Ένας από τους πιο ενδιαφέροντες διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη έφτασε στην Αμερική.

Η Lingotto Investment Management, μια επενδυτική εταιρεία, είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση πάνω από 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Παρά την πρόσφατη ίδρυσή της το 2023, έχει τραβήξει την προσοχή στον χρηματοοικονομικό κόσμο. Ιδρύθηκε από την Exor, την εταιρεία χαρτοφυλακίου για τον πλούτο της οικογένειας Ανιέλι, στην οποία ανήκουν η Fiat, η Ferrari, η εφημερίδα «The Economist» και η ιταλική ποδοσφαιρική ομάδα Juventus, σύμφωνα με το msn.com.

Η Lingotto ξεκίνησε ως επενδυτική εταιρεία, δίνοντας στους διαχειριστές χαρτοφυλακίων την ελευθερία να επενδύουν σε διάφορους τομείς. Ορισμένες από τις επενδύσεις της περιλαμβάνουν μια γερμανική εταιρεία ρομποτικής και την μητρική εταιρεία της CBS, την Paramount. Η εταιρεία ιδρύθηκε από τον Τζον Ελκάν, ο οποίος είναι μέλος της οικογένειας Ανιέλι και κληρονόμος του πλούτου της. Πρόεδρος της εταιρείας είναι ο πρώην υπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου Τζορτζ Όσμπορν. Η Lingotto σήμερα έχει συγκεντρώσει δισεκατομμύρια σε ξένα κεφάλαια και λειτουργεί χωριστά από την Exor.

Η Lingotto επεκτείνεται τώρα στη Νέα Υόρκη, όπου ήδη έχει 14 υπαλλήλους, ανάμεσα στους οποίους υπάρχουν και άτομα που ασχολούνται με τις επενδύσεις. Η εταιρεία έχει συνολικά 50 υπαλλήλους και η έδρα της βρίσκεται στο Λονδίνο. Ο διευθύνων σύμβουλος της Lingotto, Ενρίκο Βελλάνο, δήλωσε σε συνέντευξή του στο Business Insider ότι η Νέα Υόρκη και το Λονδίνο είναι οι δύο κύριες πόλεις που θεωρεί «πυλώνες» για τη λειτουργία της εταιρείας.

«Ο στόχος μας είναι να συνεχίσουμε να αναπτυσσόμαστε και να επενδύουμε στις ΗΠΑ αλλά και στο Ηνωμένο Βασίλειο», δήλωσε.

Η εταιρεία έχει προσελκύσει σημαντικά ονόματα όπως ο Τζέιμς Άντερσον, γνωστός επενδυτής στον τομέα της τεχνολογίας και πρώην συνεργάτης στην εταιρεία Baillie Gifford, καθώς και η Παμ Τσαν, στέλεχος της BlackRock, για να αναλάβουν τη διαχείριση διαφορετικών επενδυτικών στρατηγικών. Ο Ματέο Σκολάρι και ο Νίκιλ Σρινιβασάν, δύο έμπειροι επενδυτές με μακροχρόνια συνεργασία με την Exor, έχουν αναλάβει τη διαχείριση των δικών τους επενδυτικών χαρτοφυλακίων στην Lingotto.

Οι επενδυτές εστιάζουν σε όλους τους τομείς όπως συμμετοχές σε άλλα επενδυτικά κεφάλαια, δημόσιες τεχνολογικές εταιρείες και μοναδικές ιδιωτικές ευκαιρίες. Έχουν τη δυνατότητα να ακολουθούν τις επενδυτικές τους ιδέες με το δικό τους χρονοδιάγραμμα, το οποίο μπορεί να είναι πολυετές, χωρίς την ανάγκη συνεχών παρεμβάσεων από έναν κεντρικό διαχειριστή κινδύνου ή αυστηρούς περιορισμούς ως προς την επενδυτική στρατηγική. Αυτή η πρόταση ήταν δελεαστική για τους διαχειριστές χαρτοφυλακίου καθώς και για τους υποψήφιους χρηματοδότες.

«Κάθε ομάδα είναι εξουσιοδοτημένη και πολύ ανεξάρτητη», δήλωσε ο Σκολάρι, του οποίου οι σχέσεις με την οικογένεια Ανιέλι εκτείνονται σε πολλές γενιές, αφού ο πατέρας του είχε δουλέψει ως επικεφαλής έρευνας και ανάπτυξης στη Fiat πριν από δεκαετίες. Σε συνέντευξή του στο BI, δήλωσε ότι η δομή αυτή «διαφοροποιεί την εταιρεία».

Ένα διαφορετικό μοντέλο

Οι μεγάλες επενδυτικές εταιρείες που λειτουργούν ως οργανωτικές δομές για πολλές διαφορετικές επενδυτικές ομάδες έχουν εξελιχθεί σε μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα στον τομέα των επενδύσεων, κυρίως επειδή μπορούν να απορροφήσουν τεράστια κεφάλαια από κρατικά επενδυτικά ταμεία και συντάξεις και να τα κατανείμουν σε πολλές διαφορετικές επενδυτικές ομάδες.

Οι μεγαλύτεροι επενδυτές προτιμούν τα κεφάλαια που χρησιμοποιούν πολλές διαφορετικές στρατηγικές μαζί (multistrategy funds), γιατί προσφέρουν περισσότερη σταθερότητα και αποφεύγουν μεγάλες διακυμάνσεις στην απόδοση. Αυτό το επιτυγχάνουν θέτοντας αυστηρούς περιορισμούς στο ρίσκο και εστιάζοντας σε επενδύσεις με βραχυπρόθεσμους στόχους.

Η Lingotto απασχολεί πολλούς επενδυτές που λειτουργούν σχεδόν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο, όπως η Citadel και η Millennium. Αλλά οι ομοιότητες μεταξύ της Lingotto και αυτών των μεγάλων εταιρειών διαχείρισης κεφαλαίων τελειώνουν εδώ.

Στη Lingotto, οι επικεφαλής των τεσσάρων στρατηγικών έχουν απόλυτη εξουσία πάνω σε αυτές. Δεν υπάρχει ένας ενιαίος επικεφαλής επενδύσεων για όλη την εταιρεία, αλλά τέσσερις διαφορετικοί Διευθυντές Επενδύσεων (CIOs), ο καθένας υπεύθυνος για μια στρατηγική.

«Μου άρεσε πολύ η ιδέα της αυτονομίας», δήλωσε ο Άντερσον σε συνέντευξή του στο BI. Ο ίδιος διευθύνει τη στρατηγική καινοτομίας της εταιρείας ύψους 700 εκατομμυρίων δολαρίων μαζί με τον Μόργκαν Σαμέτ, ο οποίος είναι συν-επικεφαλής του ίδιου τμήματος. Ο Σαμέτ είχε προηγουμένως εργαστεί στην εταιρεία επενδύσεων Pzena και στην εταιρεία ιδιωτικών κεφαλαίων THL.

Η ομάδα καινοτομίας σκοπεύει να επενδύει σε εταιρείες σε διάφορα στάδια της ανάπτυξής τους, ακόμα και όταν είναι ιδιωτικές, και να τις στηρίζει κατά τη διάρκεια ασταθών περιόδων της αγοράς.

«Πρέπει να είστε προετοιμασμένοι να υποφέρετε», δήλωσε ο Άντερσον, ο οποίος ήταν από τους πρώτους επενδυτές στην Tesla και την Amazon και έχει μεγάλη πίστη στις δυνατότητες της Nvidia.

«Εκεί που κερδίζουμε τις αποδόσεις μας είναι το να υποστηρίζουμε αυτές τις εταιρείες κατά τη διάρκεια των κρίσιμων περιόδων», πρόσθεσε.

Η Lingotto έχει τη δυνατότητα να εστιάζει σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις, χάρη στην υποστήριξη που της παρέχει η Exor, η οποία την στηρίζει σταθερά για μεγάλο χρονικό διάστημα. Έτσι, ο Άντερσον και τον Σαμέτ – και οι άλλοι τρεις επικεφαλής στρατηγικής της εταιρείας – δεν χρειάζεται να ανησυχούν για τα βραχυπρόθεσμα κέρδη, αλλά για τους μακροπρόθεσμους στόχους.

«Δεν φοβόμαστε την αστάθεια», δήλωσε ο Σαμέτ. «Τη βλέπουμε περισσότερο ως ευκαιρία», πρόσθεσε.

 

Ο Ρόλος της Οικογένειας Ανιέλι στη Lingotto

Αν και η εταιρεία θέλει να θεωρείται κάτι παραπάνω από μια επενδυτική οντότητα που ανήκει στην οικογένεια Ανιέλι – και ήδη έχει εξωτερικά κεφάλαια από την γαλλική ασφαλιστική εταιρεία Covéa – η Lingotto είναι στην πραγματικότητα το δημιούργημα του Τζον Ελκάν, του δισεκατομμυριούχου κληρονόμου της οικογένειας.

«Πάνω απ’ όλα, σκεφτόμαστε και ενεργούμε ως εντολοδόχοι και όχι ως πράκτορες», έγραψε ο Ελκάν σε μια δημόσια επιστολή του. Η Lingotto, που πήρε το όνομά της από ένα εμβληματικό εργοστάσιο της Fiat στο Τορίνο της Ιταλίας, σχεδιάζει να αναπτυχθεί μέσω «επιδόσεων και όχι μέσω εισροών κεφαλαίων», πρόσθεσε.

Οι πρώτοι που ανέλαβαν τη διαχείριση στρατηγικών για την εταιρεία ήταν δύο άτομα με μακροχρόνιες σχέσεις με την οικογένεια, ο Σκολάρι και ο Σρινιβασάν. Οι δυο τους είναι τώρα υπεύθυνοι για τη στρατηγική διασταύρωσης και στρατηγική ορίζοντα, αντίστοιχα. Ο Σαμέτ εργαζόταν προηγουμένως για το Eton Park, την εταιρεία επενδύσεων που ίδρυσε ο πρώην συνεργάτης της Goldman Sachs, Έρικ Μίντιχ, η οποία πλέον έχει κλείσει, και εντάχθηκε στην Exor το 2015.

Ο Σρινιβασάν, εν τω μεταξύ, ήταν επικεφαλής επενδύσεων στην Allianz Investment Management και εταίρος της HPS πριν ενταχθεί στην Exor το 2018.

Οι δύο τους έχουν αναλάβει πολύ διαφορετικά έργα – ο Σκολάρι διαχειρίζεται ένα συγκεντρωτικό χαρτοφυλάκιο που επικεντρώνεται στις αγορές και πωλήσεις δημόσιων μετοχών, ενώ ο Σρινιβασάν διαχειρίζεται ένα χαρτοφυλάκιο άλλων κεφαλαίων καθώς και άμεσες επενδύσεις σε ιδιωτικές εταιρείες.

Χωρίς την πίεση να διαχειρίζονται μια επιχείρηση, οι δύο επικεφαλής επενδύσεων μπορούν να επικεντρωθούν στην κύρια δουλειά τους: τις επενδύσεις.

«Έχουμε τα κεφάλαια, την εμπιστοσύνη των επενδυτών και ξέρουμε ακριβώς τι πρέπει να κάνουμε όσον αφορά τις επενδύσεις», είπε ο Σρινιβασάν, ο οποίος μίλησε με το Business Insider ενώ βρισκόταν στη Σιγκαπούρη.

 

Επέκταση με έμφαση στους κατάλληλους ανθρώπους

Με τη δυναμική της εταιρείας και την εκρηκτική φήμη της, θα μπορούσε να φανεί ότι το επόμενο βήμα θα ήταν ένα σημαντικό κύμα προσλήψεων για να μεγαλώσει την ομάδα της.

Αλλά, όπως δήλωσε ο Βελλάνο, αν και η Lingotto αναζητά πάντα ταλαντούχους ανθρώπους, η εταιρεία θέλει να βρει τους «σωστούς ανθρώπους για τη δομή της και όχι απλά να αυξήσει τον αριθμό των εργαζομένων».

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Παμ Τσαν, πρώην στέλεχος της BlackRock.

Η Τσαν, που εργάζεται στη Νέα Υόρκη και διευθύνει τη στρατηγική «mosaic», είπε ότι το χαρτοφυλάκιό της επικεντρώνεται σε περιοχές των ιδιωτικών αγορών που δεν ταιριάζουν ακριβώς στους μεγαλύτερους διαχειριστές κεφαλαίων. Αυτή τη στιγμή, για παράδειγμα, εστιάζει στη βιομηχανία δημιουργίας περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων μικρότερων creators, όπως οι δημιουργοί του YouTube.

Η Τσαν τονίζει τη σημασία της καινοτομίας στην στρατηγική της, εξηγώντας ότι είναι βασικό κομμάτι της δουλειάς της. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της καινοτόμου προσέγγισής της είναι η εμπλοκή της από νωρίς στον τομέα των μουσικών δικαιωμάτων. Πρόκειται για τον τομέα που αφορά τα πνευματικά δικαιώματα των μουσικών έργων, δηλαδή τα δικαιώματα που σχετίζονται με τη χρήση τραγουδιών και συνθέσεων από καλλιτέχνες ή εταιρείες. Αυτός ο τομέας έχει πλέον κερδίσει την προσοχή μεγάλων εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, όπως η KKR, που αναγνωρίζουν την αξία του.

Η Τσαν επικεντρώνεται σε τομείς όπου υπάρχει ανισορροπία μεταξύ της ζήτησης και της προσφοράς κεφαλαίων. Αυτή η στρατηγική απαιτεί να σαρώνει συνεχώς την αγορά για να εντοπίσει ευκαιρίες επένδυσης, κάτι που μπορεί να είναι χρονοβόρο αλλά τελικά πολύ κερδοφόρο για τους επενδυτές.

«Με αυτόν τον τρόπο, δίνουμε ευκαιρίες στους επενδυτές για να επενδύσουν».

Διαβάστε ακόμη 

UBS: Υψηλό growth στην Ελλάδα και το 2025 – Οι εκτιμήσεις για την ευρωζώνη (πίνακας)

Τραμπ 2.0: Οι startupers που στηρίζουν τον Αμερικανό πρόεδρο και θέλουν να μεταμορφώσουν την αμυντική βιομηχανία

Ψάρι που θεωρείτο εξαφανισμένο επανήλθε στη φύση (vid)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα