Θεωρητικά η –ομόφωνη έως το περασμένο καλοκαίρι- συμφωνία έθετε έναν οδικό χάρτη με ορίζοντα το 2035, οπότε και θα απαγορευτεί πλήρως στην Ε.Ε. η πώληση αυτοκινήτων με εκπομπές CO2.
Κοντολογίς, θα εφαρμοστεί καθολική απαγόρευση των αυτοκινήτων με θερμικό κινητήρα. Τα ταρατατζούμ και οι ενθουσιώδεις και ηλεκτρισμένες ιαχές δεν άφηναν τότε να ακουστούν κάτι δύσπιστα «χμμ» και «μισό λεπτό, να το σκεφτούμε καλύτερα». Αλλά στην πορεία συνέβη ό,τι συνήθως συμβαίνει με κάθε είδους βολονταρισμό: η πραγματικότητα.
Εχω ξαναγράψει ότι ο εξηλεκτρισμός είναι μακροπρόθεσμα αναπόφευκτος. Από τη στιγμή μάλιστα που το αυτοκίνητο θα ενσωματώνεται όλο και περισσότερο σε ένα ηλεκτρονικό metaverse όπου η φυσική και η άυλη μετακίνηση θα είναι ολοένα πιο συνυφασμένες και η ιδιοκτησία (του αυτοκινήτου) ολοένα πιο ασύμφορη, η ηλεκτροκίνηση θα αποδεικνύεται μια ιδανική μήτρα εξελίξεων ή τουλάχιστον ένας επιταχυντής τους.
Η «αναγκαιότητα» της απότομης μετάβασης είναι που χτυπάει καμπανάκι. Μαζί με την ανεξήγητη μανία ορισμένων φανατικών της ηλεκτροκίνησης να την επιβάλουν ως σχεδόν την πανάκεια για την επιβράδυνση της κλιματικής αλλαγής. Με μια σχεδόν μονοκόμματη οπτική, που μπορεί να συγκριθεί μονάχα με τον ενθουσιασμό του προσήλυτου, απορρίπτουν σχεδόν οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση.
Προφανώς, εδώ κινούμαστε σε μια γκρίζα περιοχή. Ούτε και οι σκεπτικιστές έχουν πάντοτε αγαθά κίνητρα. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να μην περνάει από το μυαλό ακόμα και του πιο καλόπιστου ότι η Porsche είναι τόσο ένθερμη με την προοπτική των συνθετικών καυσίμων κυρίως επειδή διαφορετικά θα πρέπει να εξηλεκτρίσει ή να καταργήσει το πιο εμβληματικό της μοντέλο, την 911.
Ομοίως δεν είναι παράδοξο ότι και η Ιταλία έχει στυλώσει τα πόδια σε σχέση με την απαγόρευση των καυσίμων. Τι θα γίνει με τις Ferrari, τις Lamborghini, τις Maserati; Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι δύο από τις τρεις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τις πιο ισχυρές αυτοκινητοβιομηχανίες προβάλλουν ενστάσεις για τον πλήρη εξηλεκτρισμό σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Διότι τα 12 χρόνια μέχρι το 2035, για τα δεδομένα της αυτοκινητοβιομηχανίας, είναι σχεδόν αύριο. Και το κυριότερο, διότι βλέπουν ότι απεμπολούν κάποια ισχυρά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.
Στη Γερμανία, στην Ιταλία, αλλά και στη Γαλλία -και στην Ιαπωνία εκτός Ευρώπης- η πρόοδος και οι τεράστιες επενδύσεις που είχαν γίνει επί δεκαετίες για την εξέλιξη των κινητήρων εσωτερικής καύσης θα σκορπίσουν όπως η πάχνη μόλις βγαίνει ο ήλιος.
Διότι, εξαιρουμένης της αμερικανικής Tesla, ποια είναι η χώρα με την πιο προηγμένη τεχνολογία στις μπαταρίες; Μα, η Κίνα. Ποια είναι η χώρα με τις περισσότερες σπάνιες γαίες; Ναι, η Κίνα. Και έρχεται το αναπόφευκτο ερώτημα: Ποια είναι η χώρα που, εφόσον συνεχιστεί η δογματική πολιτική της ηλεκτρικής «μονοκαλλιέργειας», θα έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα, ειδικά έναντι της Ευρώπης; Δικό σας.
Εχω την… υποψία ότι όλα αυτά τα ξέρουν καλύτερα οι επικεφαλής των ευρωπαϊκών αυτοκινητοβιομηχανιών και -προφανώς- οι ηγεσίες των χωρών τους. Πιθανότατα έχουν καταλάβει ότι, αν δεν εξετάσουν όλες τις δυνατότητες που η τεχνολογία τούς παρέχει και αν δεν δώσουν στον εαυτό τους ένα εύλογο χρονικό διάστημα προκειμένου η ηλεκτροκίνηση να εξαπλωθεί πιο ομαλά και όχι σαν ένα τσουνάμι που θα παρασύρει όλες τις υπάρχουσες υποδομές (και τους ανθρώπους που τις απαρτίζουν) στο διάβα του, το παιχνίδι θα είναι πολύ δύσκολο να παιχτεί επί ίσοις όροις.
Εχω, με άλλα λόγια, την «υποψία» ότι η πίεση που ασκείται για την εξαίρεση των οχημάτων που θα χρησιμοποιούν συνθετικά καύσιμα ή βιοκαύσιμα από την απαγόρευση των οχημάτων με θερμικούς κινητήρες είναι μάλλον προσχηματική – ένα πόδι που προλαβαίνει την πόρτα πριν βροντήξει και σπάσει την τζαμαρία.
Προϊόντος του χρόνου, όλο και περισσότεροι θα συνειδητοποιούν ότι μια πιο πλουραλιστική προσέγγιση στο θέμα της μείωσης των εκπομπών ρύπων θα είναι προς όφελος και του περιβάλλοντος και της οικονομίας. Και τότε το 2035 θα γίνει απλώς μία ακόμα χρονιά στο χρονικό του 21ου αιώνα. Για να παραφράσουμε μια ρήση του Ρόναλντ Ρέιγκαν, απλώς πρέπει όλοι να δούμε αυτό που πραγματικά βλέπουμε.