Το εκλεκτό στρατιωτικό σώμα με τις φανταχτερές μεσαιωνικές στολές που προστατεύει τον εκάστοτε Ποντίφικα, δεν είναι απλά μια τουριστική ατραξιόν.
«Με θάρρος και πίστη», αυτό είναι το μότο που συνοδεύει τα καθήκοντα κάθε μέλους της περίφημης Ελβετικής Φρουράς για όλη τη διάρκεια της θητείας του. Το να υπηρετεί κάποιος στο συγκεκριμένο σώμα, τον μικρότερο στρατό παγκοσμίως που εγγυάται την ασφάλεια της μικρότερης πόλης-κράτους, σημαίνει ότι υπηρετεί τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, κι αυτό απαιτεί αφοσίωση και βαθιά θέληση να εργαστεί για την προστασία της Αγίας Έδρας και του Πάπα, για τουλάχιστον 26 μήνες. Τόσο διαρκεί κατ΄ ελάχιστο η θητεία της στρατιωτικής δύναμης που ως το 2018 απαριθμούσε μόλις 110 μέλη, ενώ με απόφαση του Πάπα Φραγκίσκου αυξήθηκαν σε 135, κάτι που ισχύει ως τις μέρες μας.
Προκειμένου μάλιστα για γίνει ακόμη πιο ελκυστική η προκήρυξη θέσεων, αξιωματούχοι στην Ελβετία ανακοίνωσαν εκ μέρους της Αγίας Έδρας ότι στο στρατιωτικό σώμα επρόκειτο να προστεθεί γραφείο τύπου και επικοινωνιακός σύμβουλος, ενώ παράλληλα ένα πρόγραμμα πολλών εκατομμυρίων θα φρόντιζε για την ανανέωση των απαρχαιωμένων στρατώνων. Και είναι αυτά τα 135 μέλη που επιφορτίζονται με το καθήκον της αυξημένης επιτήρησης των ακόμη περισσότερων από τα συνήθη εκατομμύρια πιστών, που θα συρρεύσουν την επόμενη χρονιά στο Βατικανό για το ιωβηλαίο του 2025. Πράγματι, ο επόμενος χρόνος έχει ανακηρυχθεί από τον Πάπα Φραγκίσκο «Ιερό Έτος» με θέμα «Προσκυνητές της ελπίδας», καλώντας πιστούς από κάθε γωνιά της γης να προσευχηθούν στον Άγιο Πέτρο, περνώντας από την Ιερή Πόρτα που ανοίγει μόνο κατά τα ιερά έτη.
Μια παράδοση 5 αιώνων που ζει ως τις μέρες μας
Οι περισσότεροι τουρίστες που φτάνουν στο Βατικανό για να θαυμάσουν τους ανεκτίμητους θησαυρούς των Musei Vaticani, τις εκπληκτικές νωπογραφίες του Michelangelo στην Capella Sistina, την τεράστια πλατεία του Αγίου Πέτρου με τις γεμάτες θεατρικότητα κιονοστοιχίες του Bernini και τη μεγαλύτερη εκκλησία του κόσμου που σχεδίασε ο Bramante, εντυπωσιάζονται από την επιβλητική παρουσία των φρουρών με τις λόγχες και τις φανταχτερές στολές. Μοιάζοντας να ανήκουν σε άλλη εποχή, είναι εκείνοι που επιβλέπουν την τήρηση του αυστηρού ενδυματολογικού κώδικα όσων εισέρχονται στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν μόνιμα αντικείμενο φωτογράφησης και αναμνηστικό post στα social media από τις διακοπές στη Ρώμη. Ο ρόλος τους όμως είναι πολύ πιο ουσιαστικός και η ιστορία τους τόσο παλιά όσο υποδηλώνουν οι στολές τους.
Η πρώτη ταξιαρχία που αργότερα θα ονομάζονταν Guardia Svizzera Pontificia, έφτασε στη Ρώμη το 1506 ύστερα από εντολή και με την ευλογία του Πάπα Ιουλίου Β΄, την ίδια χρονιά που παρήγγειλε και την ανέγερση του Αγίου Πέτρου. Την εποχή εκείνη ήταν σύνηθες Ελβετικά στρατιωτικά τάγματα να υπηρετούν ως σωματοφύλακες σε ευρωπαϊκές βασιλικές αυλές, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη πειθαρχία και αφοσίωση. Στο Ποντιφικό κράτος, το 1527 και αφού έχασε τα περισσότερα μέλη του στη λεηλασία της Ρώμης, ο Ελβετικός στρατός αντικαταστάθηκε προσωρινά από 200 Γερμανούς μισθοφόρους. Δέκα χρόνια μετά, ο Πάπας Ιούλιος Γ΄ διέταξε την επαναφορά της Ελβετικής Φρουράς, μόνο που τα αντι-παπικά αισθήματα στην Ελβετία παρεμπόδισαν την προσέλευση υποψηφίων. Ως το τέλος του 16ου αιώνα, οι σχέσεις είχαν αποκατασταθεί και εν τέλει η Ελβετική Φρουρά επέστρεψε στο Αποστολικό Παλάτι, την επίσημη κατοικία του Πάπα. Με την υπογραφή της Συνθήκης του Λατερανού το 1929 και την ανακήρυξη της πόλης του Βατικανού σε ανεξάρτητο κράτος υπό την κυριαρχία της Αγίας Έδρας, η Ελβετική Φρουρά από ξένο στρατιωτικό σώμα μετατράπηκε σε αποκλειστική για το Βατικανό δύναμη αστυνόμευσης, προστασίας και φύλαξης.
Στις μέρες μας, 500 χρόνια μετά από εκείνο το πρώτο σώμα, βασικός ρόλος των φρουρών αυτών, της μοναδικής Ελβετικής φρουράς που υφίσταται ακόμη, εξακολουθεί να είναι η ασφάλεια του Ποντίφικα, είτε βρίσκεται στο Βατικανό είτε περιοδεύει ανά τον κόσμο.
Το να γίνεις φρουρός δεν είναι εύκολη υπόθεση
Τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις για να φτάσει κάποιος να φορέσει την περίφημη κίτρινη-μπλε-κόκκινη στολή, κάθε άλλο παρά λίγα είναι. Οι αιτούντες θα πρέπει να είναι άγαμοι απόφοιτοι σχολείου, ηλικίας 19-30 ετών, Ελβετοί πολίτες και βέβαια Καθολικοί. Όσον αφορά τα φυσικά χαρακτηριστικά, ελάχιστο ύψος είναι τα 1,72μ., ενώ οφείλουν να διακρίνονται για το καθαρό «ηθικό» τους μητρώο. Παρότι στην πορεία του χρόνου έχουν γίνει συζητήσεις για τη στρατολόγηση γυναικών σ΄ αυτό το μικρότερο στρατό του κόσμου, οι χώροι των υφιστάμενων στρατώνων στους οποίους ζουν τα μέλη της φρουράς καθιστούν κάτι τέτοιο αδύνατο, τουλάχιστον για το άμεσο μέλλον. Τέλος, στην περίπτωση που κάποιος φρουρός παντρευτεί -για να συμβεί αυτό θα πρέπει να έχει κλείσει τα 25- η ελάχιστη θητεία αυξάνεται κατά 3 χρόνια, για όλους πάντως δεν μπορεί να ξεπεράσει τα 25 έτη.
Πέρα από τα βασικά προαπαιτούμενα, υπάρχει μια σειρά εξετάσεων φυσικής και σωματικής κατάστασης, που ακολουθείται από ένα απαιτητικό πρόγραμμα εκπαίδευσης δύο φάσεων, μία στην Ελβετία και μία στη Ρώμη. Όσοι ικανοί το φέρουν σε πέρας, έχουν την τιμή να φορέσουν τελικά την ένδοξη στολή και το ασημένιο κράνος με τα κόκκινα, κίτρινα, μαύρα ή μωβ φτερά στρουθοκάμηλου. Για τους νεοσύλλεκτους είναι ένα τιμητικό επίτευγμα που υπερήφανα προσθέτουν στο βιογραφικό τους, η δε τελετή ορκωμοσίας τους γίνεται κάθε χρόνο στην αυλή Cortile di San Damaso του Βατικανού, στις 6 Μάϊου -σε ανάμνηση της μοιραίας μάχης του 1527 όπου έχασαν τη ζωή τους 147 μέλη της φρουράς από τα στρατεύματα του βασιλιά Καρόλου Ε’.
Οι εντυπωσιακές στολές
Αναμφίβολα είναι οι διασημότερες στρατιωτικές στολές στον κόσμο και το στοιχείο που τραβά την προσοχή και κάνει τα μέλη της φρουράς σχεδόν «αξιοθέατο». Η τόσο αναγνωρίσιμη στολή με τα φανταχτερά χρώματα -κίτρινες και μπλε κάθετες ρίγες που με την κίνηση αποκαλύπτουν το κόκκινο γιλέκο και παντελόνι δημιουργώντας οπτικά ένα ενιαίο σύνολο- είναι καθαρά αναγεννησιακού ύφους. Παρότι οι Ρωμαίοι αρέσκονται να ισχυρίζονται ότι τις σχεδίασε ο Ντα Βίντσι ή ο Μιχαήλ Άγγελος, το σχέδιό τους αποδίδεται στο διοικητή της φρουράς Jules Repond (1910-1921).
Αυτές οι εντυπωσιακές στολές που επίσημα ονομάζονται «Uniforme di gala» συμπληρώνονται από μπερέ ή κράνη με λοφία, δεν είναι παρά οι επίσημες, που κατά παράδοση φοριούνται σε παρελάσεις, γιορτές και περιπτώσεις τιμητικής φρούρησης. Τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και στις τελετές ορκωμοσίας, τη στολή συμπληρώνουν στοιχεία του 17ου αιώνα, όπως το πτυχωτό λευκό κολάρο, τα άσπρα γάντια και βέβαια το κράνος με τα χρώματα των φτερών να υποδεικνύουν και το βαθμό: θα διακρίνετε τους διοικητές από το σκούρο μωβ λοφίο και τους λοχίες ή τους διοικητές από τα λευκά φτερά. Σε όλα δε, υπάρχει ανάγλυφη εκατέρωθεν μια βελανιδιά, το οικόσημο της οικογένειας della Rovere στην οποία ανήκε ο Πάπας ιδρυτής του τάγματος.
Για τις επίσημες δεξιώσεις υπάρχει μαύρη στολή, οι τυμπανιστές του σώματος έχουν τη δική τους κιτρινόμαυρη στολή με ίδιων αποχρώσεων φτερά στο μαύρο κράνος τους, ενώ μπλε χρώματος είναι οι στολές εκπαίδευσης που επίσης φοριούνται στις νυχτερινές βάρδιες αλλά και διαρκώς από τους φρουρούς της πύλης της Αγίας Άννας, ώστε οι διερχόμενοι οδηγοί να μην αποσπώνται από τις φανταχτερές τρίχρωμες στολές. Όσο για τον παραδοσιακό οπλισμό, αποτελείται από λογχοπελέκεις και σπαθιά, χωρίς να λείπουν τα πιο σύγχρονα όπλα, στα οποία δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση μετά την απόπειρα δολοφονίας του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β ΄το 1981.
Φωτογραφίες: Getty images / Ideal Image