Από τη Σκάλα του Μιλάνου έως το Teatro Colón του Μπουένος Αϊρες, αυτές είναι οι ιστορίες πίσω από τις πιο ονομαστές όπερες του πλανήτη.
Στις 26 Δεκεμβρίου του 1831 οι θεατές της Σκάλας του Μιλάνου άκουσαν εκστατικοί για πρώτη φορά την άρια Casta Diva, στην πρεμιέρα της όπερας Νόρμα του Βιντσέντζο Μπελίνι. Ηταν μία από τις πολλές μαγικές νύχτες που έχει φιλοξενήσει τόσο η θρυλική Σκάλα, όσο και οι άλλες ιστορικές όπερες του κόσμου, που συνδυάζοντας θαυμάσια αισθητική και τέλεια ακουστική, αποτελούν ορόσημα αρχιτεκτονικής και πολιτισμού.
Teatro alla Scala, Μιλάνο (Σκάλα του Μιλάνου)
Στη σκηνή της Σκάλας του Μιλάνου έκανε το ντεμπούτο του ο θρυλικός βιολιστής Nικολό Παγκανίνι τον Νοέμβριο του 1813, εκεί έκανε τα πρώτα της βήματα η σπουδαία Ιταλίδα μπαλαρίνα Kάρλα Φράτσι, ενώ τη «χρυσή εποχή της όπερας» το θέατρο φιλοξενούσε τις πρεμιέρες για τις όπερες του «Ιταλού Μότσαρτ» Τζοακίνο Ροσίνι, του Τζουζέπε Βέρντι και του Τζάκομο Πουτσίνι. Χτισμένο το 1778 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Giuseppe Piermarini, με ένα εντυπωσιακό φουαγιέ και μια αίθουσα θεάτρου σε βελούδο, χρυσό και κόκκινο, στολισμένη με έναν μεγαλοπρεπή πολυέλαιο από κρύσταλλο Βοημίας, είναι το πιο διάσημο θέατρο στον κόσμο. Οσο για τις φθηνές θέσεις, στο διάζωμα που βρίσκεται πάνω από τα θεωρεία, το “loggione” όπως είναι γνωστό, είναι οι αγαπημένες των πιο απαιτητικών οπαδών της όπερας. Από εκεί ψηλά, οι λεγόμενοι “loggionisti” εκφράζουν παθιασμένα τη γνώμη τους για το έργο (το ανελέητο γιουχάρισμα έχει υποχρεώσει καλλιτέχνες να αποχωρήσουν από τη σκηνή), παίζοντας καθοριστικό ρόλο στη διεύρυνση της απήχησης της όπερας στο ευρύ κοινό.
Teatro Colón, Mπουένος Αϊρες
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Αργεντινή υποδέχτηκε κύματα μεταναστών, ιδιαίτερα από την Ιταλία και την Ισπανία. Οι Ευρωπαίοι εγκαταστάθηκαν στο Μπουένος Αϊρες και το Teatro Colón, που εγκαινιάστηκε το 1908 με την Αΐντα του Τζουζέπε Βέρντι, έγινε το αγαπημένο τους σημείο συνάντησης, αλλά κι ένα σύμβολο της άνθησης της χώρας. Οι αρχιτέκτονες Francesco Tamburini, Vittorio Meano και Julio Dormal ήταν κι εκείνοι Ευρωπαίοι μετανάστες και το κτίριο που σχεδίασαν ήταν μια γοητευτική μίξη ιταλικού και γαλλικού στυλ, με πλούσιο διάκοσμο και μεγαλειώδεις αναλογίες. Στη σκηνή του έχουν ανέβει όλα τα ιερά τέρατα της μουσικής και του χορού – συνθέτες όπως ο Ρίχαρντ Στράους και ο Ιγκόρ Στραβίνσκι, θρυλικοί διευθυντές ορχήστρας όπως ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν και ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς και αστέρια του κλασικού μπαλέτου όπως ο Ρουντόλφ Νουρέγιεφ. O Ιταλός τενόρος Λουτσιάνο Παβαρόττι, μάλιστα, θεωρούσε ότι το συγκεκριμένο θέατρο ήταν από τα πιο «δύσκολα» για έναν καλλιτέχνη. Ο λόγος; Η τέλεια ακουστική του που δεν αφήνει περιθώρια για λάθη.
Royal Opera House, Λονδίνο (Βασιλική Οπερα του Λονδίνου)
Πολλές όπερες και ορατόρια του Γερμανού συνθέτη του μπαρόκ Χέντελ γράφτηκαν ειδικά για αυτό το θέατρο, που χτίστηκε το 1732. Ομως το σημερινό κτίριο με την επιβλητική νεοκλασική πρόσοψη, έργο του αρχιτέκτονα Edward Middleton Barry και σύμβολο του Covent Garden, είναι το τρίτο θέατρο που ανεγέρθηκε στο συγκεκριμένο σημείο, μετά από δύο καταστροφικές πυρκαγιές το 1808 και το 1856. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το κτίριο χρησίμευε ως αποθήκη επίπλων, ενώ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μετατράπηκε σε αίθουσα χορού. Πολλοί θεωρούν ότι θα παρέμενε για πάντα έτσι, αν δεν το μίσθωναν οι μουσικές εκδόσεις Βoosey & Hawkes, που με τη συνδρομή αφοσιωμένων μουσικόφιλων και μουσικών ίδρυσαν τη Βασιλική Οπερα το 1946. Από τότε, η σκηνή της Βασιλικής Οπερας του Λονδίνου δεν έχει σταματήσει να υποδέχεται λαμπρά ονόματα – από τη Μαρία Κάλλας ως τον Πλάθινγκο Ντομίνγκο.
Sydney Opera House, Σίδνεϊ (Οπερα του Σίδνεϊ)
O Δανός αρχιτέκτονας Jørn Utzon (1918-2008), μπορεί να παραιτήθηκε πριν την ολοκλήρωση του έργου του -η κατασκευή ήταν χρονοβόρα, δαπανηρή και σημαδεύτηκε από απεργίες και αλλαγές στα σχέδια- όμως τελικά χάρισε στην Αυστραλία ένα «έμβλημα», ένα κτίριο που έμελλε να γίνει ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα αρχιτεκτονήματα στον κόσμο. Το θέατρο άνοιξε τις πόρτες του επίσημα το 1973, ενώ μία από τις πιο αξέχαστες αλλά ανεπίσημες παραστάσεις του ήταν το 1960, όταν ο Αμερικανός βαρύτονος και ακτιβιστής Paul Robeson ανέβηκε στις σκαλωσιές και τραγούδησε το Οl’ Man River στους εργάτες που έτρωγαν το κολατσιό τους. To 2003 o Utzon βραβεύτηκε με το βραβείο Pritzker – το «Νόμπελ» της αρχιτεκτονικής για το σύνολο του έργου του και το 2007 το εξπρεσιονιστικό κτίριό του με τις δομές που θυμίζουν κοχύλια συμπεριλήφθηκε στη λίστα με τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Είχε προηγηθεί μια «επανασύνδεση» του αρχιτέκτονα με την Οπερα του Σίδνεϊ: το 1999, μετά από εκτενείς διαπραγματεύσεις, ο Utzon συμφώνησε να αναπτύξει ένα σύνολο κατευθυντήριων γραμμών για μελλοντικές αλλαγές στην Οπερα του Σίδνεϊ, σηματοδοτώντας μια νέα δέσμευση μεταξύ του αρχιτέκτονα και του κτιρίου που είχε καθορίσει την καριέρα του, αλλά που εκείνος δεν είχε δει ποτέ. Μετά από μια ριζική ανακαίνιση, που ξεκίνησε το 2015 και ολοκληρώθηκε πρόσφατα, η περίφημη Οπερα του Σίδνεϊ είναι έτοιμη να γιορτάσει την 50η επέτειό της, το 2023.
Palais Garnier, Παρίσι
Ο άγνωστος αρχιτέκτονας Charles Garnier ήταν μόλις 35 ετών όταν κέρδισε τον διαγωνισμό για τη νέα Οπερα του Παρισιού το 1861, ανάμεσα σε 171 άλλες προτάσεις. Ο Ναπολέων Γ’ ήθελε να αφήσει το στίγμα του στην αρχιτεκτονική της πόλης και το φιλόδοξο σχέδιο του Garnier, εμπνευσμένο από την μπαρόκ αρχιτεκτονική, τους αρχαιοελληνικούς ναούς και τις αναγεννησιακές βίλες, ήταν το κατάλληλο. Τα υπόγεια ύδατα που ανακάλυψαν οι οικοδόμοι κατά τη διάρκεια των εργασιών δυσκόλεψαν το έργο, όμως ο Garnier επινόησε μια πανέξυπνη λύση: έχτισε ένα θεμέλιο δύο στρωμάτων και έφτιαξε μια δεξαμενή νερού που θα χρησίμευε σε περίπτωση πυρκαγιάς. Γρήγορα εξαπλώθηκε η φήμη ότι η όπερα χτίστηκε πάνω από μια υπόγεια λίμνη, γεγονός που ενέπνευσε τον Gaston Leroux να γράψει το πασίγνωστο μυθιστόρημα “Το Φάντασμα της Οπερας”, το 1910. Το θέατρο εγκαινιάστηκε στις 5 Ιανουαρίου 1875. Η κατασκευή του ήταν ιδιαίτερα δαπανηρή. Μάρμαρο κάθε απόχρωσης, ψηφιδωτά, χρυσός, πολύτιμοι πίνακες και αγάλματα έντυσαν τους εντυπωσιακούς χώρους, όπως το Grand Foyer και τη θρυλική Μεγάλη Σκάλα. Και καινοτομίες όπως ο ηλεκτρισμός -το Palais Garnier ήταν η πρώτη όπερα που ηλεκτροδοτήθηκε στον κόσμο- επέτρεψαν στην αστική και υψηλή κοινωνία του Παρισιού να απολαύσει έργα όπερας σε ένα θέατρο βυθισμένο στο σκοτάδι, με τη φωτισμένη σκηνή να λάμπει.
Metropolitan Opera House, Νέα Υόρκη (Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης)
To λιτό, μινιμαλιστικό κτίριο με τις πέντε ψηλόλιγνες στοές και την επένδυση από τραβερτίνη που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Wallace K Harrison ανεγέρθηκε το 1966 για να στεγάσει τον οργανισμό της Μητροπολιτικής Οπερας της Νέας Υόρκης, που ιδρύθηκε το 1883. Aποτελεί τμήμα του Lincoln Center, έχει εντυπωσιακή πρόσοψη και εξίσου εντυπωσιακό εσωτερικό, με τις γιγάντιες τοιχογραφίες του Marc Chagall, τις σκάλες που μοιάζουν με αφηρημένα γλυπτά και τους βιεννέζικους πολυελαίους. Με 3.850 θέσεις, η Μet είναι η μεγαλύτερη όπερα στον κόσμο. Ημέρα πρεμιέρας για το εμβληματικό κτίριο η 16η Σεπτεμβρίου του 1966, όταν παρουσιάστηκε η παγκόσμια πρεμιέρα της όπερας Αντώνιος και Κλεοπάτρα του Samuel Barber, σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι και χορογραφία Αλβιν Αλεϊ.
Φωτογραφίες: Getty Images / Ideal Image