Κάθε εβδομάδα παρουσιάζουμε ένα εμβληματικό έργο Τέχνης και αποκωδικοποιούμε τους λόγους που το έκαναν σημαντικό ώστε να αποκτήσει τεράστια αξία μέσα στον χρόνο.
Ως μέλος του κινήματος των Νεοντανά, ο Τζάσπερ Τζόουνς γεφύρωσε το αισθητικό χάσμα μεταξύ του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού και της Ποπ Αρτ στα τέλη της δεκαετίας του ’50. Εχει δημιουργήσει περισσότερα από 40 έργα με θέμα τη σημαία των Ηνωμένων Πολιτειών, το πρώτο εκ των οποίων το 1954 σε ηλικία 24 ετών, δύο χρόνια μετά την απόλυσή του από τον στρατό των ΗΠΑ. Το “Flag”, 1954-55, υπήρχε στην πρώτη ατομική του έκθεση, στη θρυλική Leo Castelli Gallery στη Νέα Υόρκη το 1958. Ο Alfred H. Barr Jr., πρώην διευθυντής του MoMA, εκείνη την εποχή διευθυντής της συλλογής, επιθυμούσε να τον αποκτήσει το Μουσείο, αλλά η Επιτροπή για τη Συλλογή του Μουσείου καθώς και το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισαν να μην το αγοράσουν, γιατί φοβήθηκαν ότι θα πρόσβαλλε τις πατριωτικές ευαισθησίες.
Το συγκεκριμένο έργο του 1958, απεικονίζει την 26η σημαία των Ηνωμένων Πολιτειών, με καθένα από τα 48 αστέρια και τις 13 ρίγες να αποδίδονται με τολμηρό, γραφικό στυλ. Εργο-σχόλιο στη γιορτή, αλλά και κριτική του αμερικανικού πατριωτισμού. Με την πρώτη ματιά μοιάζει με απλή αναπαράσταση της Αμερικανικής σημαίας. Ωστόσο, μετά από προσεκτική μελέτη, αποκαλύπτονται λεπτομέρειες όπως ότι τα χρώματα των λωρίδων δεν είναι το παραδοσιακό κόκκινο, λευκό και μπλε, αλλά σιωπηλές και γριζαρισμένες αποχρώσεις, δημιουργώντας μια αίσθηση ασάφειας και αβεβαιότητας. Αλλά και η υφή του είναι έντονη, με ορατές πινελιές και σταλαγματιές, δίνοντας στο έργο μια αίσθηση σωματικότητας, αφού ο καλλιτέχνης, χρησιμοποίησε τη μέθοδο της εγκαυστικής ζωγραφικής.
Το “Flag” δημιούργησε ο καλλιτέχνης μετά την πρώτη του ατομική, στο πλαίσιο του κυνηγιού μαγισσών του McCarthy στην Αμερική του Ψυχρού Πολέμου και του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα. Κάποιοι θεατές διαβάζουν σε αυτό την εθνική υπερηφάνεια ή την ελευθερία, ενώ άλλοι βλέπουν μόνο ιμπεριαλισμό και καταπίεση. Ωστόσο ο Τζόουνς ήταν από τους πρώτους καλλιτέχνες που παρουσίασε διχογνωμίες που ενσωματώθηκαν στο εθνικό σύμβολο. Οταν τον ρώτησαν οι κριτικοί αν το έργο ήταν μια ζωγραφισμένη σημαία ή ένας πίνακας σημαίας, απάντησε και τα δύο.
Ηταν τόσο περιζήτητο έργο, που ο Leo Castelli δεν τον πούλησε, αλλά το κρέμασε σπίτι του στο Μανχάταν μέχρι τον θάνατό του στις 21 Αυγούστου 1999. Ο γιος του, Jean-Christophe Castelli, το δάνεισε στη Πρεσβεία των ΗΠΑ στο Παρίσι για τη θητεία του πρέσβη Felix G. Rohatyn, παρουσιάστηκε στην έκθεση “Les Années Pop” (15/3-2/7/2001) στο Centre Pompidou και στη συνέχεια το δάνεισε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Σαν Φρανσίσκο.
Στις 18 Μαρτίου 2010 ο Sandy Heller, σύμβουλος τέχνης του επιχειρηματία Steven A. Cohen, ανακοίνωσε ότι το έργο αποκτήθηκε από τον Castelli, γεγονός που επιβεβαίωσε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι οι όροι της συμφωνίας ήταν «αυστηρά εμπιστευτικοί». Παρόλο που δεν συζητήθηκε δημόσια το τίμημα, οι ειδικοί που γνωρίζουν λεπτομέρειες, υποστηρίζουν ότι αγοράστηκε περίπου 110.000.000 δολάρια, το οποίο είναι το μεγαλύτερο ποσό που δαπανήθηκε ποτέ για έργο ενός εν ζωή καλλιτέχνη.