search icon

Fine Living

Νήσος Αϊλα: Ο παράδεισος των καπνιστών ουίσκι είναι το κρυμμένο διαμάντι των Εβρίδων

Το νοτιότερο νησί των Εβρίδων, δυτικά της Σκοτίας, είναι ένα από τα 51 κατοικούμενα του νησιωτικού συμπλέγματος, όχι πολύ μακριά από τη χερσόνησο Κίνταϊρ και τις ακτές της Βορείου Ιρλανδίας. Η ακτογραμμή του, με τις μεγάλες εσοχές που άλλοτε κρύβουν όμορφες αμμώδεις παραλίες και άλλοτε εντυπωσιακές βραχώδεις ακτές, στολίζουν και μαζί προστατεύουν την ενδοχώρα με […]

Ενα ταξίδι στο Islay είναι μια εμπειρία που μένει για πάντα στη μνήμη. Ομως, για τους λάτρεις των single-malts ουίσκι αποκτά θρησκευτικές διαστάσεις.

Το νοτιότερο νησί των Εβρίδων, δυτικά της Σκοτίας, είναι ένα από τα 51 κατοικούμενα του νησιωτικού συμπλέγματος, όχι πολύ μακριά από τη χερσόνησο Κίνταϊρ και τις ακτές της Βορείου Ιρλανδίας. Η ακτογραμμή του, με τις μεγάλες εσοχές που άλλοτε κρύβουν όμορφες αμμώδεις παραλίες και άλλοτε εντυπωσιακές βραχώδεις ακτές, στολίζουν και μαζί προστατεύουν την ενδοχώρα με την ποικίλη μορφολογία, καθώς τυρφώνες, υγρότοποι και ελώδεις εκτάσεις θαλασσινού νερού διαδέχονται τα λιβάδια και τα κωνοφόρα δάση και τις θαμνώδεις εκτάσεις. Το Αϊλα έχει σχετικά ήπιο κλίμα και σε αυτό παίζει σημαντικό ρόλο το γεγονός ότι θερμαίνεται από το Gulf Stream, καθώς και το ότι «προστατεύεται» σε μεγάλο βαθμό από τα νερά του Ατλαντικού.

Και μπορεί η νήσος Αϊλα (Isle of Islay) να φιλοξενεί μόλις 3.500 κατοίκους, η γη του ξεχωριστού αυτού τόπου όμως κατοικείται ήδη από το 8.000 π.Χ., όπως φανερώνουν ευρήματα της Μεσολιθικής περιόδου, αφού είχε τη δυνατότητα να παρέχει άφθονη τροφή μέσα από το κυνήγι και το ψάρεμα στους πρώτους του κατοίκους. Καθώς το κλίμα βελτιωνόταν με το πέρασμα του χρόνου, η καλλιέργεια των εκτάσεών του κατέστη εφικτή, το ίδιο και η συνεχής ανθρώπινη παρουσία στον τόπο έκτοτε. Αποτέλεσε άλλωστε πόλο έλξης για όλους τους κατακτητές που κυριάρχησαν στην ευρύτερη περιοχή, αφήνοντας βαθιά το στίγμα τους. Κέλτες και Βίκινγκ κυριαρχούσαν εδώ έως τον 13ο αιώνα, όταν οι Εβρίδες πέρασαν στον έλεγχο της Σκοτίας, όπου και παραμένουν –εδώ μάλιστα τα γαλλικά μιλούνται περισσότερο κι απ’ ό,τι στην ηπειρωτική Σκοτία.

Η μόνιμη υγρασία του εδάφους εδώ μπορεί να μην ενδείκνυται για την καλλιέργεια μεγάλης ποσότητας δημητριακών, ωστόσο η επιτυχημένη βιομηχανία του ουϊσκι, με εννέα λειτουργικά αποστακτήρια και ένα βυνοποιείο και τα αυξανόμενα έσοδα από τον τουρισμό, προσφέρουν στο Αϊλα νέες πηγές εισοδήματος πέρα από τη γεωργία. Η βελτίωση του οδικού δικτύου και η υποκίνηση καθημερινών ακτοπλοϊκών και τακτικών αεροπορικών δρομολογίων έκανε το νησί προσβάσιμο σε νέες αγορές αλλά και νέες επιρροές. Οι πτήσεις από τη Γλασκόβη προς το αεροδρόμιο του Glenegedale –σε βολική θέση ανάμεσα στην πρωτεύουσα Bowmore και τη… συμπρωτεύουσα PortEllen- είναι καθημερινές, ενώ το νησί είναι όλο και συχνότερα προσβάσιμο διά θαλάσσης, με συνδέσεις με τα μεγαλύτερα νησιά των Εβρίδων, έτσι όλο και περισσότεροι επισκέπτες καταφθάνουν εδώ για να απολαύσουν τις ξεχωριστές παραλίες που είναι διάσπαρτες στα 130 χλμ. της ακτογραμμής του Αϊλα, αλλά και για να απολαύσουν τα γαστρονομικά μυστικά του νησιού –οι μυημένοι γνωρίζουν πως εδώ θα βρουν τα καλύτερα ίσως οστρακοειδή της Σκοτίας, όπως και οι κρεατοφάγοι πως χάρη στη ντόπια κτηνοτροφία το μοσχάρι το αρνί –αλλά και το κυνήγι- είναι άριστης ποιότητας.

Και παρότι ο τόπος είναι πραγματικός παράδεισος για τους φυσιοδίφες, καθώς οι βιότοποί του φιλοξενούν βίδρες, γκρίζες φώκιες, ελάφια, 200 και πλέον σπάνια είδη πουλιών προς παρατήρηση μέσα από τις οργανωμένες περιηγήσεις, ο πρωταρχικός πόλος έλξης για τους επισκέπτες που επιλέγουν το Αϊλα είναι τα 9 περίφημα αποστακτήρια ουίσκι που στεγάζονται εδώ. Πιστεύεται πως η τέχνη της απόσταξης έφτασε στο νησί στις αρχές του 14ου αιώνα, με την παραγωγή ουίσκι να ξεκινάει από Ιρλανδούς μοναχούς. Η άφθονη τύρφη που συγκεντρώνεται εδώ, μαζί με το θαλασσινό αλάτι που φέρνουν οι χειμωνιάτικες θύελλες, αλλά και το χαρακτηριστικό σκούρο νερό του τόπου συνεισφέρουν στη χαρακτηριστική δυνατή γεύση των single-malts που παράγονται στο Αϊλα. Το μεγαλύτερο μέρος της βυνοποίησης, μέρους της διαδικασίας παραγωγής ουίσκι, γίνεται στην Port Ellen Maltings σύμφωνα με τις προδιαγραφές κάθε αποστακτηρίου (επίπεδο τύρφης). Εξαίρεση αποτελούν τα αποστακτήρια Bowmore, Laphroaig και Kilchoman, που έχουν δικούς τους χώρους βυνοποίησης. Μόνο το ουίσκι που παράγεται στη Σκοτία άλλωστε μπορεί να ονομάζεται Scotch Whisky και μόνον έπειτα από περίοδο ωρίμανσης τριών ετών σε δρύινα βαρέλια. Το ποτό που ωριμάζει σε μικρότερο χρονικό διάστημα αποκαλείται P.B.S. (PlainBritishSpirit).

Lagavulin
Μερικά από τα διασημότερα ουίσκι της Σκοτίας παράγονται εδώ, σε ένα από τα παλαιότερα αποστακτήρια της χώρας – επίσημα χρονολογείται από το 1816. Είναι δε ανοικτό για τους επισκέπτες από το 1998. Η τύρφη και το ιώδιο της θάλασσας είναι που δίνουν τη χαρακτηριστική καπνιστή γεύση στη «ναυαρχίδα» του αποστακτηρίου, το 16 ετών single malt –ένα από τα πιο «καπνιστά» ουίσκι του κόσμου-, με την χαρακτηριστική γλυκιά γεύση της τύρφης και νότες μαύρου τσαγιού lapsang souchong. Οι αποθήκες άλλωστε είναι ανοιχτές προς τη θάλασσα κι έτσι τα βαρέλια απορροφούν τα στοιχεία του ιωδίου και δίνουν τον θαλασσινό χαρακτήρα στο Lagavulin Single Malt. Το Lagavulin υφίσταται την πιο αργή (διπλή) απόσταξη από όλα τα ουίσκι που παράγονται στο Αϊλα, επιτυγχάνοντας έτσι τη διατήρηση περισσότερων φαινολών και συνεπώς εντονότερο χαρακτήρα. Το αποστακτήριο παράγει 1,4 εκατομμύριο λίτρα αλκοόλ ετησίως, ενώ η βύνη που παράγεται για λογαριασμό του αποστακτηρίου από το βυνοποιείο του Port Ellen ακολουθεί συγκεκριμένη συνταγή.

Ardbeg
Μετρά ήδη 200 χρόνια παρουσίας. Εδώ παράγεται ένα από τα πιο τυρφώδη ουίσκι του νησιού, με τα αρώματα των μπαχαρικών να κυριαρχούν, μαζί με γλυκές νότες βανίλιας και σοκολάτας. Το ουίσκι που παράγει το Ardbeg έχει κερδίσει τίτλους με μεγάλο κύρος, ενώ σήμερα παράγει 2,4 εκατομμύρια λίτρα, χάρη στη νέα του μονάδα. Η ωρίμανση γίνεται σε βαρέλια μπέρμπον κατά βάση, όταν όμως χρησιμοποιούνται βαρέλια από σέρι το αποτέλεσμα είναι πιο γλυκό, όπως στα περίφημα Uigeadail και Lord of the Isles. Το αποστακτήριο περιλαμβάνει και το Old Kiln Café, όπου οι επισκέπτες μπορούν να απολαύσουν εξαιρετικά γεύματα, πέρα με τη δοκιμή του τελικού προϊόντος.

Ardnahoe
Το σύγχρονο αυτό αποστακτήριο, χτισμένο μόλις το 2018, έχει άμεση πρόσβαση στην ομώνυμη λίμνη, το νερό της οποίας δίνει στο single malt του, την καπνιστή του γεύση, τον δυναμικό χαρακτήρα και το γεμάτο σώμα. Το κριθάρι για τη βύνη του αλέθεται στον μύλο Vickers Boby, που μετρά 100 χρόνια ζωής. Οι μέθοδοι απόσταξης που χρησιμοποιούνται εδώ δείχνουν την αγάπη για τη λεπτομέρεια, προσφέροντας μικρότερες ποσότητες μεν, αλλά ουίσκι με πιο πλούσια και περίπλοκη υφή, όπου οι νότες τύρφης και τα αρώματα των φρούτων κυριαρχούν. Χάρη στη χρήση των βαρελιών για μπέρμπον (κατά 70%), το Ardnahoe εμπλουτίζεται με γεύσεις μελιού, βανίλιας και toffee, ενώ όσα ωριμάζουν στα βαρέλια του σέρι αποκτούν έντονες νότες κόκκινων φρούτων, καστανής ζάχαρης και μπαχαρικών.

Bowmore
Το παλαιότερο νόμιμο αποστακήριο του Αϊλα βρίσκεται στις όχθες της λίμνης Indaal, σε μια έκταση που κάποτε ήταν φάρμα και παράγει ουίσκι από το 1779. Εδώ φτιάχνεται το πιο ήπιο ουίσκι από όσα παράγονται στα τρία αποστακτήρια του Kildalton, με τα χαρακτηριστικά των Bowmore Single Malt Whiskies που ξεχωρίζουν να είναι η τύρφη, το αλάτι και τα φύκια. Η ετήσια παραγωγή αγγίζει τα 2 εκατομμύρια λίτρα ουίσκι, με έντονο χαρακτήρα και νότες μπαχαρικών. Ωριμάζει σε υγρό και ψυχρό περιβάλλον, σε χώρο κοντά στη θάλασσα, προσδίδοντάς του τη διακριτική αλμύρα και τα αρώματα της θάλασσας. Μάλιστα, το θρυλικό κελάρι No. 1 είναι το μοναδικό που βρίσκεται χαμηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας. Οι νότες γλυκιάς βανίλιας προέρχονται από την ωρίμανση στα βαρέλια του μπέρμπον, ενώ τα βαρέλια του σέρι προσδίδουν έντονες γεύσεις αποξηραμένων φρούτων.

Bruichladdich
Το αποστακτήριο βρίσκεται και αυτό στις όχθες της λίμνης Indaal από το 1881 και ανήκει πλέον στη Rémy Cointreau, που αγόρασε τις εγκαταστάσεις βικτοριανού στυλ το 2012. Τα ουίσκι που παράγονται εδώ έχουν φυσικό χαρακτήρα, όσο φυσική φαντάζει και διαδικασία απόσταξης –αρκεί να σκεφτεί κανείς πως η παραγωγή γίνεται χωρίς χρήση υπολογιστών. Το 1,5 εκατομμύριο λίτρα ουίσκι που παράγεται στα αποστακήρια Bruichladdich περιέχουν νερό από την ομώνυμη λίμνη και την πηγή Octomore. Η βύνη που χρησιμοποιείται είναι αποκλειστικά από σκοτσέζικο κριθάρι και η ωρίμανση γίνεται σε αργούς ρυθμούς –σε αυτό συνεισφέρουν οι εγκαταστάσεις που είναι χτισμένες με τούβλα, καθώς το υγρό και ψυχρό κλίμα. Ολα τα ουίσκι που παράγονται εδώ είναι single malt, με το Octomore μάλιστα να θεωρείται το πιο τυρφώδες single malt ουίσκι στον κόσμο.

Bunnahabhain
Το αποστακτήριο του Bunnahabhain, στα βόρεια του νησιού, έχει ακριβώς την ίδια ηλικία με το Bruichladdich και ανήκει πλέον στην Burn Stewart Distillers. Παράγει ένα από τα ηπιότερα, μη τυρφώδη ουίσκι του νησιού, με τη γεύση του να διαφέρει κατά πολύ από τα υπόλοιπα που παράγονται στο Αϊλα, και είναι το μόνο αποστακτήριο που χρησιμοποιεί μεταλλικό νερό για τα 2,5 εκατομμύρια λίτρα αλκοόλ που παράγονται ετησίως. Στο γεγονός ότι εδώ βρίσκονται οι ψηλότερες αποστακτικές στήλες του νησιού οφείλεται η ελαφριά, ντελικάτη γεύση του Bunnahabhain, που ωριμάζει κι αυτό κοντά στη θάλασσα. Πέρα από τα single malts ηλικίας από 12 (Ilich) έως 40 ετών, εδώ παράγονται και blends όπως το Famous Grouse και το Black Bottle.

Caol Ila
Με εξαίρεση ένα μικρό διάλειμμα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το μεγαλύτερο αποστακτήριο του Αϊλα λειτουργεί ασταμάτητα από το 1846 by Hector Henderson. To Caol Ila είναι ένα από τα ελαφρύτερα ουίσκι του Αϊλα, πιο ανοιχτόχρωμο από τα υπόλοιπα αλλά με χαρακτηριστικές νότες πιπεριού και λουλουδιών, που υπογραμμίζουν την παραδοσιακή τυρφώδη γεύση των ουίσκι του Αϊλα. Η ετήσια παραγωγή εδώ φτάνει τα 3 εκατομμύρια βαρέλια, με νερό από τη λίμνη nam Ban και βύνη από το Port Ellen. Πέρα από το single malt που παράγεται, το Caol Ila χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό σε blends όπως το Johnnie Walker’s Black Label. Παρότι δεν υπάρχει επίσημο κέντρο επισκεπτών, επιτρέπεται η περιήγηση στις εγκαταστάσεις του Caol Ila σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.

Kilchoman
Κοντά στις όχθες του Ατλαντικού και τη λίμνη Gorm, τα αποστακτήρια Kilchoman είναι από τα μικρότερα σε ολόκληρη τη Σκοτία και ξεκίνησε την παραγωγή μόλις το 2005. Το ουίσκι που παράγει έχει έντονο καπνιστό χαρακτήρα αναμεμειγμένο με τη γλύκα που δίνουν οι νότες λουλουδιών. Μόλις 48.000 λίτρα ετησίως βγαίνουν από τις αποθήκες του Kilchoman, καθώς εδώ επενδύουν στη λεπτομέρεια: Πρόκειται για ένα από τα έξι μόλις αποστακτήρια σε όλη τη Σκοτία που αναλαμβάνουν το σύνολο της παραγωγής (καλλιέργεια κριθαριού, βυνοποίηση, απόσταξη, ωρίμανση και εμφιάλωση). Ξεκινώντας με την εμφιάλωση single malts 3 ετών το 2009, το 100% Islay (το μοναδικό Single Farm Single Malt Scotch Whisky του νησιού) κυκλοφόρησε το 2011, ενώ το Machir Bay, που εμφανίστηκε στην αγορά το 2012, κέρδισε εξαιρετικές κριτικές.

Laphroaig
Ιδρύθηκε το 1815 και το 2014 πέρασε από την Jim Beam Brands στα χέρια της Suntory Holdings. Παραμένει το ουίσκι του νησιού με τις μεγαλύτερες πωλήσεις, το οποίο είναι αναμφίβολα εντυπωσιακό αν σκεφτεί κανείς πόσο έντονη τυρφώδη γεύση του. Είναι το μόνο ουίσκι που φέρει τη σφραγίδα του Βασιλιά, πλέον, Καρόλου της Μεγάλης Βρετανίας –το Laphroaig των 15 ετών μάλιστα λέγεται πως είναι το αγαπημένο του ουίσκι. Πρόκειται για μία από τις λίγες επιχειρήσεις με δικό τους χώρο βυνοποίησης, παρότι το 80% προέρχεται από το κοντινό βυνοποιείο του Port Ellen. Το γευστικό αποτέλεσμα της περίπλοκης διαδικασίας που ακολουθείται στο αποστακτήριο αναδίδει περισσότερο τυρφώδη παρά γλυκά στοιχεία, έπειτα από ωρίμαση στα βαρέλια από αμερικάνικη βελανιδιά (κατά 90%), όπως γίνεται ήδη από το 1930 –αν και χρησιμοποιούνται και βαρέλια από Oloroso και Pedro Ximenez, δίνοντας ένα ακόμα πιο ιδιαίτερο αποτέλεσμα.

Credits / ιστότοπος: ardnahoedistillery.com / Whiskey.com / visitscotland.com / instagram:@bruichladdich
Εισαγωγική φωτογραφία: Getty Images / Ideal Image

Exit mobile version