Η Βρετανίδα ενδυματολόγος Holly Waddington που «έντυσε» την πιο επιτυχημένη εισπρακτικά ταινία του Γιώργου Λάνθιμου έρχεται στην Αθήνα και φέρνει στις αποσκευές της τα κοστούμια του «Poor Things».
Αν το «Poor Things» δεν είχε τα κοστούμια δια χειρός Holly Waddington θα ήταν η μισή ή σίγουρα όχι ολόκληρη η ουρανομήκης επιτυχία του. Κι αυτό είναι κάτι που πιθανότατα θα παραδεχόταν κι ο ίδιος ο Γιώργος Λάνθιμος στην περίπτωση που τον ρωτούσαν σχετικά. Η 46χρονη Βρετανίδα ενδυματολόγος, η οποία τιμήθηκε τον περασμένο Μάρτιο με βραβείο Όσκαρ και λίγες εβδομάδες νωρίτερα σήκωσε και το βραβείο BAFTA για το σχεδιασμό των κοστουμιών της ταινίας, είναι εκείνη που αποτύπωσε αριστοτεχνικά το όραμα του Έλληνα δημιουργού, έπλασε την έξωθεν μαρτυρία των ηρώων του και συνέβαλε καθοριστικά στην αρτιότητα του αισθητικού αποτελέσματος.
H μοναδική ιστορία της Μπέλα
Χωρίς εκείνην η Μπέλα Μπάξτερ, ίσως η πιο εμβληματική Λανθιμική ηρωίδα έως σήμερα, δε θα ήταν ο ίδιος “χαρακτήρας”. Τα κοστούμια του «Poor Things» άρεσαν -ως επί το πλείστον- πολύ και συζητήθηκαν άλλο τόσο, με αποτέλεσμα να αυτονομηθούν από την τετράκις βραβευμένη με Όσκαρ ταινία και να ξεκινήσουν ένα νέο κύκλο ζωής μέσα από μια έκθεση, η οποία αυτές τις ημέρες υποδέχεται τους πρώτους επισκέπτες της και θα φιλοξενείται έως τις 29 Σεπτεμβρίου στο Μουσείο Μπενάκη. Μάλιστα, η ίδια η Waddington, το όνομα της οποίας έγινε οικουμενικά διάσημο χάρη στον τρόπο που «συναρμολόγησε» την εικόνα της Μπέλα Μπάξτερ, θα είναι στην Αθήνα στις 12 Ιουνίου για να συνομιλήσει με το αθηναϊκό κοινό, μαζί με τον επιμελητή της έκθεσης Παύλο Θανόπουλο.
Η ξαφνική αναγνωρισιμότητα που απολαμβάνει είναι μάλλον κάτι που η ίδια ούτε περίμενε, ούτε τολμούσε να ονειρευτεί όταν ο Γιώργος Λάνθιμος, λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία και τη γνώση της σε ό,τι αφορά τα κοστούμια εποχής, της ζήτησε να συνεργαστούν. Η Waddington, που εργάζεται ως ενδυματολόγος από το 2007 -η πρώτη της δουλειά ήταν ως βοηθός στην ταινία «Εξιλέωση»-, λέει πως η μεγαλύτερη πρόκληση για εκείνην ήταν ο τρόπος που θα ιχνηλατούσε μέσα από τα κοστούμια της στα στάδια ενηλικίωσης της Μπέλα. Από ένα μωρό σε σώμα ενήλικης γυναίκας που μαθαίνει τον κόσμο από την αρχή, η λανθιμική ηρωίδα έπρεπε μέσα σε 141 λεπτά να εκκολαφτεί σε μια χειραφετημένη γυναίκα. Ναι, ως γνωστόν τα ράσα δεν κάνουν τον παπά, όμως ένας ιερωμένος οφείλει να φορά ράσα. Την έμπνευση για τη νηπιακή ηλικία της Μπέλα η Βρετανή ενδυματολόγος λέει πως την άντλησε από την καθημερινότητά της, συγκεκριμένα από τους δύο γιους της, ηλικίας δύο και πέντε ετών την περίοδο προετοιμασίας της παραγωγής. Ο Λάνθιμος, τον οποίο η Γουάντιγκτον εκθειάζει σε κάθε ευκαιρία μνημονεύοντας την αγαστή συνεργασία τους, λέει πως της έδωσε carte blanche να φανταστεί και να κατασκευάσει την εικόνα της ηρωίδας. Μάλιστα, όταν ξεκινούσε είχε μόνο σπαράγματα πληροφοριών αναφορικά με το σενάριο. Κι αυτό λειτούργησε αναμφίβολα απελευθερωτικά για εκείνην.
Αν πάντως κάποιος μπορεί να συνοψίσει τη φιλοσοφία πάνω στην οποία κινήθηκε, ήταν να αντλήσει αναφορές από τη βικτωριανή εποχή και να της αποδομήσει με έναν τρόπο που καθρεφτίζει ανάγλυφα τον ελευθεριακό τρόπο που επιλέγει να ζήσει η Μπέλα. Για παράδειγμα το πρώτο πράγμα που η Waddington αποφάσισε να αφαιρέσει από τον ενδυματολογικό κώδικα του φιλμ ήταν οι κορσέδες, ένα δηλαδή σύμβολο καταπίεσης της γυναίκας. Ή να εντάξει στα υλικά κατασκευής των ρούχων το λάτεξ, ένα υλικό που δεν υπήρχε ούτε ως υπόνοια το 19ο αιώνα.
Η πορεία μέχρι το Οσκαρ
Η Βρετανίδα ενδυματολόγος που μεγάλωσε την επαρχία του Μάντσεστερ, ευγνωμονεί για την τεχνογνωσία που απέκτησε στα ρούχα εποχής τη μητέρα της, η οποία κάθε Κυριακή την έπαιρνε μαζί της στις τοπικές αγορές vintage ρούχων, και εργάστηκε για χρόνια στο Angels Costumes, δηλαδή σε ένα από τα αρχαιότερα και τα πιο σημαντικά βεστιάρια του Λονδίνου, λέει πως είχε μόλις δέκα εβδομάδες για να ολοκληρώσει την πρότασή της προς τον Λάνθιμο. Αλλά διέθετε ήδη αρκετή εμπειρία, αφού μεταξύ άλλων είχε συνεργαστεί με το θέατρο Young Vic, το χορευτικό οργανισμό Sadler’s Wells και τη Schaubuhne του Βερολίνου και είχε “κολλήσει ένσημα” σε ταινίες, όπως τα «Lincoln» και «War Horse» του Στίβεν Σπίλμπεργκ και «Lady Macbeth» του Γουίλιαμ Ολντρόιντ.
Σε κάθε περίπτωση ήταν μια πυκνή και μάλλον στρεσογόνα περίοδος, όμως δεν αφαίρεσε ούτε ψήγμα από την απόλαυση και τη δημιουργία μιας δουλειάς, την οποία σήμερα ανακαλεί ως dream job. Μετά το σχεδιασμό των κοστουμιών σειρά είχε η εφαρμογή τους στα σώματα των ηθοποιών. Ειδικά με την Έμα Στόουν η συνεργασία της Waddington υπήρξε παραπάνω από στενή. Μάλιστα η πρώτη της γνωριμία με την Αμερικανίδα ηθοποιό έγινε σε ξενοδοχείο των Αθηνών, όπου η Βρετανίδα κατέφτασε ζαλωμένη με δεκάδες βαλίτσες κι άλλες τόσες ιδέες.
Τίποτα βέβαια απ’ όλα όσα καθοδήγησαν τελικά την πορεία της Waddington προς τα Όσκαρ δε θα είχε συμβεί εάν η ίδια δεν είχε συνεργαστεί το 2020 για τη δημιουργία της σειράς «The Great» με τον Τόνι ΜακΝαμάρα -σεναριογράφο του Λάνθιμου στο «The Favourite» και στο «Poor Things». Εκείνος ήταν που τη σύστησε στον Έλληνα δημιουργό. Τα υπόλοιπα είναι πλέον ιστορία.
Μια ιστορία που σφραγίστηκε μεταξύ άλλων από την custom-made δημιουργία με την οποία η Waddington εμφανίστηκε στο κόκκινο χαλί των Όσκαρ και έκανε περίφημη αντίστιξη με την αδαμιαία περιβολή του παλαιστή και ηθοποιού Τζον Σίνα, ο οποίος ανέλαβε να της παραδώσει το πρώτο χρυσό αγαλματίδιο της καριέρας της για την ταινία των 117 εκατομμυρίων δολαρίων -σύμφωνα με το παγκόσμιο box office. Καθόλου άσχημα για μια γυναίκα, η οποία κατά δήλωσή της, την πρώτη φορά που πάτησε το πόδι της στο Λονδίνο στα 20 something της δεν είχε την παραμικρή ιδέα τι θα έκανε με την ζωή της.
Μουσείο Μπενάκη, Eκθεση “Poor Things: Τα κοστούμια” από 12/06/2024 – 29/09/2024
Eξωτερική Φωτογραφία: Atsushi Nishijima. Courtesy of Searchlight Pictures
Φωτογραφίες: Courtesy of Searchlight Pictures © 2024 Searchlight Pictures All Rights Reserved