Ο Γάλλος σκηνοθέτης και φωτογράφος Tom Volf που έχει εξελιχθεί στον σημαντικότερο συλλέκτη του έργου της Μαρίας Κάλλας μιλάει στο newmoney.
Η ιστορία για τον Tom Volf ξεκίνησε δέκα χρόνια πριν, τότε που ο μετέπειτα σκηνοθέτης της θεατρικής παράστασης -με πρωταγωνίστρια τη Μόνικα Μπελούτσι- «Μαρία Κάλλας γράμματα και αναμνήσεις», συγγραφέας του βιβλίου με τον ίδιο τίτλο αλλά και της ταινίας-ντοκιμαντέρ «Maria by Callas», “γνώρισε” για πρώτη φορά τη Μαρία Κάλλας, ενώ δεν είχε καμία σχέση με την όπερα, όταν βρέθηκε στη Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης «κατά τύχη». Δεν είχε τίποτε άλλο να κάνει ώσπου κάποιος τον πλησίασε λέγοντας του «η γυναίκα μου αρρώστησε, ορίστε, πάρτε το εισιτήριο της». Με αυτές τις φράσεις και σε ρυθμούς bel canto ξεκίνησε η αγάπη του Volf για την όπερα και τη Μαρία Κάλλας.
Σήμερα, το ταξίδι του στην Ελλάδα γεννά ειδήσεις. Οι προετοιμασίες για τις επετειακές εκδηλώσεις για τα 100 χρόνια από τη γέννηση της Μαρίας Κάλλας έχουν ήδη ξεκινήσει. Και σε αυτές ο Γάλλος σκηνοθέτης πρωτοστατεί.
H όπερα Norma το καλοκαίρι στο Ηρώδειο
– Ποιός είναι ο λόγος του ταξιδιού σας στην Ελλάδα;
Βρίσκομαι εδώ για το φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου η ταινία “Maria By Callas” προβάλλεται σαν επίσημη επιλογή του φεστιβάλ προκειμένου να τιμήσει τα 100 χρόνια από τη γέννηση της. Είμαι εδώ και για να βοηθήσω συνεργαζόμενος με εκδηλώσεις που γίνονται στην Ελλάδα επί της αφορμής του ενός αιώνα Κάλλας.
– Υπάρχει κάτι το ανακοινώσιμο;
“Εδώ και πολλούς μήνες δουλεύω πάνω σε ένα project που έχω στην καρδιά μου: τη σκηνοθεσία της όπερας “Norma” του Bellini στην Ελλάδα, σαν hommage για την εκατονταετία της Μαρίας Κάλλας, μέσα από την Οπερα που ερμήνευσε περισσότερο στην καριέρα της και σίγουρα τον πιο εμβληματικό ρόλο για αυτήν. Στα πλαίσια της προετοιμασίας αυτού του project συγκέντρωσα στο πλευρό μου μια ομάδα διεθνή και ελληνική που θα στελεχώσει ένα έργο που θα δούμε όλοι σε παγκόσμια πρεμιέρα τον Αύγουστο στο Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού. Ενα μέρος πολύ συμβολικό για εμένα γιατί εκεί η Κάλλας έκανε το ξεκίνημα της και εκεί μπόρεσα να δείξω την παράσταση μου με τη Monica Belucci το 2021 και δεν θα ξεχάσω ποτέ την εμπειρία να δουλεύω σε αυτό το απίστευτο μέρος. Με ενθουσιάζει απείρως το γεγονός ότι θα μπορέσω να παρουσιάσω μια καινούργια δημιουργία με τη Norma, μια όπερα ολόκληρη με κουστούμια και ντεκόρ κι όχι μια απλή συναυλία! Θα είναι μια καινούργια σκηνοθεσία αλλά με σεβασμό για την παράδοση που είχε στην καρδιά της η Μαρία Κάλλας κι επίσης ένα σεβασμό στη μυθική Norma που ερμήνευσε και στην Επίδαυρο πριν 63 χρόνια”.
Μουσείο Μαρία Κάλλας στην Αθήνα
“Μπορώ επίσης να σας πω ότι δουλεύω πολύ με το μελλοντικό μουσείο Μαρία Κάλλας που θα γίνει στην Αθήνα και με το Μέγαρο Μουσικής που ετοιμάζει έκθεση για την Ελληνίδα σοπράνο. Και η συνεργασία μας είναι για να τους δώσει πρόσβαση στα αρχεία του ιδρύματος Μαρία Κάλλας που ίδρυσα το 2017 στο Παρίσι. Οπου έχω συγκεντρώσει πολύ σημαντικό υλικό, όπως τα γράμματα της Κάλλας, αυθεντικές φωτογραφίες και προσωπικά φιλμ και ακόμα ιδιωτικές ηχογραφήσεις που δεν έχουν ακόμα δημοσιευτεί. Ολα αυτά, μαζί με φορέματα και κοστούμια θα στελεχώσουν το Μουσείο που θα γίνει στην πόλη του Παρισιού που αφιέρωσε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής της. Εχουμε επίσης το project μιας περιοδεύουσας έκθεσης για τη Μαρία Κάλλας σε όλη την Ευρώπη, που τη διοργανώνει, με τη βοήθεια μου, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Μουσικής, με το Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού. Εφερα στην Αθήνα ένα μικρό μέρος της συλλογής Κάλλας, που θα το παρουσιάσω σε κλειστό κύκλο στο Μέγαρο Μουσικής στους εκπροσώπους των διοργανωτών των εδώ εκδηλώσεων για την εκατονταετία της σοπράνο”.
Οι επιστολές, η οικονόμος και ο σοφέρ
– Εχετε κάνει ταινία για τη Μαρία Κάλλας, έχετε γράψει βιβλίο, έχετε συγκεντρώσει απίστευτο προσωπικό της υλικό. Πώς αντιμετωπίζεται το έργο σας στην Ελλάδα;
Η υποδοχή της δουλειάς μου στην Ελλάδα ήταν πάντα πολύ θερμή. Οι άνθρωποι εδώ αναγνώρισαν την προσέγγιση που είχα στη δουλειά μου που ήταν αυθεντική και απέδιδε σεβασμό σε αυτό το εθνικό είδωλο αλλά και στη χώρα της, την Ελλάδα. Πάντα υπερασπιζόμουν το γεγονός ότι η Μαρία Κάλλας είναι μια Ελληνίδα καλλιτέχνιδα κι αυτό γιατί ερμήνευε τη μουσική σαν τραγωδός, φέροντας στους ώμους της επάξια την αρχαία κληρονομιά της. Η σχέση της λοιπόν με την Ελλάδα ήταν σε όλη τη διάρκεια της ζωής της σημαντική. Οχι μόνο στα χρόνια του πολέμου που έπαιρνε μαθήματα στο Ωδείο Αθηνών, αλλά και μετά στην πρώτη της εμφάνιση στην Επίδαυρο, τις επισκέψεις που έκανε αργότερα με τον Ωνάση, αλλά και στο τέλος της ζωής της όπου οι πιο κοντινοί της άνθρωποι ήταν Ελληνες, όπως η δεξιοτέχνης του πιάνου Βάσω Δεβετζή που ήταν στενή της φίλη. Πιστεύω ότι απέδιδα τη δέουσα σημασία στην εικόνα που είχε για την Ελλάδα η Κάλλας.
– Πώς βρήκατε τις δύο απόπειρες αυτοβιογραφίας της;
Τις είχαν τα άτομα στα οποία τις υπαγόρευε. Μετά συγκέντρωσα επιστολές της από ιδιωτικές συλλογές ή κατευθείαν από τους παραλήπτες τους. Χρειάστηκε να ταξιδέψω ολόκληρο τον κόσμο για να συγκεντρώσω το αρχείο που έχω στη διάθεση μου σήμερα.
– Πώς μπορέσατε να είστε ο μόνος που κέρδισε την εμπιστοσύνη της οικονόμου της Μπρούνα και του σοφέρ της Φερούτσιο;
Δεν ήταν εύκολο γιατί και οι δύο μετά τον θάνατο της Κάλλας έζησαν μια ζωή σε απόσυρση μακριά από τους πάντες. Εφυγε ο καθένας προς την ιδιαίτερη πατρίδα του στην Ιταλία. Την έζησαν σαν οικογένεια της, στα τελευταία 25 χρόνια της ζωής της, και δεν έδωσαν ούτε μια συνέντευξη για αυτό. Και ήταν προς τιμή τους. Παρότι μιλούσαν στα media φίλοι -ή δήθεν “φίλοι”- που έλεγαν ανοησίες, αυτοί παρέμειναν σιωπηλοί. Ο Georges Prêtre, o Robert Sutherland (σ.σ. έγραψε κι αυτός βιβλίο για την ελληνίδα ντίβα) μου είπαν πως αυτά τα δύο άτομα τα είχε σαν οικογένεια της μέχρι το θάνατο της. Αυτοί με συνέστησαν σε αυτούς και τους έπεισα για την πρόθεση μου να αποδώσω τιμή και να διαδώσω ποια ήταν πραγματικά. Αυτοί κατάλαβαν ότι μιλούσα με την καρδιά μου και δέχτηκαν να με βοηθήσουν.
O μοιραίος έρωτας
– Είναι χαρακτηριστικό ότι πέθανε ενάμιση χρόνο μετά τον Ωνάση. Ποια η συνεισφορά του Ωνάση στον μύθο της;
Η συνεισφορά του είναι αναμφισβήτητη. Αποτέλεσε κομμάτι της ζωής της για τα 8-9 χρόνια που ήταν μαζί, αλλά και για αυτά που ακολούθησαν. Ηταν ένας σταθμός στη ζωή της. Ηταν μια καλλιτέχνιδα καριέρας που δούλευε μανιωδώς, με έναν τρελό προγραμματισμό γεμάτο από περιοδείες σε όπερες όλου του κόσμου. Αν δούμε τους ρυθμούς με τους οποίους εργαζόταν στα τέλη της δεκαετίας του ’50 θα τους χαρακτηρίζαμε απάνθρωπους.
Και τα σκάνδαλα που ξέσπασαν κατά τη διάρκεια των ετών ’57, ’58, ’59 την εξάντλησαν. Ετσι ο Ωνάσης έφτασε ως σωτήρας στη ζωή της. Για να της δείξει ότι υπάρχουν άλλα πράγματα πέρα από την καριέρα και τη μανιώδη δουλειά. Μέχρι τότε είχε πρώτα τη μητέρα της που την έβαζε να δουλεύει όπως και ο σύζυγος της Μενεγκίνι που έκανε το ακριβώς το ίδιο. Ο Ωνάσης την αγάπησε για αυτό που ήταν και όχι για αυτό που έκανε. Αγαπούσε περισσότερο τη Μαρία και όχι τόσο την Κάλλας. Την πήγαινε κρουαζιέρες, διακοπές, την έκανε να ζήσει και όχι μόνο να δουλεύει. Αλλά από την άλλη σταμάτησε να δίνει στην Τέχνη της όσο μπορούσε. Κι έτσι στην επιστροφή της, η φωνή της δεν ήταν η ίδια. Συχνά στην Ελλάδα “μαυρίζουν” τον ρόλο του Ωνάση ο οποίος σίγουρα την πλήγωσε με τον γάμο του με την Τζάκι Κένεντι, αλλά παρά αυτήν την βίαιη ρήξη ο δεσμός μεταξύ τους κράτησε μέχρι τον θάνατο της. Ηταν αυτό που λέμε “αδελφές ψυχές”.
– Για τη Μαρία Κάλλας ο Ωνάσης ήταν ο έρωτας της ζωής της. Ισχυε όμως το ίδιο με τον Ωνάση;
Νομίζω, ναι. Φαίνεται ότι συνειδητοποίησε πολύ γρήγορα το λάθος του γάμου του με την Τζάκι Κένεντι από το γεγονός ότι τρεις εβδομάδες μετά την τελετή ήταν στην πόρτα του διαμερίσματός της στo νούμερο 36 της λεωφόρου George Mandel στο 16ο διαμέρισμα του Παρισιού. Κατάλαβε ότι ήταν ο έρωτας της ζωής του, αλλά το συνειδητοποίησε λίγο αργά.
– Ετσι μοναδική δεν ήταν και η ζωή της;
Ναι, το πεπρωμένο της ήταν μοναδικό. Το τέλος της ήταν τραγικό, δεδομένου του νεαρού της ηλικίας της (54 ετών) ενώ μπορούσε να κάνει πολλά ακόμα. Αλλά όλη αυτή η ζωή μιας γυναίκας που από το τίποτα μεταναστεύει στη Νέα Υόρκη, πέρασε τον πόλεμο, πήγε στην Ιταλία, της πήρε καιρό να αναγνωριστεί. Ισως γιατί όπως έλεγε ο Μπαλζάκ “όταν δεν έχουμε τίποτε άλλο παρά μόνο την ευφυία τότε μας λείπει μόνο ο χρόνος“. Δεν είχε ακόμα το χάρισμα που απέκτησε αργότερα. Δεν υπάρχει σύγκριση της γυναίκας που μόλις έφτασε στην Ιταλία, με την Κάλλας των ’60s. Δεν είχε στυλ μη ξέροντας πώς θα ντυθεί, ακόμα και η ίδια το έλεγε “όταν έφτασα στην Ιταλία ήμουν πολύ διαφορετική σε σχέση με σήμερα”. Τραγουδούσε στο παλιό στυλ του “Bel canto” που είχε ξεχαστεί στην Ιταλία. Επομένως δεν έγινε αμέσως αποδεκτή. Της πήρε 5-6 χρόνια για να κάνει την πρώτη εμφάνιση που άφησε αποτύπωμα στον χρόνο. Με τα βίντεο της που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, με τις ταινίες και τις θεατρικές παραστάσεις αλλά και τις εκθέσεις που γίνονται για αυτήν η Μαρία Κάλλας περνάει σε ένα κοινό πιο νεανικό, που την ανακαλύπτει. Και ίσως γοητεύει ακόμα γιατί διατηρεί μια δόση μυστηρίου που και σήμερα δεν μπορούμε να ξεδιαλύνουμε.
– Γιατί πιστεύετε η Μαρία Κάλλας γοητεύει τον κόσμο ακόμα;
Καταρχήν γιατί είναι μια καλλιτέχνιδα μοναδική. Δεν υπήρξαν άλλες σαν αυτή. Κατάφερε να κάνει την όπερα προσβάσιμη σε όλο τον κόσμο. Σε αυτήν χρωστά αυτό το μουσικό είδος τη δημοφιλία του. Αυτό που πριν απ’ αυτήν ήταν το προνόμιο μιας ελίτ, έγινε λαϊκό αγαθό. Δηλαδή, έδωσε ζωή σε κάτι που ήταν μια δοκιμασία των δυνατοτήτων της ανθρώπινης φωνής. Συνειδητοποίησε την προέλευση της λέξης όπερα στα ιταλικά που σημαίνει “έργο” που από μόνο του δε λέει τίποτα, αλλά η πολιτιστική της ρίζα είναι το μουσικό θέατρο. Κι αυτό σήμαινε πολλά για αυτήν, αφού η ίδια πρώτα έπαιζε, ερμήνευε και έπειτα τραγουδούσε. Αυτό την έκανε ξεχωριστή. Μια φίλη της μου είπε “συγκινούμαστε όταν βλέπουμε την Κάλλας να ερμηνεύει γιατί το κάνει με την ψυχή της”.