντινίδης να γίνονται κοινό αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο για όλους τους ταλαντούχους συνεργάτες του στην υπηρεσία, όπως οι Ι. Τριανταφυλλίδης, Δ. Ζήβας, Φ. Βώκος, Κ. Σταμάτης, Γ. Νικολετόπουλος και Κ. Διαλεισμά.”

Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό

Η περίπτωση του Athens Hilton
“Την ίδια εποχή αναπτύσσονται και οι πρώτες μεταπολεμικές πρωτοβουλίες ιδιωτών που εκπροσωπούν διεθνείς ξενοδοχειακές αλυσίδες, από τις οποίες ξεχωρίζει το ξενοδοχείο Hilton της Αθήνας (1958-1963), που κατασκευάζεται από ομάδα Ελλήνων αρχιτεκτόνων, τους Εμμανουήλ Βουρέκα, Προκόπη Βασιλειάδη και Σπύρο Στάικο, σε προβεβλημένη περιοχή της Αθήνας, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που έθεσε η Αμερικανική εταιρεία Hilton International. Εδώ, η υιοθέτηση του διεθνούς στυλ είναι προφανής, όπως και η σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με το ύφος και την κλίμακα των “Ξενία”. Το “μοντέλο” του Hilton, δηλαδή της ενιαίας κεντρικής μονάδας δωματίων που ορθώνεται πάνω από μια βάση κοινόχρηστων χρήσεων, αποτέλεσε δημοφιλές παράδειγμα ανάπτυξης των ξενοδοχείων σε ορισμένες παραθαλάσσιες περιοχές της ελληνικής περιφέρειας.
Αν δούμε πώς χτίζεται, π.χ., η Ρόδος ή η Χαλκιδική την επόμενη δεκαετία, δηλαδή το ’60 και το ’70, θα καταλάβουμε πόσο δημοφιλής είχε γίνει η υιοθέτηση του λεγόμενου “διεθνούς στυλ” στην αισθητική των ξενοδοχείων. Αντίθετα, οι μικροί “σπασμένοι” όγκοι και τα τοπικά υλικά του δικτύου των “Ξενία” εγκαταλείφθηκαν σταδιακά, εξαιτίας των συγκροτητικών προβλημάτων που είχαν: μικρό δυναμικό και ασκητικές εγκαταστάσεις, ενδεικτικές μιας αρχιτεκτονικής του ελάχιστου χωρικού ίχνους. Δηλαδή, η διαμονή σε ένα “Ξενία” ήταν μια εμπειρία της ελάχιστης θερινής διαβίωσης. Δεν προσέφερε την πολυτέλεια ενός Hilton. Τα “Ξενία” σπάνια είχαν πισίνα, όπως ο Αμφιτρύων του Ναυπλίου (1951, 1956), ενώ μερικές φορές είχαν κοινόχρηστα μπάνια και στερούνταν κεντρικού κλιματισμού, λόγω του χαμηλού προϋπολογισμού, αλλά και εξαιτίας της διαφορετικής κουλτούρας τουριστικής ανάπτυξης που πρέσβευαν”.

Ξενοδοχεία “Ξενία”: Η ιστορία πίσω από τον Μεταπολεμικό Τουρισμό
Το “Ξενία” Τρίτων της Άνδρου (1958), ένα από τα πρώτα έργα του Αρη Κωνσταντινίδη. / Πηγή: www.doma.archi

Η αναβίωση της φιλοσοφίας των “Ξενία”
Η άνθηση των boutique hotel, που αναδύθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μεσουράνησαν στις επόμενες δύο δεκαετίες, θα μπορούσε να πει κανείς ότι κατά κάποιον τρόπο μας συστήνουν εκ νέου το μοντέλο των πρώτων μεταπολεμικών “Ξενία”: “Μια μικρής δυναμικής ξενοδοχειακή μονάδα, πλέον μπορεί να είναι βιώσιμη. Συνεπώς, πολλά από τα “Ξενία” που εγκαταλείφθηκαν θα μπορούσαν να ενταχθούν ξανά στη σύγχρονη τουριστική βιομηχανία, παράλληλα με τα τεράστια ξενοδοχεία των 800 κλινών. Αυτό έχει να κάνει και με το πόσο αποτελεσματικά μπορεί να αποκατασταθεί το πρωτότυπο κτιριακό υλικό, το οποίο, σε ορισμένες περιπτώσεις, μοιάζει να μην μπορεί να διασωθεί πλέον, μετά από δεκαετίες εγκατάλειψης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το “Ξενία” Τρίτων της Άνδρου (1958), ένα από τα πρώτα έργα του Κωνσταντινίδη στον ΕΟΤ, που πλέον εμπνέει πολιτιστικές δράσεις και εικαστικά συμβάντα.”

Συμπέρασμα
Από το πρόβλημα δεν θα μπορούσε να λείψει η διατύπωση μιας πιθανής λύσης. Να τι λέει ο συνομιλητής μας: “Αν μας αρκεί να διασώσουμε την ανάμνηση της χρήσης ενός κτιρίου, τότε τα πράγματα είναι πολύ πιο εύκολα. Αν όμως, παράλληλα με την αγωνία που έχουμε ως κοινωνία να εξελιχθούμε, θέλουμε να κρατήσουμε κάποια στοιχεία από το αρχιτεκτονικό μας παρελθόν να μας συντροφεύουν σε αυτό το ταξίδι, τότε ορισμένα από τα “Ξενία” θα πρέπει να διασωθούν με τις πιο αυστηρές προδιαγραφές που προβλέπονται για κτίρια του μοντέρνου κινήματος, ακριβώς γιατί η κατασκευαστική τεχνολογία τους είναι πολύ ξεπερασμένη. Οι τυχόν επεμβάσεις που χρειάζονται για να υποστηρίξουν σύγχρονες τουριστικές χρήσεις θα μπορούσαν να αλλοιώσουν ανεπανόρθωτα την αρχική τους μορφή. Συνεπώς, όλο αυτό το απόθεμα εγκαταστάσεων είναι δύσκολο να αξιοποιηθεί με τρόπο κερδοφόρο επιχειρηματικά, θα μπορούσε ωστόσο να αξιοποιηθεί κοινωνικά. Μια λύση είναι να ενεργοποιήσουμε τις τοπικές κοινωνίες, να εξετάσουμε αν αυτά τα κτίρια τις αφορούν και να δούμε πως θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν άλλες, ήπιες πολιτιστικές χρήσεις. Ίσως έτσι να επανέλθουμε στο μοντέλο που υπηρέτησαν κάποτε τα “Ξενία” στην ελληνική περιφέρεια, δηλαδή να μετατραπούν εκ νέου σε χώρους συγκέντρωσης και τόπους συγκρότησης της κοινότητας.”

Λίγα λόγια για τον συνομιλητή μας
Ο Σταύρος Αλιφραγκής είναι αρχιτέκτων μηχανικός, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Cambridge. Έχει πλούσια ερευνητική δραστηριότητα σε τομείς που αφορούν στη μελέτη του φαινομένου της αντιπαροχής και τη σχέση του μεταπολεμικού μοντερνισμού με τον τουρισμό στην Ελλάδα. Έχει διδάξει ιστορία και θεωρία της αρχιτεκτονικής σε διάφορα πανεπιστημιακά ιδρύματα και έχει σημαντικό αριθμό ατομικών και συλλογικών δημοσιεύσεων στον εγχώριο και τον διεθνή τύπο.
Εξωτερική φωτογραφία: Ξενία Ναυπλίου / Πηγή: www.doma.archi