Η Νίκη και η Ζωή Μοσκοφόγλου έχουν ονομάσει το στούντιό τους “Οn Entropy” και ασχολούνται εδώ και 13 χρόνια με δύο από τα πιο επίκαιρα θέματα στον χώρο του σχεδιασμού, το μάρμαρο και το συλλεκτικό design.
Η Νίκη, αρχιτέκτονας και η Ζωή, πολιτικός μηχανικός, έπαιζαν με τη μαρμαρόσκονη έξω από τα λατομεία περιμένοντας τον πατέρα τους που εργαζόταν ως σύμβουλος μηχανικός. Οι αδελφές Μοσκοφόγλου γοητεύτηκαν από τις αντιφάσεις του μαρμάρου και αποφάσισαν το 2009 να αρχίσουν ένα ταξίδι εξερεύνησης «του πιο ελληνικού υλικού» αλλά και εσωτερικής αναζήτησης, ιδρύοντας το στούντιο “On Entropy”. Από τότε μέχρι σήμερα αναζητούν τρόπους για να «γλυκάνουν το μάρμαρο» μετατρέποντάς το σε φωτιστικό, τραπέζι, κάθισμα ορισμένες φορές, σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων. Παράλληλα από το 2012 συμμετέχουν σε διεθνείς εκθέσεις, συνεργάζονται με μεγάλα ξενοδοχεία και δείχνουν τα αντικείμενά τους σε Μουσεία, αλλά και στο Bon Marche στο Παρίσι ή στη Rossana Orlandi στο Μιλάνο. Τι τις χαρακτηρίζει; Το πάθος και το μεράκι για την ποιότητα της δουλειάς τους. Μάλιστα, ένα αντιπροσωπευτικό κομμάτι από τη συλλογή τους επιλέχθηκε για να διακοσμήσει έναν από τους χώρους υποδοχής του Μεγάρου Μαξίμου.
Eντροπία, μάρμαρο και design. Ποια είναι η σχέση μεταξύ τους και τι συμβολίζει για σας;
Εκτός από την τελική μεταμόρφωση η εντροπία αφορά για μας κυρίως, τη δημιουργική διαδικασία, σχεδιαστική και παραγωγική, τα στάδια που περνάς για να φτάσεις στο αποτέλεσμα. Κι όλο αυτό συνδέεται άμεσα με το μάρμαρο. Το μεταμορφωμένο πέτρωμα που έχει υποστεί πολύ υψηλές θερμοκρασίες και πιέσεις για εκατομμύρια χρόνια ώστε να καταλήξει ως μάρμαρο κι όχι π.χ. ως πωρόλιθος ή ασβεστόλιθος. Αυτή η μεταμόρφωση που εμπεριέχεται στη γεωλογική σύστασή του μας ενδιέφερε από την αρχή. Πώς μπορούμε να αλλάξουμε κάτι βαρύ, άκαμπτο και συμπαγές σε κάτι πιο ανάλαφρο, πιο αιθέριο, πιο πλαστικό, αλλάζοντας ταυτόχρονα και την αντίληψη του καταναλωτή γι’ αυτό. Να γλυκάνουμε ένα δύσκολο υλικό με πολλές γοητευτικές αντιφάσεις, που τελικά είναι αυτές που ορίζουν και το design μας.
Η πρώτη σας επαφή με το μάρμαρο;
Oταν πηγαίναμε στα λατομεία τα καλοκαίρια και περιμέναμε τον πατέρα μας που δούλευε εκεί σαν σύμβουλος μηχανικός. Παραμέναμε στον εξωτερικό χώρο και παίζαμε με τη μαρμαρόσκονη, όχι και πολύ υγιεινό αν το καλοσκεφτείς. Ομως μας φαινόταν σαν παιδική χαρά, με το τεράστιο σκάμμα γεμάτο μαρμαρόσκονη, μέσα στο οποίο ήθελες να βουτήξεις.
Δεν σας έχουν βάλει σε πειρασμό άλλα υλικά;
Αυτή την περίοδο δουλεύουμε γυαλί, αλλά πάντα σε συνδυασμό με το μάρμαρο. Χρησιμοποιούμε μέταλλο αλλά μόνον για στατικούς λόγους. Ωστόσο φέτος είχαμε την πρώτη μας επαφή με το ξύλο που το χρησιμοποιήσαμε για καθίσματα που δεν ήταν εξ ολοκλήρου μαρμάρινα. Πολύ πιο εύκολο υλικό, το οποίο έχει τα δικά του μυστικά και μια αμεσότητα που μας εξέπληξε. Ο,τι χρειαστεί το διορθώνει επί τόπου ο τεχνίτης!
Από τo πρώτο σας φωτιστικό, στο τραπέζι για το ανακαινισμένο Μαξίμου, πώς ήταν η διαδρομή;
Ενδιαφέρουσα, ανοδική και με τις αναγκαίες αναταράξεις όταν στην εξίσωση μπαίνει το εμπορικό θέμα. Μια πορεία που εξελίσσεται μαζί με μας, αφού κάθε σχέδιο προκύπτει από μια διαδικασία προσωπικής αναζήτησης. Τον μισό χρόνο τον έχουμε περάσει και τον περνάμε ακόμη στα εργαστήρια, μαζί με τους τεχνίτες, είτε δουλεύουμε για συλλεκτικά κομμάτια, είτε για παραγγελίες ξενοδοχείων. Μαθαίνουμε συνεχώς και εξελισσόμαστε κάτι που κάνει κάθε αντικείμενο να είναι πιο προσωπικό.
Οι σχεδιαστές στην Ελλάδα δεν βρίσκουν γόνιμο έδαφος ενώ έξω πάμε καλά…
Εχουμε καλό δυναμικό στη χώρα μας, αλλά μας λείπει η κουλτούρα σχεδιασμού και κατασκευής. Αν και τελευταία συμβαίνουν κάποια πράγματα στην Αθήνα, έχουμε ακόμα δρόμο μπροστά μας. Για παράδειγμα στον τομέα του ποιοτικού ελέγχου είμαστε πολύ πίσω, σε αντίθεση π.χ. με την Ιταλία, που παραδίνεις τα σχέδια και είσαι σίγουρος και ήσυχος ότι θα παραλάβεις αυτό που θέλεις. Εμείς αφιερώνουμε πολύ από τον χρόνο μας στην κατασκευή εκπαιδεύοντας τους τεχνίτες. Πρέπει να έχεις τεράστια πώρωση και μεράκι για να το κάνεις γιατί είναι κάτι που δεν κοστολογείται.
Είναι συλλεκτικό το design σας;
Eνα μέρος της δουλειάς μας είναι συλλεκτικό, αφού σχεδιάζουμε και κατασκευάζουμε κομμάτια σε αριθμημένα αντίτυπα. Η ζήτηση μεγαλώνει όλο και περισσότερο καθώς αλλάζει η νοοτροπία που διαχώριζε με απόλυτο τρόπο τον καλλιτέχνη από τον σχεδιαστή. Σήμερα ακόμα και η “Royal Academy of Αrt” στο Λονδίνο αναγνωρίζει το collectable design που έχει τα δικά του κριτήρια, μοναδικότητα, καινοτομία, περιορισμένο αριθμό αντιτύπων και φυσικά τεχνική, ή μάλλον την τέχνη της τεχνικής.
Ποια είναι η διαφορά ενός συλλεκτικού τραπεζιού από εκείνο που μπορείς να αγοράσεις από έναν επώνυμο οίκο επίπλων;
Αν δεν είναι μοναδικό, θα κυκλοφορεί σε λίγα αντίτυπα.