Η νέα γενιά των πριβέ κλαμπ και η τάση των εύπορων να συλλέγουν συνδρομές.
Με ένα μικρό ασανσέρ από μαόνι ανεβαίνεις στον επάνω όροφο και διασχίζεις έναν στενό διάδρομο. Στην υποδοχή, σε χαιρετούν ευγενικά, σου προσφέρουν μια vintage μακριά γούνα ή ένα μάλλινο παλτό σε περίπτωση που θέλεις να βγεις στην βεράντα του cigar bar και στη συνέχεια σού ζητούν να παραδώσεις το κινητό και το τοποθετούν σε ένα παλιού στυλ χρηματοκιβώτιο.
Αυτό είναι το καλωσόρισμα στο Auric Room 1915, του νέου members’ club του Lone Mountain Ranch στο Βig Sky, στη Μοντάνα. Πήρε το όνομα του από τη χρονιά που ιδρύθηκε το ράντσο, έχει μαξιμαλιστικό ντεκόρ με πολυελαίους από κέρατα ελαφιού και καναπέδες από ακατέργαστο δέρμα, και στρώνει τραπέζια με χαβιάρι και σπιτικά τσιπς και βαριά κρυστάλλινα ποτήρια με premium μπέρμπον. Η εγγραφή και η ετήσια συνδρομή κοστίζουν από 5.000 δολάρια ενώ προτεραιότητα δίνεται στους κατοίκους της Μοντάνα. Η απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων ευνοεί την κοινωνικοποίηση και προστατεύει την ιδιωτικότητα των μελών. Την εφαρμόζουν κι άλλα ιδιωτικά κλαμπ, στο San Vicente Bungalows στο Λος Αντζελες τοποθετούν ένα αυτοκόλλητο στην κάμερα του smartphone.
Tα ιδιωτικά club σε άνθηση
Όπως αναφέρει το Robb Report, την τελευταία δεκαετία, τα members’ club υψηλών προδιαγραφών αυξήθηκαν από 90 σε 150 στις ΗΠΑ και από 120 σε 200 στην Ευρώπη, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρίας consulting στον τομέα, Pipeline Agency. Τι οδήγησε σε αυτή την άνθηση;
Στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ένα νέο κλαμπ ή εστιατόριο γρήγορα κατακλύζεται από κόσμο. Η ιδέα ενός μέρους όπου θα μπορείς να πιεις ένα ποτό με την ησυχία σου έχει μεγάλη απήχηση. Όπως αναφέρει στέλεχος της Collectio Group, εταιρίας που προσφέρει υπηρεσίες consulting και στρατηγικής σχεδιασμού σε members’ club: «Είναι πιο δύσκολο από ποτέ να κάνεις μια κράτηση, επειδή υπάρχει πάρα πολύς πλούτος εκεί έξω -οι πλούσιοι ανταγωνίζονται ακόμα και για μια θέση σε ένα ιδιωτικό τζετ». Τα members’ club υπόσχονται ότι θα υπάρχει πάντα μια θέση στο τραπέζι γι’ αυτούς, ανάμεσα σε ενδιαφέροντες ανθρώπους.
H άνθηση έφερε αύξηση και στις εταιρείες που ειδικεύονται σε υπηρεσίες μάρκετινγκ και εύρεσης προσωπικού για member’s club. To τελευταίο απαιτεί ιδιαίτερη προσπάθεια, σύμφωνα με τα στελέχη των εταιριών consulting -είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσλάβεις χαρισματικό διευθυντή που θα προσελκύει κόσμο (αλλά και θα τον κρατήσει) και έμπειρο προσωπικό που θα μαθαίνει γρήγορα τις συνήθειες και τις ιδιορρυθμίες των πελατών.
Xωρίς να χάσουν το ελίτ ύφος τους, τα νέα κλαμπ αποφεύγουν τις τακτικές αποκλεισμού και δέχονται ευκολότερα κόσμο: το φημισμένο 67 Pall Mall που γεννήθηκε στο Λονδίνο και επεκτάθηκε από το Μπορντό ως το Χονγκ Κονγκ και τη Σιγκαπούρη, το μόνο που ζητάει από τα επίδοξα μέλη του είναι να λατρεύουν το κρασί. Αντίθετα, παλαιομοδίτικη θεωρείται η στρατηγική του περίφημου San Vicente Bungalows, «σχεδιασμένου για να προσελκύει μια κοινότητα εξαιρετικών ατόμων», το οποίο σύντομα θα επεκταθεί σε Σάντα Μόνικα και Νέα Υόρκη. Eίναι αυστηρά πριβέ και μυστικοπαθές, και φημολογείται ότι τα 3.000 μέλη του έχουν ελεγχθεί από το διοικητικό συμβούλιο του Λος Άντζελες.
«Οι πλούσιοι συλλέγουν συνδρομές – για γκολφ, για σκι, για ποτό» αναφέρει ο Peter Cole, συνιδρυτής και CEO της Collectio Group. Εκτιμά ότι ένας εύπορος Λονδρέζος είναι μέλος σε 2,7 λέσχες κατά μέσο όρο και πιστεύει ότι η συλλογή συνδρομών είναι πλέον κάτι συνηθισμένο, «σαν να αγοράζεις αυτοκίνητο». Για αρκετούς, το κριτήριο είναι γεωγραφικό -ταξιδεύουν συχνά στο Λας Βέγκας ή το Λονδίνο για δουλειά και θέλουν να έχουν ένα «καταφύγιο» να τους περιμένει.
Πώς διασφαλίζουν τα members’ club ότι τα μέλη τους θα παραμείνουν αφοσιωμένα και θα πληρώνουν την συνδρομή τους με χαρά; Εμπλουτίζοντας το πρόγραμμα και τις παροχές τους, και επενδύοντας στο αξέχαστο φαγητό. Θεωρώντας ότι το ακριβό αλλά όχι σπουδαίο φαγητό είναι η αχίλλειος πτέρνα των ιδιωτικών κλαμπ, το ZZ΄s Club στο Μανχάταν προσφέρει πλέον στα μέλη του πέρα από sports bar, βεράντα για πούρο και glamorous σαλόνι με ζωντανή μουσική, ένα πριβέ εστιατόριο με την υπογραφή του διάσημου Mario Carbone. Το ιταλικό του Greenwich Village όταν άνοιξε το 2013 δημιούργησε τόσο θόρυβο που σύντομα έγινε αυτοκρατορία με εστιατόρια σε Μαϊάμι, Ντάλας, Λας Βέγκας και waiting list μηνών. Για ένα δείπνο στο Carbone Privato του ΖΖ’s, όμως, χρειάζεται κάτι παραπάνω από υπομονή: η εγγραφή στο κλαμπ κοστίζει 20.000 δολάρια και η ετήσια εισφορά 10.000 δολάρια. Παρόμοια κίνηση έκανε και το Poodle Room του ξενοδοχείου Fontainebleau Las Vegas: στις αρχές τις φετινής χρονιάς εγκαινίασε το ITO, μια bespoke omakase εμπειρία 12 ατόμων.
Στο Μιλάνο, όλοι περιμένουν το opening του The Wilde, ένα members’ club στην ’50s βίλα του Santo Versace στη Via dei Giardini που υπόσχεται ότι θα είναι «ένα καρναβάλι του ανεξήγητου, του απρόβλεπτου, του ανεξερεύνητου» και «ένα κλαμπ για την τέχνη των εξαιρετικών εμπειριών». Πίσω από το εγχείρημα που αναμένεται να επεκταθεί σε 5-6 πόλεις σε μια δεκαετία, βρίσκεται ο Βen Pundole, βραβευμένος επιχειρηματίας στον τομέα της φιλοξενίας και γνωστός για το ρόλο του στην ανάπτυξη των EDITION Hotels του Ian Schrager.
Πέρα από τον μαγευτικό κήπο, την σοφιστικέ βιβλιοθήκη, το Nikkei εστιατόριο και το ειδυλλιακό roof garden για μεσογειακό fine dining, το Τhe Wilde ποντάρει στην ενέργεια, τη μουσική και την πολυτελή αλλά χαλαρωτική και σέξι ατμόσφαιρα. Και για να προσφέρει επιπλέον αίσθηση προνομίου στα μέλη του, ο Pundole ελπίζει να εξασφαλίσει συνεργασίες με μουσεία και πολιτιστικά ιδρύματα, σχεδιάζοντας ένα μοναδικό πρόγραμμα με live μουσική, παραστάσεις, ομιλίες και masterclass από επιδραστικούς ανθρώπους, και πριβέ επισκέψεις σε γκαλερί και στούντιο. Όπως διευκρινίζει: «Άλλο είναι να αποκτάς μέλη, άλλο να τα διατηρείς…»
Εξωτερική φωτογραφία: Wine Club 67 Pall Mall, Singapore