Λίγες είναι οι εταιρείες που αντέχουν στη δοκιμασία του χρόνου και ακόμη λιγότερες ή ελάχιστες όσες έχουν καταφέρει να φτάσουν τα 160 έτη ζωής. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει η Ποτοποιία Μαυράκη, η οποία με έδρα στο Αργος, «μεθάει» την αγορά εδώ και πάνω από ενάμιση αιώνα.

Είναι μια εταιρεία που χαρακτηρίζεται από τις αρχές και τις αξίες μιας μακράς οικογενειακής παράδοσης, τις οποίες προσπαθεί να διατηρήσει αναλλοίωτες έως σήμερα, παρά τα εμπόδια και τις προκλήσεις.

Άλλωστε, η Ποτοποιία Μαυράκη άντεξε πολέμους, εθνικούς διχασμούς, οικονομικές κρίσεις και πανδημίες, αλλά έμεινε όρθια παραμένοντας πάντα στα χέρια της ομώνυμης οικογένειας. Και σήμερα, με την τέταρτη γενιά στο τιμόνι και την πέμπτη να προετοιμάζεται, εξακολουθεί να είναι παρούσα στις αγορές τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων.

Η ποιότητα των προϊόντων, από το ούζο και το τσίπουρο μέχρι το μπράντι και τα λικέρ, αναγνωρίζεται σε πολλές χώρες, δεδομένου ότι το 85% της παραγωγής της εξάγεται. Ο εξωστρεφής προσανατολισμός της συνιστά πολύτιμο πυλώνα για την επιβίωσή της, καθώς στην εσωτερική αγορά υπάρχουν αρκετά προβλήματα. Ετσι, για παράδειγμα, πιο εύκολα μπορείς να βρεις το ούζο της στην Αυστραλία παρά στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη!

Η πλούσια ιστορία

Ολα ξεκίνησαν το 1864, όταν ο Βασίλειος Μαυράκης και ο Ν. Βύρλος ίδρυσαν το οινοποιείο και αποσταγματοποιείο με την ονομασία Πνευματοποιείον Αγαμέμνων. Η τοποθεσία του ήταν στην ονομαζόμενη πλέον Πλατεία Ηφαίστου, στο κέντρο του Αργους. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι δικές τους υπόγειες χτιστές δεξαμενές οίνου ανακαλύπτονταν σε εκσκαφές θεμελίων σε διάφορες περιοχές του Αργους μέχρι και το 2000. Λίγο αργότερα το αποστακτήριο οίνου εξελίχθηκε ώστε να παράγει και καθαρή αλκοόλη.

Το 1903 το αποστακτήριο ανακαινίστηκε και εγκαταστάθηκε ατμοκάζανο, με τις εφημερίδες της εποχής να κάνουν λόγο για το πρώτο ατμοκίνητο πνευματοποιείο. Την εποχή εκείνη η εταιρεία δραστηριοποιήθηκε σε εξαγωγές αποσταγμάτων και μπράντι σε χώρες της μετέπειτα Σοβιετικής Ενωσης και της Μέσης Ανατολής.

Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο επιβλήθηκε κρατικό μονοπώλιο στην παραγωγή αλκοόλης, οπότε η δραστηριότητα αυτή εγκαταλείφθηκε.

Την περίοδο1925-1927 η εταιρεία, που είχε περάσει στην επόμενη γενιά, απέσπασε βραβεία στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, αλλά και στο εξωτερικό. Ο Χαρίλαος Μαυράκης συνέχισε την παράδοση μέχρι τον θάνατό του το 1934, οπότε και πήρε τη σκυτάλη ο γιος του Βασίλειος με τη μητέρα του Αναστασία.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η επιχείρηση επιτάχθηκε από τους Γερμανούς. Μετά την Απελευθέρωση, ο Βασίλειος Μαυράκης και η σύζυγός του Ευγενία επαναλειτούργησαν την εταιρεία δημιουργώντας παράλληλα ένα ευρύ δίκτυο διανομής που κάλυπτε την Αργολίδα, την Κορινθία και την Αρκαδία. Στο χρονικό διάστημα παραμονής τους στην ηγεσία της ποτοποιίας, η οικογενειακή επιχείρηση αύξησε σημαντικά την γκάμα των προϊόντων της, με τις πολλές και διαφορετικές ποιότητες ούζου, μπράντι και λικέρ να τονώνουν σημαντικά τις πωλήσεις της.

Το 1977 ο Βασίλειος Μαυράκης συνταξιοδοτήθηκε και τα ηνία της επιχείρησης κατείχε πλέον η σύζυγός του Ευγενία, η οποία, μία δεκαετία αργότερα, το 1987, τα παρέδωσε στον 33χρονο τότε γιο τους Χάρη.

Η νέα εποχή

Με τον Χάρη Μαυράκη στο τιμόνι σηματοδοτείται η έλευση της τέταρτης γενιάς, που διαφυλάσσει τις παραδόσεις του ιδρυτή της, αλλά ταυτόχρονα δίνει την αναγκαία ώθηση για την επέκταση της εταιρείας. Στο πλαίσιο αυτό, το 1990, κατασκευάστηκε νέο εργοστάσιο στην περιοχή της Πυργέλλας, έξω από το Αργος, όπου εγκαταστάθηκαν σύγχρονα μηχανήματα παραγωγής και εμφιάλωσης σε έναν χώρο 1.000 τ.μ.

Τη διετία 1993-1994 ξεκίνησαν εξαγωγές στη Ρωσία, έγινε επέκταση σε άλλους νομούς και το 1997 ήταν από τις πρώτες εταιρείες στην Ελλάδα που δραστηριοποιήθηκε στην παραγωγή προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας (private label) για μερικές από τις μεγαλύτερες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, συνεργασίες που συνεχίζονται ακόμη και στις μέρες μας.

Έκτοτε και έως σήμερα η Ποτοποιία Μαυράκη, πιστή στις συνταγές οι οποίες ζουν ακόμη στις φιάλες του 1864 που εκτίθενται στο μουσειακού χαρακτήρα κελάρι της, αλλά και στην υψηλή ποιότητα των προϊόντων, σε συνδυασμό με τις αυστηρές προδιαγραφές σύγχρονης παραγωγής, απολαμβάνει ευρεία αναγνώριση και αποδοχή από τους καταναλωτές ενώ πραγματοποιεί εξαγωγές σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, της Αμερικής, της Αυστραλίας και της Μέσης Ανατολής.

Στην γκάμα της περιλαμβάνονται τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες ούζου, που καλύπτουν όλα τα γευστικά γούστα, υψηλής ποιότητας τσίπουρο με την πατροπαράδοτη τέχνη της απόσταξης σε χάλκινους αποστακτήρες, τρεις τύπου μπράντι διαφορετικής διάρκειας παλαίωσης, καθώς και μια σειρά τόσο κλασικών όσο και μοντέρνων λικέρ.

Χάρης Μαυράκης

«Το 85% της παραγωγής μας κατευθύνεται σε ξένες αγορές»

Το «business stories» συνομίλησε με τον επικεφαλής της Ποτοποιίας Μαυράκη Χάρη Μαυράκη, ο οποίος από το 2022 είναι και πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων & Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ). Ο κ. Μαυράκης αναφέρεται στην ιστορική διαδρομή της εταιρείας, στα μυστικά της επιτυχίας της, στα σχέδιά του για το μέλλον, αλλά στα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος.

-Μιλήστε μας καταρχήν για τη διαδρομή της εταιρείας η οποία φέτος συμπληρώνει 160 χρόνια λειτουργίας.
Η εταιρεία ξεκίνησε το 1864 από τον προπάππο μου Βασίλειο Μαυράκη. Η οικογένεια έφυγε από την Κρήτη, έμεινε ένα διάστημα στη Χίο και μετά ένα κομμάτι της εγκαταστάθηκε στο Αργος και ένα άλλο στην Κωνσταντινούπολη. Ο Βασίλειος Μαυράκης ερχόμενος στο Αργος ίδρυσε αυτή τη μονάδα η οποία τότε κυρίως απόσταζε κρασιά, καθώς η περιοχή ήταν πλούσια σε αμπέλια, παράγοντας αποστάγματα οίνου, μπράντι και βέβαια ούζου. Λίγο αργότερα μπήκε και στην παραγωγή αλκοόλης. Μετά από δυο-τρεις δεκαετίες, όταν η παραγωγή αλκοόλης έγινε κρατικό μονοπώλιο, το κομμάτι αυτό σταμάτησε και έμειναν η ποτοποιία και τα αποστάγματα οίνου.
Στη συνέχεια μεσολάβησε όλη, θα έλεγα, η Νεότερη Ιστορία της Ελλάδας και καταλήξαμε σε αυτή την ποτοποιία, πάντα στα χέρια της οικογένειας.

Εμφαση στην ποιότητα

– Πώς άντεξε τόσα χρόνια στην αγορά παρά τα μεγάλα προβλήματα; Ποια είναι τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα;

Αντέξαμε, θεωρώ, διότι δίνουμε μεγάλη έμφαση στην ποιότητα των προϊόντων και τις άριστες πρώτες ύλες, οι οποίες είναι βέβαια ακριβότερες, αλλά δίνουν το αποτέλεσμα που θέλουμε. Αυτό αναγνωρίζεται από τους καταναλωτές εξασφαλίζοντας την αποδοχή των προϊόντων.

Οι οδηγίες που έχουν μείνει από τις προηγούμενες γενιές είναι «κρατήστε υψηλή ποιότητα». Δηλαδή να μη γίνουν εκπτώσεις στην ποιότητα για να πετύχεις μικρότερο κόστος, διότι αυτό οδηγεί σε ένα καθοδικό σπιράλ που δεν βγάζει πουθενά.

-Από αυτή την πλούσια πορεία, εσείς, ως τέταρτη γενιά, τι άλλο έχετε κρατήσει;

Την πιστότητα στους πελάτες και τους συνεργάτες. Οι συνεργάτες, όπως και οι εργαζόμενοι, είναι πλέον και φίλοι. Πρέπει να σκύψεις πάνω στα προβλήματα καθενός και να φροντίζεις να τον βοηθάς όσο μπορείς.

Τα προϊόντα και οι εξαγωγές

– Ποια προϊόντα παράγει σήμερα η Ποτοποιία Μαυράκη και ποια από αυτά την κάνουν να ξεχωρίζει στις προτιμήσεις των καταναλωτών;

Παράγουμε ούζο σε τέσσερις διαφορετικές ποιότητες, τύπου μπράντι, διάφορα λικέρ και τις τελευταίες δεκαετίες και τσίπουρο. Πρώτο σε κατανάλωση με τις περισσότερες πωλήσεις στην Ελλάδα είναι το ούζο. Το τσίπουρο έχει μια εξαιρετικά ανοδική πορεία, αλλά ακόμη σε μικρές ποσότητες. Τελευταία και τα λικέρ μαστίχας, λεμοντσέλο κ.ά. έχουν πολύ καλή αποδοχή τόσο στο δικό μας δίκτυο πωλήσεων όσο και στα ράφια των σούπερ μάρκετ.

– Πώς κρίνετε την κατάσταση στην αγορά, δεδομένου και του έντονου ανταγωνισμού; Η εταιρεία διαθέτει προσβάσεις προς το καταναλωτικό κοινό;

Εχουμε συνεργασίες με ορισμένες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, κυρίως για τα λικέρ. Το ούζο και το τσίπουρο δεν έχουν μπει στα ράφια των σούπερ μάρκετ, αλλά διακινούνται στο δικό μας δίκτυο πωλήσεων, το οποίο βέβαια είναι τοπικής εμβέλειας, δηλαδή κυρίως σε Αργολίδα, Αρκαδία και Κορινθία.

-Σε πόσες και ποιες χώρες κάνετε εξαγωγές και τι ποσοστό αντιπροσωπεύουν;

Εχουμε πολύ μεγάλο ποσοστό εξαγωγών σε σχέση με τις πωλήσεις εντός Ελλάδας. Το 85% της παραγωγής μας κατευθύνεται σε ξένες αγορές, κάτι ιδιαίτερα θετικό καθώς δημιουργεί θέσεις εργασίας στην επαρχία που τόσο πολύ της έχει ανάγκη.

Ολη η ελληνική ποτοποιία είναι εξαγωγικός κλάδος. Ακόμη και στο ούζο το 67% της παραγωγής εξάγεται. Για τα τύπου μπράντι η Ρωσία ήταν μια μεγάλη αγορά, η οποία κάποια στιγμή έκλεισε τελείως, λόγω των διαδοχικών μεταβολών που γίνονταν εκεί.

Τα προϊόντα μας έχουν εξαχθεί κατά καιρούς συνολικά σε 15 χώρες. Τα τελευταία 15 χρόνια εξάγουμε κυρίως σε Βέλγιο, Ολλανδία, Αγγλία, Αυστραλία, ΗΠΑ, Καναδά και Μέση Ανατολή.

-Σε επίπεδο οικονομικών επιδόσεων είστε ικανοποιημένος από την πορεία της εταιρείας;

Θα έλεγα ότι τα τελευταία χρόνια η εταιρεία πάει καλά. Μην ξεχνάμε βέβαια ότι όλες οι επιχειρήσεις έχουν περάσει μια πτώχευση της χώρας από το 2010 και μετά, η οποία άφησε μεγάλες πληγές. Ακολούθησαν τα capital control, διάφορα προβλήματα και σκαμπανεβάσματα, στη συνέχεια ήρθε η πανδημία του κορωνοϊού, όπου και εκεί υπήρξαν φοβερές ανακατατάξεις. Μόλις μπορέσαμε κάπως να ισορροπήσουμε, ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος εκτίναξε τα κόστη της ενέργειας, καταρχάς, και ακολούθησαν όλα τα άλλα, υλικά συσκευασίας, ζάχαρη, μπουκάλια, αλκοόλη, τα πάντα. Αρκεί να αναφέρω ότι οι γυάλινες φιάλες που χρησιμοποιούμε αυξήθηκαν κατά 150%. Ολα αυτά δεν είναι εύκολο ούτε να απορροφηθούν αλλά ούτε και να μετακυλιστούν στην αγορά.

Πάντως, λαμβανομένων υπόψη τόσων αντιξοοτήτων, αντέξαμε. Ετσι, είμαι ικανοποιημένος από την πορεία της εταιρείας.

-Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;

Σχεδιάζουμε μια μικρή επέκταση των παραγωγικών δυνατοτήτων και παράλληλα να ανοίξουμε κάποιες επιπλέον συνεργασίες είτε με αλυσίδες σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα είτε και σε άλλες χώρες του εξωτερικού.

Τα προβλήματα του κλάδου

-Ως πρόεδρος του ΣΕΑΟΠ, ποια είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος σήμερα;

Συνοπτικά, θα έλεγα ότι «έξω πάμε καλά», δηλαδή σε επίπεδο εξαγωγών. Μέσα όμως έχουμε προβλήματα κυρίως με το νομοκανονιστικό πλαίσιο, το οποίο αφενός είναι εξαιρετικά αυστηρό, αφετέρου εξακολουθεί να είναι άκρως γραφειοκρατικό.

Εχουμε ζητήσει πολλές φορές τον εκσυγχρονισμό του. Δεν μπορεί να έχουμε ακόμη διατάξεις που έλκουν καταγωγή από κώδικες του 1917, δηλαδή πάνω από 100 χρόνια πίσω. Εχουμε καταθέσει προτάσεις, αλλά πρέπει να σκύψει και η Πολιτεία, να δει τι κάνουν άλλες χώρες και πάνε μπροστά.

-Εχετε κάποια στήριξη ως κλάδος ειδικά για τη διείσδυση των προϊόντων σας στο εξωτερικό;

Θα πρέπει να επισημάνω πως ό,τι έχουμε καταφέρει στο εξωτερικό το έχουν πετύχει οι εταιρείες μόνες τους. Δεν υπάρχει καμία στήριξη, σε αντίθεση με τον κλάδο του οίνου, όπου το ελληνικό κρασί τα τελευταία χρόνια πηγαίνει πολύ καλά στο εξωτερικό, αλλά με πολλά κεφάλαια και από την Πολιτεία και από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ο δικός μας κλάδος, άλλωστε, υπάγεται στο υπουργείο Οικονομικών λόγω των τεράστιων φόρων που επιβαρύνουν τα προϊόντα, ενώ ο κλάδος του κρασιού στο υπουργείο Γεωργίας, από το οποίο υπάρχουν διάφορα προγράμματα στήριξης.

-Το μεγάλο αγκάθι για τον δικό σας κλάδο παραμένει ο υψηλός φόρος.

Πράγματι. Το 2010 έγινε μια τεράστια αύξηση κατά 125% επιπλέον στον φόρο και έκτοτε δεν έχει μειωθεί. Αυτό οδήγησε και σε πτώση της κατανάλωσης και σε γιγάντωση του λαθρεμπορίου, καθώς το δέλεαρ ήταν πολύ μεγάλο.

Ετσι για τη λιανική στο ράφι ο φόρος αντιστοιχεί στο 60%-70% της τιμής που πληρώνει ο καταναλωτής. Δηλαδή για ένα προϊόν που πωλείται 10 ευρώ τα 6-7 ευρώ είναι φόροι.

-Επομένως, ως ΣΕΑΟΠ ποια είναι τα βασικά σας αιτήματα προς την Πολιτεία;

Σχετικά με τη φορολογία δεν ζητάμε να επιστρέψουμε στα επίπεδα του 2009, αλλά να πλησιάσουμε στον μέσο όρο της Ε.Ε., που είναι στα 1.500 ευρώ ανά 100λιτρο άνυδρης αλκοόλης, ενώ εμείς είμαστε στα 2.250 ευρώ, όταν η Βουλγαρία είναι στα 800-850 ευρώ και η Ιταλία λίγο παραπάνω από τα 1.000 ευρώ.

Παράλληλα, η Ελληνική Πολιτεία έχει θεσμοθετήσει και την ελεύθερη κυκλοφορία και πώληση του προϊόντος απόσταξης μικρών παραγωγών, δηλαδή του χύμα τσίπουρου, το οποίο έχει ελάχιστο φόρο και δεν εποπτεύεται με ελέγχους ποιότητας. Είναι μία ακόμη στρέβλωση του υγιούς ανταγωνισμού.

Κωδικοποιημένα, λοιπόν, θα έλεγα ότι πρέπει να εκλογικευτεί ο φόρος αλκοόλης και να απλοποιηθεί το κανονιστικό πλαίσιο.

Διαβάστε ακόμη

Χρυσός: Πώς θα κινηθεί μετά το μεγάλο ράλι – Τι προβλέπει το Παγκόσμιο Συμβούλιο (tweets)

Αυτοί είναι οι Ελληνες tycoons στα δεξαμενόπλοια (pics)

Πέθανε ο Κώστας Σημίτης σε ηλικία 88 ετών

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα