Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρακολουθούν οι αξιωματούχοι της Fed τα πρόσφατα οικονομικά στοιχεία για τις ΗΠΑ για να εκτιμήσουν όλα τα δεδομένα λίγες μόλις ημέρες πριν τη συνεδρίασή τους στις 28-29 Ιανουαρίου όπου αναμένεται να αποφασίσουν τη διατήρηση των επιτοκίων βάζοντας φρένο στις μειώσεις.
Στη τελευταία συνεδρίαση της Fed τον περασμένο μήνα, οι κεντρικοί τραπεζίτες μείωσαν το εύρος του επιτοκίου-στόχου των ομοσπονδιακών κεφαλαίων κατά ένα τέταρτο της ποσοστιαίας μονάδας σε 4,25% έως 4,5% αλλά στις προβλέψεις περιόρισαν επίσης τις εκτιμήσεις για τις μειώσεις των επιτοκίων για το τρέχον έτος και αύξησαν τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό στον απόηχο των πρόσφατων στοιχείων που έδειχναν τις τιμές να σταθεροποιούνται δυσκολεύοντας να φτάσει ο πληθωρισμός στο στόχο του 2%.
Ο λεγόμενος βασικός δείκτης τιμών καταναλωτή, ο οποίος δεν περιλαμβάνει τα τρόφιμα και το κόστος ενέργειας, αυξήθηκε λιγότερο από το αναμενόμενο 0,2% τον Δεκέμβριο. Κάτι που συνέβη μετά από αύξηση 0,3% για τέσσερις συνεχόμενους μήνες δημιουργώντας αμφβολίες για μια νέα μείωση επιτοκίων από τη Fed.
Σε όλο αυτό το κλίμα σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ ο οποίος κατά την προεκλογική του εκστρατεία υποστήρξε για εμπορικές και μεταναστευτικές πολιτικές που οι οικονομολόγοι γενικά πιστεύουν ότι θα ωθήσουν τον πληθωρισμό σε υψηλότερα επίπεδα και θα περιπλέξουν το έργο της Fed να τον επαναφέρει στο 2%.
Σε ξεχωριστές δηλώσεις την Τετάρτη τόσο ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης Τζον Γουίλιαμς όσο και ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Ρίτσμοντ, Τομ Μπάρκιν εκφράζουν τις ανησυχίες τους από τις πολιτικές που θα ακολουθήσει ο νέος πρόεδρος και ταυτόχρονα δηλώνουν την πεποιθησή τους ότι πρέπει να συνεχιστεί η περιοριστική νομισματική πολιτική καθώς θα ο πληθωρισμός δεν θα επιστρέψει στο 2% άμεσα αλλά θα πάρει επιπλέον χρόνο.
Ειδικότερα ο Τζον Γουίλιαμς δήλωσε ότι οι μελλοντικές ενέργειες νομισματικής πολιτικής θα εξαρτώνται από τα οικονομικά δεδομένα, καθώς η κεντρική τράπεζα αντιμετωπίζει ένα υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε πιθανές αλλαγές της κυβερνητικής πολιτικής.
«Η νομισματική πολιτική είναι καλά τοποθετημένη ώστε να διατηρεί τους κινδύνους για τους στόχους μας σε ισορροπία» και η πορεία της νομισματικής πολιτικής θα εξαρτηθεί από τα δεδομένα», δήλωσε ο Γουίλιαμς στο κείμενο της ομιλίας που προετοιμάστηκε για να εκφωνηθεί πριν από την οικονομική σύνοδο κορυφής και τις προοπτικές 2025 της CBIA στο Χάρτφορντ του Κονέκτικατ.
Ο Γουίλιαμς, ο οποίος εκτελεί επίσης χρέη αντιπροέδρου της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς που καθορίζει τα επιτόκια, επισήμανε την κυβέρνηση ως βασική πηγή όσων τον περιορίζουν στην παροχή οδηγιών σχετικά με τις προοπτικές της νομισματικής πολιτικής.
«Οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν εξαιρετικά αβέβαιες, ιδίως γύρω από τις πιθανές δημοσιονομικές, εμπορικές, μεταναστευτικές και ρυθμιστικές πολιτικές», δήλωσε ο Γουίλιαμς, «επομένως, οι αποφάσεις μας σχετικά με τις μελλοντικές δράσεις νομισματικής πολιτικής θα συνεχίσουν να βασίζονται στο σύνολο των δεδομένων, στην εξέλιξη των οικονομικών προοπτικών και στους κινδύνους για την επίτευξη των στόχων της διπλής εντολής μας».
Στις παρατηρήσεις του, ο Γουίλιαμς δήλωσε ότι η οικονομία βρίσκεται σε καλή κατάσταση και έχει επιστρέψει στην ισορροπία μετά τις διαταραχές των ετών της πανδημίας. Είπε ότι η διαδικασία του αποπληθωρισμού είναι πιθανό να συνεχιστεί, αλλά πρόσθεσε ότι μπορεί να πάρει λίγο χρόνο, σημειώνοντας ότι βλέπει επιστροφή στον στόχο του 2% «τα επόμενα χρόνια».
Τομ Μπάρκιν: Ο πληθωρισμός κατευθύνεται προς τον στόχο του 2% αλλά…
Ο Τομ Μπάρκιν από την πλευρά, δήλωσε ότι τα νέα στοιχεία δείχνουν συνεχή πρόοδο στη μείωση του πληθωρισμού προς τον στόχο του 2% της κεντρικής τράπεζας, αλλά ότι τα επιτόκια θα πρέπει να παραμείνουν περιοριστικά.
Τα νέα στοιχεία για τις τιμές καταναλωτή «συνεχίζουν την ιστορία στην οποία βρισκόμαστε, δηλαδή ότι ο πληθωρισμός μειώνεται προς το στόχο», δήλωσε ο Μπάρκιν στους δημοσιογράφους μετά από εκδήλωση στην Ανάπολη του Μέριλαντ. «Αλλά υπάρχει ακόμη δουλειά να κάνουμε».
Ο Μπάρκιν συγκαταλέγεται μεταξύ των αξιωματούχων της Fed, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου Τζερόμ Πάουελ, οι οποίοι έχουν δηλώσει ότι θα προτιμούσαν έναν πιο σταδιακό ρυθμό μειώσεων φέτος, καθώς η κεντρική τράπεζα αναζητά μεγαλύτερη πρόοδο στη μείωση του πληθωρισμού.
«Εξακολουθώ να πιστεύω ότι πρέπει να είμαστε περιοριστικοί για να σφραγίσουμε το τελευταίο μίλι, αν θέλετε να το θέσουμε έτσι, πίσω στο 2%», δήλωσε ο Μπάρκιν.
Παρόλα αυτά, ο Μπάρκιν δήλωσε ότι υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα στις οικονομικές προοπτικές που καθιστά δύσκολη την εκτίμηση του τρόπου με τον οποίο θα εξελιχθεί η πολιτική της Fed. Είπε ότι είναι πολύ νωρίς για να προβλέψει κανείς πώς τα οικονομικά σχέδια του εκλεγμένου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις κινήσεις της Fed, δεδομένου ότι πολλές από τις προτάσεις δεν έχουν ακόμη οριστικοποιηθεί.
Όσον αφορά την αγορά εργασίας, ο Μπάρκιν δήλωσε ότι ενθαρρύνθηκε από τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν νωρίτερα αυτό το μήνα. Τα στοιχεία αυτά έδειξαν ότι οι προσλήψεις στις ΗΠΑ έκλεισαν το 2024 με υψηλά ποσοστά και η ανεργία υποχώρησε.
Διαβάστε ακόμη
Παγκόσμια Τράπεζα: Η οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί κατά 20% με τη συμμετοχή των γυναικών
Κίνα: Αντίθετη στην ανακοίνωση των ΗΠΑ για περιορισμούς στις εξαγωγές τσιπ τεχνητής νοημοσύνης
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα